Δώδεκα παραμύθια της προφορικής λαϊκής παράδοσης των Παλαιστινίων από τα χώματα της Γάζας, υπενθυμίζουν τι όμορφο που είναι να ανθίζει η Ζωή, και όσο σημαντικός είναι ο αγώνας για το μπόλιασμά της.”Να ανθίσει ξανά η Ζωή!-Λαϊκά παραμύθια από τα χώματα της Γάζας» είναι το θέμα του ημερολογίου του 2025 των εκδόσεων Α/συνέχεια. Με αφορμή την έκδοση, μιλήσαμε με τον επιμελητή του ημερολογίου, Δημήτρη Β. Προύσαλη, έναν από τους σημαντικότερους ερευνητές, μελετητές και αφηγητές της λαϊκής προφορικής παράδοσης τόσο της ελληνικής όσο και της ξένης.
Τι σας έκανε να επιλέξετε το συγκεκριμένο θέμα για το
ημερολόγιο 2025, και μάλιστα από την οπτική των παραμυθιών;
Το προϋπάντισμα της κάθε
νέας αναδυόμενης ημερολογιακής χρονιάς, φέρνει πάντα στο προσκήνιο μια διαδικασία
δρομολόγησης πλήθους ευχετικών προβολών που δημιουργούν προσμονές, αλλά
παράλληλα κινούν τους ανθρώπους, τα υποκείμενα- υπό την έννοια των ενεργούντων
προσώπων- να δραστηριοποιηθούν με θετική ματιά και διάθεση, διεκδικώντας
καλύτερους όρους για την ποιότητα της ζωής, της δικής τους και του περίγυρου
που τους ενδιαφέρει και που τους αφορά. Ως προφορικός αφηγητής λοιπόν, που δε
θεωρεί τον εαυτό του διασκεδαστή, αλλά που συνομιλεί μεταφορικά σε επίπεδο
συμβολικό με τον κόσμο, και ως δυναμικός ενδιάμεσος ανάμεσα στην πραγματικότητα
και το συλλογικό φαντασιακό της ανώνυμης λαϊκής λογοτεχνίας, το οποίο έχει έναν
ιδιαίτερο τρόπο να θίγει ζητήματα και να θέτει προβληματισμούς γύρω από
διαπραγματεύσεις ατομικών συνειδήσεων, στάσεων και κοινοτικών αναγκών, θελήσαμε
να μιλήσουμε, μέσα από τα λαϊκά παραμύθια, αντάμα με τις εκδόσεις Α/συνέχεια,
με την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος, για μια συνεχιζόμενη βαρβαρότητα, μια
από τις πολλές απανταχού στη γη, αλλά κατά εξακολούθηση στο χρόνο, ενάντια στα
δικαιώματα του παλαιστινιακού λαού, να ορίζει τη ζωή του στη γη όπου μπόλιασε
τα πολιτισμικά του ίχνη και την έσπειρε με τις καθημερινές του έγνοιες και
ανησυχίες, εστιασμένα στα χώματα της Γάζας. Τα λαϊκά παραμύθια από τη φύση τους αποτελούν στην πλειονότητά
τους, ένα κατεξοχήν αισιόδοξο πεδίο και μέσο για να υπενθυμίσεις, να θίξεις, να
ανακαλέσεις, να αναστοχαστείς, την προσωπική πορεία του ενός μέσα από τις
αλληλεπιδράσεις σχέσεων με τους πολλούς του συνόλου.
Να ανθίσει ξανά η ζωή! Πού μπορεί να βρεθεί η ελπίδα
σε μια τόσο σκοτεινή περίοδο;
Η επιλογή του
συγκεκριμένου τίτλου για το ημερολόγιο-βιβλίο «Να ανθίσει ξανά η Ζωή! Λαϊκά
παραμύθια από τα χώματα της Γάζας» επιθυμεί να λειτουργήσει σαν υπενθύμιση ενός
είδους άτυπης «νομοτέλειας» απέναντι στα λογής-λογής σκοτάδια που μοιάζουν
απειλητικά, γεννούν εφιάλτες στην πράξη και στοιχειώνουν τα παρόντα και τα
μέλλοντα των ανθρώπων, υπονομεύοντας τις γενιές απ’ τις οποίες δανειζόμαστε τον
κόσμο. Τα σκοτάδια λοιπόν έχουν γεννηθεί για να νικηθούν, αυτός είναι ο
προορισμός τους. Στο πιο σκοτεινό παρατεταμένο σημείο ενός περιβάλλοντος, αρκεί
μια μικρή αμυδρή σπίθα φωτός, για να δείξει το εν δυνάμει που θα φέρει την
τροποποίηση, θα κλυδωνίσει τη «βεβαιότητα» της επιβαλλόμενης παγίωσης. Είναι
στην ευχέρεια των λαών να κρατάνε τα σκοτάδια μακριά, όπως και ευθύνη τους να
διασφαλίζουν ότι τα φώτα που θα αναδυθούν, θα βρουν τη δύναμη να διατηρηθούν
για καιρό. Η μελέτη της Ιστορίας δείχνει πως όλες οι εποχές-οι περίοδοι
ήταν-για κάποιους άμεσα εμπλεκόμενους-σκοτεινές και για άλλους λιγότερο. Τι πιο
ουσιαστικό, για την περίπτωση της πολύπαθης Γάζας, να δηλωθεί πως είναι μονόδρομος
να ανθίσει ξανά η ζωή; Θυμίζει την τελική φράση του πέρσικου παραμυθιού
«Λουκούμι με φιστίκι» όπου ο πρωταγωνιστής βρίσκεται από θέση εξουσίας στην πιο
δεινή συνθήκη και αναστοχάζεται: «Όταν έχεις φτάσει στον πάτο, εκεί που δεν
έχει άλλο να πας παρακάτω, τότε ο μόνος δρόμος είναι να ανέβεις ψηλά!» ή τον
αγώνα του μικρού πουλιού κολιμπρί να σβήσει τη φωτιά στο δάσος πετώντας της δυο
στάλες νερό, όσες χωρά το ράμφος του. Όταν ένας ελέφαντας που το σκάει, τον
καλεί να φύγει, να σωθεί γιατί δε θα καταφέρει να τη σβήσει, τότε αυτό λέει:
«Δεν ξέρω αν θα καταφέρω να σβήσω στο τέλος τη φωτιά, αλλά εγώ κάνω αυτό που
μου αναλογεί!»
Το ταξίδι των λαϊκών παραμυθιών της Παλαιστίνης, τι
μας δείχνει για την ψυχή αυτού του λαού;
Τα λαϊκά παραμύθια είναι
κοινός τόπος όλων των λαών, ένα ιδιόμορφο σταυροδρόμι αλληλεπιδράσεων και
ανταμωμάτων των πολιτισμών πάνω στο άυλο της προφορικότητας, ένα ατέλειωτο και
αμείωτο «αλισβερίσι» δανεισμών, ανταλλαγών και επιρροών, που κατά τόπους χρωματίζεται
από τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και τα κοινωνικοϊστορικά πλαίσια που
συνδιαμορφώνουν την υπόθεση κάθε ιστορίας μέσα από την προσωπικότητα του
παραμυθά. Τα παραμύθια του κάθε λαού καθρεφτίζουν την ψυχή του και οικοδομούν
την εθνική του ταυτότητα. Οι συγκεκριμένες μυθοπλαστικές πλοκές στο εν λόγω
ημερολόγιο αποτελούν αφηγήσεις γυναικών, άρα απουσιάζει το «ηρωικό»
περιπετειώδες στοιχείο των αντρικών ιστορήσεων. Οι αφηγήσεις κινούνται σε θεματικούς
κύκλους, όπου κυρίαρχα στοιχεία αναδύονται η κεντρικότητα των διευρυμένων
οικογενειακών δεσμών, η αντανάκλαση του θρησκευτικού περιβάλλοντος, ένας
δυναμισμός στην κίνηση των γυναικών, ο σεβασμός στους παλαιότερους, η θέση του
ατόμου μέσα στο σύνολο ως αλληλεπίδραση και συνοχή.
Βλέπετε κοινά σύμβολα και περιεχόμενα ανάμεσα στα
παραμύθια της Παλαιστίνης και της Ελλάδας;
Από τη συλλογή «Λαϊκά
παραμύθια των Παλαιστινίων» που κυκλοφόρησε από τις ίδιες εκδόσεις πριν μερικά
χρόνια, αλλά και από τα παρόντα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς κάποια κοινά
στοιχεία της λαϊκής ψυχής στους δυο λαούς, που αφορούν στην αναζήτηση του
ιδανικού άλλου «μισού», τη ζητούμενη ισορροπία στις ενδοαδερφικές σχέσεις, την
υγεία με τις γονεϊκές δυνάμεις, την ανάγκη ορισμού της εστίας ως χώρου
αφόρμησης με ασφάλεια, το δικαίωμα στην οικειοποίηση νομής των προσωπικών κόπων,
τη δίκαιη ισότιμη μεταχείριση απέναντι στον νόμο, την κοινωνική αποδοχή μέσα
στην κίνηση εντός της κοινότητας, ενώ κυρίαρχο είναι το να υπενθυμίζουν πόσο
όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος και πόσο δύσκολο να κρατήσεις την ανθρωπιά σου.
Ποια η υποδοχή των λαϊκών παραμυθιών στη χώρα μας,
μέσα από τη για χρόνια ενασχόληση σας με τη συλλογή και αφήγηση παραμυθιών;
Τα λαϊκά παραμύθια της
προφορικής παράδοσης στη μετανεωτερική-digital εποχή, των «θαυμαστών»
μέσων και των γρήγορων ραγδαίων αλλαγών, γενικά είναι μερικώς απαξιωμένα και
υποτιμημένα σε ένα πλατύ κοινό, ενώ σε ένα μεγάλο μέρος του κόσμου ταυτισμένα
με την παιδική ηλικία. Φαινόμενο δε συνηθισμένο η επικέντρωση της χρήσης τους στα
Χριστούγεννα, όπως τούτη την περίοδο. Αν όμως εκτεθεί κάποιος σε μια συνθήκη
ζωντανής προφορικής αφήγησης και η κατάλληλη ιστορία, συναντηθεί με το
κατάλληλο πρόσωπο τη στιγμή που πρέπει, τότε σίγουρα θα ανακαλύψει πολλά
προσωπικά μηνύματα αντανακλώντας το προσωπικό του βίωμα. Η εμφάνιση και
κινητικότητα πολλών νέων αφηγητών και αφηγητριών, η διοργάνωση και
μακροημέρευση σχετικών φεστιβαλικών εκδηλώσεων, η υπολογίσιμη εκδοτική κινητικότητα και η
δημιουργία Επαγγελματικού σωματείου, συντείνουν τα τελευταία χρόνια στην
ενίσχυση και ανάδειξη της σημαντικής τους θέσης και λειτουργικότητας, στην
εκπαίδευση, στην κοινωνία, στην υγεία και στον πολιτισμό.
1. Είστε ένας από τους γνωστότερους και
παλαιότερους αφηγητές που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Η πορεία σας
αριθμεί τα 20 χρόνια. Πώς ξεκινήσατε όμως να αφηγείστε ιστορίες;
Η αλήθεια είναι
πως πέρασαν 20 χρόνια από το 2003, όταν ξεκίνησα τη συμπόρευσή μου με το
συλλογικό φαντασιακό των λαϊκών παραμυθιών, που δοκιμάστηκε από το χρόνο και τον
νίκησε. Δεν γνωρίζω αν είμαι από τους γνωστότερους προφορικούς αφηγητές, αλλά
σίγουρα έχω πιθανά από τις
σφαιρικότερες σχέσεις με τον κόσμο του λαϊκού παραμυθιού και της αφήγησής του:
Έχω κυκλοφορήσει 26 βιβλία, από τα οποία τα 23 αφορούν τα λαϊκά παραμύθια και
την αφήγησή τους, αφηγούμαι επαγγελματικά συνεργαζόμενος με πλήθος φορέων, έχω
την ευθύνη δύο φεστιβάλ αφήγησης, στο Πήλιο από το 2011 το «Παραμύθια και Μύθοι
στου Κένταυρου τη ράχη» και στην Αθήνα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Αφήγησης
το «Αθήνα… μια πόλη παραμύθια» από το 2014, το οποίο διακόπηκε προσωρινά λόγω
της πανδημικής κρίσης, συμμετέχω με σχετικές ανακοινώσεις σε πανελλήνια και
διεθνή επιστημονικά συνέδρια από το 2006 με ανάλογες δημοσιεύσεις στα πρακτικά
τους, οργανώνω διαλέξεις, σεμιναριακές συναντήσεις και εργαστήρια γνωριμίας με
το είδος, συντονίζω μια λέσχη αφήγησης στην Αθήνα από το 2016, έχω έναν
μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στη Λαογραφία με θέμα την λαϊκή παραμυθιακή αφήγηση
στη σύγχρονη εποχή από το 2014 και σε εξέλιξη βρίσκεται μια διδακτορική μου
διατριβή με επίκεντρο τους παραδοσιακούς αφηγητές και τους σύγχρονους ιστορητές
των καιρών μας. Ανήκω στη δεύτερη γενιά
των σύγχρονων αφηγητών. Όντας δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση έψαχνα να βρω ένα
μέσο για να μπολιάσω την καθημερινότητα της εκπαιδευτικής πράξης στην τάξη. Έχοντας περάσει από το θεατρικό
παιχνίδι, το κουκλοθέατρο, το θέατρο Σκιών, την παντομίμα και τη μιμική, και
υιοθετώντας τα στο σχολείο σε διάφορες χρονικές περιόδους και με αφορμή
εκπαιδευτικά προγράμματα και μαθήματα, γνώρισα την αφήγηση από την παιδαγωγική
της διάσταση, ζώντας ο ίδιος τη φράση του μεγάλου δασκάλου της Ελληνικής
Λαογραφίας Μ.Γ. Μερακλή, πως το λαϊκό παραμύθι είναι εν μέρει ψυχαγωγία και εν
μέρει παιδαγωγία. Βέβαια η βιωματική μου σχέση χάνεται στην παιδική μου ηλικία,
καθώς θυμάμαι πολλές φορές τον πατέρα μου, να λέει σε μένα και στον αδερφό μου
σε ποικίλες στιγμές, ιστορίες-μύθους του Αισώπου κατάλληλα συνδεδεμένες με αυτό
που έπρεπε να διαπραγματευτούμε στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή μιας έντασης ή
μιας δυσκολίας, μιας στιγμής αναστοχασμού που μπολιαζόταν με τη σοφία και την
καταλληλότητα του περιεχομένου. Αργότερα, έμαθα πως η μεγαλύτερη αδερφή του
πατέρα μου, ήταν η μεγάλη παραμυθού στην οικογένεια. Ασχολούμουν ήδη από το
1998-1999 με τη μελέτη του λαϊκού παραμυθιακού λόγου. Αυτό που μου συνέβηκε,
ήταν να ενεργοποιηθεί ξανά μια βιωματική σχέση, μέσα από τη συνθήκη της ανάγκης
και της λειτουργικότητας. Ένα τυχαίο σχετικό σεμινάριο για την αφήγηση έδωσε
την αφορμή και παράλληλα κάποιες δύσκολες στη διαχείρισή τους στιγμές στη ζωή
της σχολικής τάξης, έβαλαν σε πρακτική δοκιμασία όσα ήθελαν να αναδυθούν στον
κατάλληλο χρόνο με τον αρμόζοντα τρόπο. Λίγο αργότερα η αφηγηματική πρακτική
μου βγήκε απ’ τους χώρους του σχολείου και συνάντησε την κοινωνία.
2. Γιατί σας αρέσει να αφηγείστε ιστορίες;
Η αφήγηση είναι
ένα είδος προσωπικής κατάθεσης και ταυτόχρονα ένας τρόπος να παρεμβαίνει κανείς
στα πράγματα, καθότι πιστεύω πως ο προφορικός αφηγητής είναι ένας διαρκής συνομιλητής
με την κοινωνία και όχι ένας περιστασιακός διασκεδαστής. Μέσα από την
αφηγηματική σύμβαση, η ενέργεια του ακουμπά την ανάγκη του πλαισίου, η φωνή του
και το σώμα του γίνονται δυναμικοί ενδιάμεσοι, για να συναντηθούν το «Μια φορά
κι έναν καιρό…» με το «Εδώ και τώρα» της τρέχουσας συνθήκης. Μιλάς γι’ αυτό που
συμβαίνει μέσα από την ασφάλεια της απόστασης και τοποθετείσαι λέγοντας
αλήθειες μέσα από τη συνθήκη του ψεύδους, και οι παλιές ιστορίες αποκτούν
επικαιρότητα, αφού βέβαια γνωρίζεις καλά τι κουβαλούν από τον κόσμο του δικού
τους καιρού και πολιτισμού. Αυτό το θεωρώ μοναδικό χαρακτηριστικό γνώρισμα,
ιδιότητα αλλά και παρακαταθήκη του λαϊκού λόγου που μετασχηματίζεται αέναα, για
να συναντήσει μια σύγχρονη πραγματικότητα.
3. Γιατί πιστεύετε ότι οι άνθρωποι έχουν
ανάγκη να αφηγούνται ιστορίες;
Ο άνθρωπος είναι
homo fabulans (μυθοποιός)
και homo narrans
(αφηγητής). Φτιάχνει ιστορίες για να εκφράζει τον βαθύ του εσωτερικό εαυτό, να
φέρνει στο φως τα σκοτάδια του, να ερμηνεύει την πορεία του στη ζωή και να
αντιμετωπίζει τις αναπόφευκτες δυσκολίες που είναι μέρος της ανίχνευσης του
κόσμου, των προσωπικών του επιλογών και των συλλογικών εμπειριών σε τόπο και χρόνο. Φτιάχνεται ο
ίδιος από ιστορίες, γαλουχείται από αυτές και μαθητεύει στα μικρά του χρόνια σε
μια μυητική πορεία στη ζωή. Προσδιορίζει την ποιότητά του, αποκαλύπτει την
οπτική του να συνδιαλέγεται με το ευκαιριακό, το ανοίκειο, το τυχαίο, το
αναγκαίο, το απειλητικό και το προσδοκώμενο. Συναντά τον άλλο και συνυπάρχει
μαζί του διαπροσωπικά και στην κοινότητα, αποτυπώνοντας τις αντιλήψεις του γι’
αυτές τις συναντήσεις μέσα από ιστορίες, αποκρυσταλλώνοντας θεμελιώδεις αξίες.
Όσο υπάρχει ανθρώπινη ανάσα, θα υπάρχει το παράπονο, το αστείο, η σοφία, η
ελαφράδα, η ελπίδα και οι ιστορίες.
4. Το οργανωμένο πια storytelling,
που το συναντάμε από τη λογοτεχνία μέχρι και τη διαφήμιση, κερδίζει ολοένα και
περισσότερο έδαφος. Γιατί όμως πιστεύετε ότι αρέσει τόσο πολύ στους ανθρώπους
να ακούνε ιστορίες;
Ο αφηγηματικός
τρόπος σκέψης προσιδιάζει περισσότερο στη λειτουργία του ανθρώπου. Δημιουργεί
νοητικά σχήματα και γεννά δυνατότητες, προκαλεί υπερβάσεις στην αδήριτη
πραγματικότητα, αναδεικνύει την πιθανότητα του
εν δυνάμει μπροστά στο αδύνατο και φέρνει στο προσκήνιο αυτό που
φαντάζει αδιανόητο, ενεργοποιώντας ψυχικά και συναισθηματικά, ό,τι θετικότερο
μπορεί να βαλτώνει μέσα στον απύθμενο κόσμο του ασυνείδητου, απελευθερώνοντας παράλληλα
μια πρωτόγνωρη πνοή ελπίδας. Η αφήγηση είναι μια μορφή να υπάρχει ο άνθρωπος,
γεφυρώνοντας αυτό που κουβαλά και πιστεύει, την αντίληψή του με τα όποια φορτία
της, με την πραγμάτωση της ζωής που μπορεί να τον «υπονομεύει» ποικιλότροπα ή
να τον προσκαλεί σε μια άδηλη σχέση, η οποία χρειάζεται προσδιορισμό,
ξαναδημιουργώντας τον κόσμο του, αυτό που ονομάζεται «αναπλαισίωση» στους
χώρους της ψυχολογίας. Του αρέσει να αποδρά δημιουργώντας εξόδους διαφυγής στην
ελάχιστη δυνατότητα που κρύβει η φαντασία του.
5. Πιστεύετε ότι οι Έλληνες, με τη μακρά
αφηγηματική μας ιστορία από την εποχή ακόμη του Ομήρου και των αοιδών, έχουμε
μια πιο στενή σχέση με την αφήγηση από ό,τι άλλοι λαοί;
Οι λαοί έχουν τη
δική τους συλλογική πορεία στην προφορική παράδοση και ο καθένας τη συμβολή και
την προσφορά του, μικρότερη ή μεγαλύτερη. Τα ελληνικά έπη, θεωρώ πως έχουν
κατακτήσει στην παγκόσμια συνείδηση του πολιτισμού τη δική τους ξεχωριστή
σχέση, όπως εξάλλου αποδεικνύεται από την ιδιαίτερη κινητικότητα στη μελέτη της
αρχαίας ελληνικής γραμματείας και των αντανακλάσεών της σε επιστημονικά
αντικείμενα, τη φιλολογία, την ανθρωπολογία, την ψυχανάλυση. Τα Έπη «Έργα και
Ημέρες» του Ησίοδου μας δίνουν για παράδειγμα, μια γεύση από την πολυπλοκότητα
της δημιουργίας του κόσμου και των σχέσεων που ιχνηλατούν την έκφρασή τους
κατοπινά, ενώ ο Όμηρος μας παρουσιάζει ένα σύμπλεγμα ανθρώπινων συναισθημάτων
σε μια δύσκολη πορεία αναζήτησης της ωριμότητας. Οι ποιότητες των λαών
αντανακλώνται στα πνευματικά τους δημιουργήματα και το ελληνικό πνεύμα στις
δικές του παρακαταθήκες. Ο Αριστοτέλης έλεγε πως η αφήγηση είναι καθρέφτης του
εσωτερικού κόσμου των ανθρώπων, πως εξωτερικεύει την ψυχή, και σίγουρα οι αφηγήσεις που αφορούν
διαχρονικά και σε συνέχεια την ψυχή του Έλληνα, αποτελούν μια ξεχωριστή
αποτύπωση με τις ιστορικές και πλαισιακές της ιδιαιτερότητες και τις κατά
καιρούς ταυτότητες και συνειδήσεις του.
6. Όταν ακούμε αφήγηση μοιραία το μυαλό όλων
μας πηγαίνει στα παραμύθια. Όμως το παραμύθια όπως τα ξέρουμε σήμερα δεν
υπήρχαν παλιά. Ποιες διαφορές εντοπίζετε ανάμεσα στο λαϊκό και στο σύγχρονο
παραμύθι;
Τα λαϊκά
παραμύθια προϋπάρχουν της επινοημένης ανάγκης της γραφής. Έχουν τα
χαρακτηριστικά, του ανώνυμου, προφορικού και κατά παράδοση, δηλαδή ένα
συναπάντημα αχρονικών παραγόντων και συγχρονικών ιδιοτήτων, προσωπικών ή
διαπροσωπικών διαλόγων και συλλογικών διεργασιών. Αποτελούν ένα χαρμάνι συνάντησης στο κατώφλι
των συνειδήσεων, εκεί που το ασυνείδητο ενυπάρχει, αλλά επιχειρεί να πάρει
ταυτότητα, προσδιορίζοντας διαθέσεις τοπικά και ταυτόχρονα υπερτοπικά. Όλοι οι
λαοί δημιούργησαν παραμύθια, ακόμα κι αν δεν απόκτησαν γλώσσα γραφής. Τα λαϊκά
παραμύθια κατατρόπωσαν το χρόνο και δεν καθορίστηκαν από την εγγράμματη ή μη
ταυτότητα του φέροντα την ιστορία. Τα
σύγχρονα παραμύθια απευθύνονται στο σύνολό τους στην παιδική ηλικία από
ανθρώπους που χρησιμοποιούν τον εκτεχνολογημένο λόγο εξαιτίας της μόρφωσής τους,
τα λαϊκά κυρίως στο ενήλικο κοινό και φτιάχτηκαν για να αφυπνίζουν τους μεγάλους
και όχι για να αποκοιμίζουν τους μικρούς. Τα σύγχρονα αποτυπώνονται σε μια
μορφή λόγου παγιωμένη και εγκλωβισμένη στη φόρμα του ύφους και της γλωσσικής-λεκτικής
έκφρασης αποτελώντας προσωπική δημιουργία έχουν ταυτότητα ενός δημιουργού. Τα
λαϊκά ταξιδεύουν από στόμα σε στόμα, ανήκουν σε όλους, οικειοποιούμενα το
πολιτισμικό πλαίσιο του περίγυρου, ξανασυγκροτώντας νέες μορφές αναδιήγησης
πάνω στο ήδη δοκιμασμένο «σώμα» τους φτιάχνοντας παραλλαγές, τόσες όσες και οι
αναδιηγητές τους, που συγκινούνται από το θέμα, το περιεχόμενο της ιστορίας και
αναλαμβάνουν την ευθύνη να την μεταδώσουν, δίνοντας μια νέα ώθηση της υπόθεσης
στο χρόνο, ενώ κουβαλούν αρχετυπικές φιγούρες και συμβολική αποτύπωση. Τα
έχουμε ανάγκη και τα δύο στη σύγχρονη εποχή, το καθένα έχει τη συμβολή του στη
σμίλευση του ανθρώπου, αλλά οτιδήποτε είναι αποτέλεσμα μυθοπλαστικής διάθεσης ή
δημιουργίας δεν αποτελεί «παραμύθι», του λείπει το «παρά τον μύθο», η εγγύτητα
των ειδών, σε αξία και λειτουργία.
7. Για πολλούς τα παραμύθια είναι παρηγοριά,
για άλλους ιστορίες μόνο για παιδιά, για άλλους ιστορίες που μιλούν για την
αλήθεια. Για εσάς τι είναι τα λαϊκά παραμύθια;
Για μένα είναι
ένας τρόπος μέσα από την άυλη πολιτιστική κληρονομιά, να συνομιλώ με την
κοινωνία και να τοποθετούμαι για όσα κινητοποιούν τον προβληματισμό μου, μια
επαφή του έσω κόσμου σε σχέση πάντα με τον κοινωνικό περίγυρο και την
πραγματικότητα, μια προσπάθεια να συνδέω τη μοναδικότητα της στιγμής
χωροχρονικά με τη διαδρομή του πυρήνα της ανθρώπινης ψυχής. Αποτελούν ταυτόχρονα
καράβι και ταξίδι μαζί και σίγουρα έναν τρόπο να αντιμετωπίζω με θετική διάθεση
όσα κερνά η ζωή με τις πλευρές της, ευχάριστα και δυσάρεστα, προσφέροντας από
καρδιάς στους άλλους- αλλά και με την ευθύνη της επίγνωσης του ενδιάμεσου-μέσω
της αφήγησης μια εμπειρία αναστοχασμού με επίφαση την ψυχαγωγία.
7. 8.Αν αυτή τη στιγμή είχατε μπροστά σας έναν
άνθρωπο που θέλει να γίνει αφηγητής ποια συμβουλή θα του δίνατε;
Θα τον προέτρεπα να αναρωτηθεί, τι
αποτελεί για αυτόν/ην η προφορική αφήγηση, τι θέλει να κάνει μέσω της αφήγησης,
γιατί αφηγείται. Να αναμετρηθεί με τον προσωπικό εγωισμό αυτοπροβολής και να
θέσει ως υπηρέτης/τρια την ενέργεια, την αγάπη και το χρόνο του/της, σε ένα
«υλικό» που τον ξεπερνά. Είναι σίγουρο
πως οι θεματικές και οι υποθέσεις των λαϊκών παραμυθιών θα συναντήσουν και
άλλους ανθρώπους μετά από εμάς σε μια ποικιλία περιστάσεων, τόπων και χώρων,
ενώ εμείς μπορεί να μη συναντηθούμε μαζί τους ποτέ. Να τα μελετά με σεβασμό και
ταπεινότητα, γιατί ο βαθύς σκοπός της ύπαρξής τους είναι να στηρίζουν τον
άνθρωπο άδηλα μέσα από μια κατεξοχήν εξώστρεφη δραστηριότητα. Να δίνεται
αφηγηματικά με απρόσκοπτη διάθεση στο ακροατήριό του, όπως του δίνονται τα
παραμύθια όταν τα συναντά. Στις μέρες μας χρειαζόμαστε περισσότερους αφηγητές
και αφηγήτριες, για να μπορέσει ο άνθρωπος, να μην ξεχάσει τι όμορφο είναι να
είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο δύσκολο να κρατήσεις την ανθρωπιά σου.
1.Πόσο δύσκολη και απαιτητική είναι η έρευνα και η καταγραφή ενός τέτοιου υλικού, διασκορπισμένου σε πηγές και εκδόσεις;
Κάθε ερευνητής-μελετητής οφείλει να οργανώνει τη δουλειά του και να συγκροτεί έναν βασικό άξονα κίνησης. Έτσι φροντίζει πάντα να δημιουργεί –εμπλουτίζει ένα αρχείο βιβλιογραφικών αναφορών, φορέων-ιδρυμάτων και διαδικτυακών κόμβων σχετικών με το αντικείμενο στο οποίο επικεντρώνει την προσοχή της σπουδής του. Η αναζήτηση των αρχειακών πηγών και των εκδόσεων γίνεται ευκολότερη-μέσα στη δυσκολία της- και κατόπιν προχωρά σε μια κάθετη διείσδυση στο χρόνο, ενώ παράλληλα κινείται οριζόντια σε παράλληλες επιστημονικές περιοχές που προσεγγίζουν πιθανά το δικό του αντικείμενο μελέτης και έρευνας. Το σημαντικό είναι να γνωρίζει καλά και σε βάθος αυτό το οποίο τον κινητοποιεί, για αντιλαμβάνεται πιθανές επιρροές, προβολές, αντανακλάσεις και «ανταμώματα» και να χρησιμοποιεί λειτουργικότερα το χρόνο του. Στην περίπτωση της συλλογής «Πριν γίνουν πρόσφυγες τα παραμύθια: Λόγιες και Επιστημονικές καταγραφές 1850-1921» για τα μικρασιάτικα παραμύθια πριν την τραυματική Καταστροφή και τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από τις πατρογονικές του εστίες στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, η γνώση της ιστορικότητας των καταγραφών του Μιχαήλ Μουσαίου το 1850 με παραμύθια από Λιβισιανούς παραμυθάδες αποτέλεσε το χρονικό σημείο εκκίνησης. Λαϊκά παραμύθια του ελληνόφωνου κόσμου καταγράφονται ήδη από το 1840, αλλά μικρασιάτικα από τα χειρόγραφα του Μικρασιάτη λόγιου και ύστερα. Η κινητικότητα των ξένων γλωσσολόγων και το ενδιαφέρον τους για τις ελληνόφωνες διαλέκτους της μικρασιατικής χερσονήσου άνοιξε παράθυρο σε σχετικές εκδόσεις και επιστημονικές δημοσιεύσεις, το παραμύθι ως λαογραφικό αντικείμενο καταγραφής και μελέτης έφερε αντίστοιχες πηγές στο προσκήνιο και η πατριδογραφική ανάγκη αναφοράς των Μικρασιατών λογίων από τα δυτικά παράλια της Μικρασίας, την καππαδοκική ενδοχώρα και τον Πόντο πρόσφεραν όμορο υλικό. Η φιλολογική κινητικότητα περιοδικών του 19ου αιώνα στην ευρύτερη περιοχή και ο προσανατολισμός τους με χαρακτήρα μορφωτικό, εκπολιτιστικό και πολιτισμικό έφεραν στο προσκήνιο την ανάλογη αποτύπωση. Στη συγκεκριμένη έρευνα λοιπόν συναντήθηκαν η λαογραφία, η γλωσσολογία, η ιστορία, η φιλολογία και η ανθρωπολογία.
2. Στον πρόλογό σας αναφέρεστε στην μαεστρία των μικρασιατών παραμυθάδων. Υφίσταται διάδοχη κατάσταση σε αυτήν την ξεχωριστή παράδοση;
Κάθε λαϊκός αφηγητής και αφηγήτρια αποτελούν έναν ολόκληρο κόσμο από μόνοι τους, με τη μοναδικότητα τους αφού είναι ένα υποκειμενικό σύστημα προσωπικών εμπειριών, ενδοψυχολογικών διεργασιών, φιλοσοφικών αντιλήψεων, βιοθεώρησης και τοποθέτησης απέναντι στη ζωή, τοποθετούμενοι ταυτόχρονα μέσα και έξω από τα βιώματά της, ως συμμέτοχοι, αλλά παράλληλα την ίδια στιγμή και ως εξωτερικοί παρατηρητές της. Κινούνται σε ένα αντιθετικό δίπολο: Από τη μια ακολουθούν την κληρονομημένη παράδοση της προφορικής ιστορίας μέσα στο χρόνο σεβόμενοι τον βασικό πυρήνα μιας υπόθεσης που αποτυπώνεται σε μια πλοκή και από την άλλη «συνυφαίνουν» τον προφορικό λόγο βάζοντας κομμάτια από τον ιδιαίτερο κόσμο τους, δημιουργώντας νέους καμβάδες πάνω σε παλιά «παρόν» ιστόρησης, προσφέροντας παραλλαγές. Οι παραμυθάδες, οι άνθρωποι του λαού, ανάσα του και αυτί του κόσμου, ζουν μέσα στις κοινότητες όπου γίνεται διαχείριση του κοινού συλλογικού χρόνου. Στις μέρες μας ο χρόνος κατακερματίζεται, ατομικοποιείται και οι από κοινού ασχολίες περιορίζονται, μειώνονται, προσωποιούνται, «αποσυλλογικοποιούνται». Η μόνη συνέχεια που μπορεί κανείς να ελπίζει είναι οι σύγχρονοι αφηγητές-ιστορητές στο βαθμό που κατανοούν τη θέση τους ως δυναμικού ενδιάμεσου απέναντι στο παρελθοντικό «Μια φορά κι έναν καιρό…» της ιστορίας και τις σύγχρονες ανάγκες των συνθηκών του «Εδώ και τώρα…» της κάθε συνάντησης, θέτοντας τον εαυτό τους στην υπηρεσία ενίσχυσης, προώθησης και διατήρησης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, μακριά από εγωιστικές ανάγκες και διαθέσεις αυτάρεσκης προσωπικής προβολής.
3. Στην εισαγωγή σας κάνετε λόγο για την πρωτοτυπία της παρούσας μελέτης. Εξηγήστε μας την σημασία της ιστορικότητας στην καταγραφή.
Η πρωτοτυπία της παρούσας συλλογής εντοπίζεται στο γεγονός πως από τα 81 συγκαταλεγόμενα σε αυτήν λαϊκά παραμύθια, τα 71 παρουσιάζονται για πρώτη φορά σε νεοελληνική μετάφραση και αφηγηματική απόδοση από τα γερμανικά, γαλλικά, αγγλικά, την καθαρεύουσα του 19ου αιώνα και την ποντιακή διάλεκτο. Επιλέχτηκαν με κριτήρια την τοπογεωγραφική αντιπροσωπευτικότητα, τη χρονολογική τους έκδοση, την νοηματική τους πληρότητα, την παραμυθολογική τους μορφή ως τύπος πλοκής, σε ανεξάρτητα αφηγηματικά σώματα και ως συμφυρμική αποτύπωση, δηλαδή τη δημιουργική και λειτουργική «συνύπαρξη» σε μια ιστορία στοιχείων, επεισοδίων και μερών από άλλες διακριτές υποθέσεις-πλοκές. Αποκαλύπτουν έναν καλά κρυμμένο κόσμο μέσα στο άθωρο. Παρουσιάζουν μια πολυμορφία στις πηγές αναζήτησης από σπάνια, άγνωστα δυσεύρετα και αδημοσίευτα παραμύθια του λαού μας. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε κυκλοφορήσει μια εκτενής σταχυολογημένη συλλογή με μικρασιάτικα παραμύθια της ευρύτερης μικρασιατικής πατρίδας, παρά μόνο εκδόσεις από προσωπικές μνήμες παραμυθιακών ακουσμάτων ή προσπάθειες διάσωσης από εθνοτοπικούς συλλόγους μικρασιατικής καταγωγής. Το υλικό εδώ αποτελεί επιλεγμένο μέρος από περισσότερα των διακοσίων πενήντα εντοπιζόμενων παραμυθιών.
Η σημασία της ιστορικότητας της παρούσας εντοπίζεται στον τίτλο της. Πρόκειται για παραμύθια πριν ακολουθήσουν το δρόμο του ξεριζωμού και της μνήμης, από τότε που ακόμη ακούγονταν στις ζωντανές κοινότητες των Μικρασιατών Ελλήνων, στον τόπο όπου μοιράζονταν προφορικά στα ανταμώματα της καθημερινής ζωής, ένα προσφάι πολιτισμού και συνέχειας πολιτισμικής, καταγεγραμμένα από το 1850 μέχρι και το 1921.
4. Θα αντέξουν τα παραμύθια σε αυτόν τον ανυπόφορο αιώνα της λογικής; Τι είναι εκείνο που τα κρατά ζωντανά;
Η ανάγκη του ανθρώπου να ανασαίνει μέσα από διεξόδους διαφυγής από τη σκληρή και αδήριτη πραγματικότητα με τους λογής-λογής κατασκευασμένους και μη «ρεαλισμούς» της, αποτυπώνεται πολύμορφα: Με τη λογοτεχνία, τη μουσική, τον κινηματογράφο, τα αποδραστικά ταξίδια αναψυχής. Τα λαϊκά παραμύθια έχουν καταφέρει αυτό που ο ανθρώπινος παράγοντας δεν κατάφερε ποτέ: Να νικήσουν το χρόνο και να μπορούν να ακούγονται διαχρονικά και υπερτοπικά, να προσλαμβάνονται μονάχα με την καρδιά ανοιχτή και να μιλούν ταυτόχρονα σε μικρούς και μεγάλους, ενεργοποιώντας έναν απόλυτα προσωπικό κόσμο αλλά και τρόπο νοηματοδότησης, μιλώντας τόσο στον έναν όσο και στο σύνολο. Προσφέρουν έναν δυνητικό χώρο, όπου τα πάντα μπορούν να συμβούν και βοηθούν τον άνθρωπο να μην ξεχνά τι όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος, αλλά συνάμα και πόσο δύσκολο είναι να κρατήσει κάποιος την ανθρωπιά του. Τα παραμύθια αγαπούν τον άνθρωπο σε όλες του τις στιγμές: την ενσυναίσθηση, την πορεία του στην ενηλικίωση, την ισορροπία του σε όλων των λογιών τις πολυεπίπεδες σχέσεις, την ατομική του αυτοπραγμάτωση και συνειδητότητα, την κοινωνική του συνύπαρξη και συνοχή. Ο άνθρωπος, φτάνει να τα αφουγκραστεί κι αυτά θα ανασάνουν ζωντανά…
http://www.artcoremagazine.gr/prin-ginoun-prosfyges-ta-paramythia-tou-dimitri-b-prousali/?fbclid=IwAR0Jzdw1p4aXo3WmPuVaLhcOUvr7479J-hcLTpRz4ZnaUj8kEHzu264ZGlE
https://archive.istorima.org/interviews/9847
Ως προφορικός αφηγητής δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ στην εμπειρία μου ως παραμυθάς αλλά μέσα από τη ματιά ενός δασκάλου, και παράλληλα ενός ερευνητή κι ενός ταξιδιώτη στα σταυροδρόμια του κόσμου, που αποτυπώνει στο συλλογικό φαντασιακό του τις ανησυχίες, τις ελπίδες και τα όνειρά του ξετυλίγοντας σκέψεις, μιλώντας για προσωπικά βιώματα, καταθέτοντας απόψεις και γνώμες για μια σειρά ανοιχτά θέματα του παραμυθιακού σύμπαντος, διαρκώς προσκλητητικά για ανταμώματα διαλόγου, περίσκεψης και αναστοχασμού.- Πρόσφατα το κοινό απόλαυσε στην Καλαμάτα την πρωτότυπη σας παράσταση. Τι σας συνδέει με την πόλη μας;
-Με την πόλη της Καλαμάτας με συνδέουν λόγοι λαογραφικοί που
προσανατολίζονται κυρίως στο χώρο του λαϊκού παραμυθιού και της προφορικής του
αφήγησης. Από το Ελαιοχώρι (Γιάννιτσα) ήταν ο πατέρας της Ελληνικής Λαογραφίας
Νικόλαος Γ. Πολίτης, ιδρυτής της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας και στην
Καλαμάτα γεννήθηκε ένας ξεχωριστός άνθρωπος και δάσκαλος σεβαστός των
περισσότερων από τους νεότερους Έλληνες λαογράφους, ο Μιχάλης Γ. Μερακλής, που
υπηρέτησε με ιδιαίτερη σπουδή και ζήλο το ελληνικό λαϊκό παραμύθι, αποτελώντας
ανεξάντλητη πηγή επιστημονικής καθοδήγησης και έμπνευσης. Η Καλαμάτα αποτελεί
για μένα αγαπημένη πόλη ακόμη, γιατί είναι ένας χώρος-περιβόλι για το σύγχρονο
πλαίσιο των προφορικών αφηγήσεων, όπου ανθίζουν οι προσπάθειες ευφάνταστων
ανθρώπων που μπολιάζουν την κινητικότητα γύρω από τις αφηγήσεις των προφορικών
λογοτεχνιών του κόσμου με αγάπη, μεράκι, σεμνότητα, υιοθετώντας πρωτότυπες
ιδέες σε ατομικές παραστάσεις ή προσφέροντας υψηλού επιπέδου φεστιβαλικές
διοργανώσεις. Επίσης εδώ ζουν παλιοί φίλοι και φίλες που συναντηθήκαμε σε
κοινές διαδρομές στο παρελθόν, Οπότε κάθε φορά που επισκέπτομαι την Καλαμάτα
αδημονώ να βρεθούμε με μια παρέα ανθρώπων που τροφοδοτούν κοινές εμπειρίες και
αναζητήσεις και συγκινούμαστε από τις ίδιες ιδέες.
- Το βιογραφικό σας αναφέρει ότι γεννηθήκατε στην Ολλανδία αλλά σπουδάσατε στην Μυτιλήνη. Πώς βρεθήκατε από το ένα μέρος στο άλλο;
Στη δεκαετία του 60, οι γονείς μου επέλεξαν να αναζητήσουν
την τύχη τους μέσα από την πίκρα της ξενιτιάς, γινόμενοι οικονομικοί μετανάστες
στην Ολλανδία, Εκεί γεννηθήκαμε με τον αδερφό μου και πήγα στο πρώτο μου
σχολείο. Αργότερα η επιλογή του μηχανογραφικού δελτίου στα δεκαοκτώ μου χρόνια,
με έφερε στα χώματα της Μυτιλήνης όπου έζησα για δυο χρόνια σπουδάζοντας στην
Παιδαγωγική Ακαδημία της. Νιώθω μεγάλη χαρά που πάτησα τα χώματα ενός νησιού
που γέννησε από την αρχαιότητα ως τα σύγχρονα χρόνια ποιητές και λογοτέχνες
όπως ο Αλκαίος, η Σαπφώ, ο Ελύτης, ο Μυριβήλης. Εξάλλου νιώθω δεσμούς με το
νησί, γιατί μια λαϊκή φιγούρα, γέννημα-θρέμμα της, ο ζωγράφος Θεόφιλος
Χατζημιχαήλ, έζησε τριάντα χρόνια στον τόπο της ιδιαίτερης καταγωγής μου, το
Πήλιο, όπου μας χάρισε ένα σημαντικό μέρος της τέχνης του.
- Οι βασικές σας σπουδές αφορούν παιδαγωγικά. Αλλά οι δρόμοι της ζωής σας οδήγησαν και σε άλλους δρόμους. Τι δηλώνετε περισσότερο όταν σας ρωτούν για το επάγγελμα σας;
-Δεν θα πάψω ποτέ να δηλώνω πως είμαι δάσκαλος, ένα
επάγγελμα που με τιμά εδώ και τριάντα τρία χρόνια, όταν αναλογίζομαι πως
αποτελεί τον πρώτο συνδετικό κρίκο της κοινωνίας με τη θεμελιακή γνώση του νέου
ανθρώπου. Δεν ξεχνώ ακόμη την συμβολή των παλιότερων συναδέλφων στην Επιστήμη
της Λαογραφίας, αφού πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες καταγράφοντας τον λαϊκό
πολιτισμό και συγκεντρώνοντας αξιόλογο μέρος της πνευματικής και υλικής ζωής
όπως μύθους, παραμύθια, παραδόσεις, παροιμίες, τραγούδια και άλλες εκφράσεις
του λαού μας, όταν αυτά ήταν ακόμη ζωντανά και πάλλοντα μέσα στις τοπικές
αγροτικές κοινότητες, αποτελώντας έναν βασικό άξονα κίνησης και δημιουργίας.
Από την άλλη δηλώνω προφορικός αφηγητής, αφού από το 1999 ασχολούμαι με την
έρευνα, καταγραφή και μελέτη των λαϊκών προφορικών ιστοριών και από το 2003
βγαίνω για να μοιραστώ τις ιστορίες που αγαπώ ή με προσκαλούν μια σειρά φορείς,
οργανισμοί να αφηγηθώ σε ενήλικο ή παιδικό ακροατήριο στην Ελλάδα και το
εξωτερικό.
Δείχνετε μια αξιόλογη κινητικότητα γύρω από εκδοτικές
θεματικές. Τι αφορά και πού οφείλεται αυτή η εκδοτική παραγωγή;
Η αγάπη μου και το ενδιαφέρον μου για τα λαϊκά παραμύθια
εκφράζεται μέσα από πολλούς διαφορετικούς δρόμους και μορφές. Πέρα από το
ερευνητικό μέρος και την επιστημονική προσέγγιση με σχετικό μεταπτυχιακό τίτλο
σπουδών και ανάλογο διδακτορικό, εισηγήσεις σε συναφή συνέδρια, τις αφηγήσεις
και τη διοργάνωση φεστιβάλ αφήγησης καθώς και εργαστηρίων και λεσχών, βρίσκει
διέξοδο και μέσω της έντυπης εκδοτικής μορφής. Πιστεύω πως ένας προφορικός
αφηγητής- παραμυθάς του καιρού μας οφείλει να δημιουργεί δυνατότητες συνάντησης
του πλατιού κοινού με τα λαϊκά παραμύθια και να μπολιάζει πολυεπίπεδες σχέσεις,
αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες, μια από τις οποίες είναι και τα βιβλία-συλλογές.
Έχω εκδώσει προσωπικά ή με επιμέλεια συλλογικών προσπαθειών 20 βιβλία,
φέρνοντας στο προσκήνιο ενδιαφέρουσες θεματικές της λαϊκής λογοτεχνίας όπως τα
παραμύθια του κάτω Κόσμου, τα παραμύθια ενάντια σε δύσκολους καιρούς, τα
παραμύθια οικολογικής-περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης, παραμύθια με σοφούς τρελούς, παραμύθια με δυνατές
γυναίκες, παραμύθια των μεταμορφώσεων κλπ. Οι ανώνυμες προφορικές ιστορίες που
δοκιμάστηκαν από το χρόνο, προσφέρουν μια απίστευτη γκάμα για θεματικές
επικεντρώσεις, για την ανάδειξη υποθέσεων που αποδεικνύονται καμβάς για
προβληματισμούς και αναστοχασμό στον σύγχρονο κόσμο, φωνές του συλλογικού
φαντασιακού από το χτες για να βοηθήσει το σήμερα να ανασάνει καλύτερα. Το 1821
από μόνο του αποτελεί πηγή έμπνευσης αφού έχω ήδη κυκλοφορήσει τη συλλογή
«Γιάννη Βλαχογιάννη: 1821 Από το καριοφίλι στην πένα» (Λογότυπο 2021),
κυκλοφορεί το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος: Ιστορίες και αφηγήσεις για το
λαϊκό θρησκευτικό συναίσθημα των Ελλήνων το 1821» (Αρμός 2021) και
δρομολογείται στο τυπογραφείο το «Παραμύθια, μύθοι, παραδόσεις και άγνωστες
ιστορίες από τον κόσμο του 1821» (Απόπειρα 2021).
-Να μιλήσουμε τώρα για την παράσταση που ανέβηκε στην Καλαμάτα. Πώς γεννήθηκε η ιδέα γύρω από τον Κολοκοτρώνη;
Το ορόσημο των 200 χρόνων από την έναρξη της Εθνικής
Παλιγεννεσίας ανέδειξε μια σειρά από ενδιαφέρουσες και ουσιαστικές προσεγγίσεις
σημαντικών προσώπων, ιστορικών γεγονότων, συνθηκών, σχέσεων κα πλευρών του
Αγώνα της Επανάστασης του 1821. Μια εμβληματική προσωπικότητα, πανελλήνιας
αποδοχής και αναγνώρισης, που έπαιξε ρόλο σε όλη τη διάρκεια του ελληνικού
αγώνα ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Να φανταστείτε πως σε μια δεύτερη έκδοση μετά
το 1851 των Απομνημονευμάτων του Γέρου του Μοριά που γίνεται στα 1889 σε
επιμέλεια Γεωργίου Τερτσέτη, η οποία περιλαμβάνει και τραγούδια δημοτικά των
Κολοκοτρωναίων, συμπεριλαμβάνεται ένα τέτοιο τραγούδι καταγραμμένο από τον
σχολάρχη Ν. Ρηματισίδη στον τόπο καταγωγής μου στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας στο
Πήλιο που αφορά την πολιορκία της Τριπολιτσάς! Στη λογική των θεματικών
αφηγήσεων λοιπόν, που κατέγραψαν ήδη «Θρύλοι για την άλωση της Πόλης» και η
αφήγηση «Του Κωνσταντή: η ιστορία μιας υπόσχεσης, μιας κατάρας και μιας
επιστροφής» βασισμένο σε παραμυθιακές παραλλαγές του δημοτικού τραγουδιού «Του
νεκρού αδερφού», συναντήθηκαν τρεις τέχνες, η μουσική πρωτότυπή επένδυση του
μουσικού και τραγουδοποιού-ερμηνευτή Φίλιππου Πλακιά σε παραδοσιακούς δρόμους,
η ποίηση μέσα από τους στίχους του ποιητή Δημήτρη Φιλελέ και οι ιστορίες της αφήγησης.
Πιστεύω πως όλη αυτή η κινητικότητα ανακίνησε μια πλειάδα θεμάτων και ζητημάτων
που ξανατέθηκαν στο επίκεντρο ενός διαλόγου και μιας αποτίμησης σε πολλά
επίπεδα: εθνικά, τοπικά, πανελλήνια, ιστορικά, λαογραφικά, θρησκευτικά κ.α.
Πώς μαζέψατε το υλικό που αφορούσε τον γέρο του Μοριά;
Η συγκέντρωση ενός υλικού βάσης προϋποθέτει μια έρευνα σε
βάθος χρόνου και έκτασης. Η ιδέα για τη συγκεκριμένη θεματική αφήγηση προέκυψε
όταν ήρθε στην επιφάνεια μια άγνωστη ιδιότητα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, αυτή
του χαρισματικού παραμυθά της εποχής του, αφού σύμφωνα με ιστορικούς και
συμπολεμιστές της εποχής του (Φωτάκος,
Κασομούλης, Γ. Τερτσέτης, Δ. Αινιάν) παρουσιάζει τη λειτουργία ενός τέτοιου
προσώπου, ο οποίος γνωρίζει τι να αφηγηθεί, σε ποιους και πότε πρέπει να
απευθύνει τους μύθους του, αφού κύριο σκοπό έχει να διδάξει και να εμψυχώσει
κάτω από την επίφαση της ψυχαγωγίας. Χρησιμοποιεί παμπάλαιες Αισώπειες
υποθέσεις αλλά και πλοκές του μύθου που επινοεί ο ίδιος κάτω από τις ανάγκες
του Αγώνα. Απομνημονεύματα αγωνιστών, επιστολική αλληλογραφία, ιστορικές
μελέτες και αναφορές πρωταγωνιστών της εποχής, άρθρα σε τοτινές εφημερίδες αλλά
και προφορικές παραδόσεις της Μεσσηνίας (πχ της Γεωργίας Γκότση, το γένος
Γκουντούμη 1930-2007 από τη Βιδίσοβα-Δροσοπηγή) αποτέλεσαν τις πηγές αναζήτησης
για την παράσταση αφήγησης «Όταν το 21 αφηγείται: Μύθοι, παραδόσεις και
άγνωστες ιστορίες του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στο δρόμο της λευτεριάς».
- Ήταν εύκολο να στηθεί η παράσταση; Ποιες προκλήσεις είχατε να αντιμετωπίσετε; -
Προκλήσεις παρουσιάστηκαν πολλές. Έπρεπε πρώτα να βρεθεί μια
χρυσή τομή ισορροπίας ανάμεσα στο αφηγηματικό, το στιχουργικό και το μουσικό
μέρος έτσι ώστε να μη δημιουργηθούν επικαλύψεις
ή καταχρηστικές παρουσίες του ενός είδους πάνω στο άλλο. Ύστερα έπρεπε
να ξεφεύγει από τη λογική μιας στενής ιστορικής αναφοράς γεγονότων που θα
θύμιζε σχολικό μάθημα, αλλά και να μην παρουσιάζει χαρακτήρα πλέρια αφηγηματικό
αφού η βάση της παράστασης ήταν ένα συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο. Η δυσκολία ήταν επίσης να αφηγηματοποιηθούν
ιστορικές αναφορές, να πάρουν μια πιο επικοινωνιακή μορφή, να ζωντανέψουν από
τη φωνή του παραμυθά. Η έρευνα έφερε στην επιφάνεια το υλικό αναφοράς για τον
Κολοκοτρώνη σε σχέση με τον μυθικό λόγο που βοήθησε πολύ. Από κει και πέρα
έπρεπε να γίνει η επιλογή των ιστοριών, έτσι που να δημιουργεί ένα ξετύλιγμα
των γεγονότων της ζωής του με μια ροή ενδιαφέρουσας συνέχειας που να παρουσιάζει
μια μορφή ισοδύναμη. Ανάμεσα στα κενά ιστορικής φύσης των αφηγημάτων αναπτύχθηκαν σχόλια του
παραμυθά και ιστορικές αναφορές που λειτούργησαν με μια συνεκτική λογική
σύζευξης. Πρέπει να τονίσω πως η συγκεκριμένη παράσταση αφήγησης παρουσιάστηκε
στους δασκάλους της Α’ Περιφέρειας Αθήνας, το Δήμο Νοτίου Πηλίου, στο 11ο
Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου, μέρος επιλεγμένο παρουσιάστηκε στην τελετή
έναρξης συνεδρίου Ψηφιακής Λαογραφίας
στη Ρόδο και ταξίδεψε μέχρι την Κύπρο τόσο με διαδικτυακή όσο και με ζωντανή
μορφή και καμιά παράσταση δεν ήταν ίδια με την προηγούμενή της! Μπορεί κανείς
να την ακούσει ολόκληρη στις αναρτήσεις του Οκτωβρίου στο προσωπικό μου
ιστολόγιο «Στων παραμυθιών τα σταυροδρόμια».
Υπάρχουν σκέψεις για νέες παραστάσεις αντίστοιχες με αυτές που είδαμε στην Καλαμάτα αλλά με πρωταγωνιστές αλλά πρόσωπα;
Υπάρχουν σκέψεις για κάτι αντίστοιχο με κεντρικό πρόσωπο τον Καραϊσκάκη, όπως επίσης και μια σπονδυλωτή αφήγηση που θα ξεδιπλώνει όλη τη ροή της επανάστασης, αλλά θα εξαρτηθεί η δρομολόγησή τους από τις προτεραιότητες της περιόδου, μιας που ξεπροβάλει απαιτητικά το 2022 που ζητά την επικέντρωση σε πλαίσιο μικρασιάτικο, για τα εκατό χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής. Τα σχέδια είναι πολλά… κι όπως λένε ο Θεός γελάει…
1.
Πολλές και
πλούσιες συλλογές λαϊκών παραμυθιών φέρουν την υπογραφή σας. Τί ιδιαίτερο έχει
αυτός ο κόσμος που σας κέρδισε και του αφιερώνετε τόση σπουδή κι ενέργεια;
Είναι αλήθεια πως από το 2007 όταν πρωτοεκδόθηκε η συλλογή μου «Παραμύθια του Κάτω Κόσμου» (Εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ) μέχρι την τελευταία, «Παραμύθια λαϊκά για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: Ιστορίες οικολογικής ευαισθητοποίησης» (εκδ. ΕΥΜΑΡΟΣ, 2020), έχουν κυκλοφορήσει πολλές συλλογές με λαϊκό παραμυθιακό υλικό. Άλλοτε έχουν δημιουργηθεί με αποκλειστική δική μου προσωπική συμβολή και έμπνευση για τη συγκρότησή τους (δέκα συλλογές) δημιουργώντας θεματικές προτάσεις. Άλλοτε εκδόθηκαν υπό την επιμέλειά μου, όπως πχ ο εορτασμός της Παγκόσμιας Ημέρας Αφήγησης (20 Μαρτίου), που έφερε στο προσκήνιο της παραμυθόφιλης προσοχής και σπουδής, συγκεντρωμένες τις ιστορίες της προφορικής παράδοσης πέντε διαφορετικών ετών (2015-2019: Παραμύθια των Ευχών, των Μεταμορφώσεων, Με δυνατές γυναίκες, Με Σοφούς Τρελούς, Μύθοι- Θρύλοι-παραδόσεις σαν παραμύθια), οι οποίες απάγκιασαν μέσα από τις φωνές πολλών αφηγητών και παραμυθούδων. Τούτες εγώ τις γνοιάστηκα και σχολίασα με εκτεταμένο εισαγωγικό μέρος και ενδιαφέρουσες σημειώσεις (έξι συλλογές). Το στοιχείο που μου κίνησε την προσοχή τις τελευταίες δύο δεκαετίες που ασχολούμαι συστηματικά τόσο ως προφορικός αφηγητής όσο και ως ερευνητής-επιστημονικός μελετητής με τα λαϊκά παραμύθια, της εγχώριας και διεθνούς ανώνυμης λαϊκής λογοτεχνίας, ήταν πως δινόταν η δυνατότητα μέσα από πλήθος ιστοριών προσομοίωσης της ανθρώπινης εμπειρίας σε επίπεδο μυθοπλαστικό-φαντασιακό, να μιλήσω ανοίγοντας διαλόγους, για ένα μεγάλο εύρος ανθρώπινων σχέσεων κάνοντας μια «άδηλη» επικοινωνιακή παρέμβαση στην κοινωνία. Η γκάμα αυτών των θεμάτων ξεκινά από την προσωπική διαδρομή μύησης των πρωταγωνιστών των παραμυθιακών πλοκών στη ζωή, την ένταξη στην κοινότητα και την ανάγκη αναζήτησης ισορροπιών εντός αυτής, τις πολυεπίπεδες οικογενειακές σχέσεις. Αφορούν επίσης το πεδίο μιας σειράς φιλοσοφικών ζητημάτων σχετικά με τη ζωή και το θάνατο, το δίκιο και την αδικία, τη λειτουργία της εξουσίας, την αποκόμιση-κατάκτηση και επίκληση της σοφίας, την περιβαλλοντική επαγρύπνηση, δηλαδή θίγουν διαχρονικά την ανθρώπινη ποιότητα στην αντανάκλασή της ατομικά και συλλογικά. Είναι μια εξαιρετική δεξαμενή της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, που φέρνει τους ανθρώπους κοντά, δημιουργώντας γέφυρες συνάντησης κοινών ηθικών παραδοχών και αξιακών θέσεων από διαφορετικούς ή όμορους πολιτισμούς, στοιχεία που επιτρέπουν την προσωπική νοηματοδότηση του καθενός, τη σύνδεση της ατομικής εμπειρίας με τη συλλογική εμπειρία του κόσμου, κρατώντας την κοινωνική συνοχή ενώ στηρίζουν τη συγκρότηση του εαυτού.
2. Βλέπουμε
κάποιους να προσπερνούν τα λαϊκά παραμύθια λόγω ορισμένων χαρακτηριστικών που
ενίοτε συναντάμε σε αυτά, όπως η χρήση βίας ή η ωμή αποτύπωση της
πραγματικότητας. Ποια είναι η δική σας τοποθέτηση;
Ζούμε σε μια εποχή που η ατομική δυνατότητα πρόσβασης στην αξιοποίηση μέσων της πληροφορίας και έκφρασης, προσφέρει την ευκαιρία στον καθένα να τοποθετείται επί παντός επιστητού. Όποιος έχει σελίδα στα ηλεκτρονικά ΜΜΕ ή προσωπικό διαδικτυακό ιστότοπο ή κανάλι εικόνας, μπορεί να μιλά για οτιδήποτε. Πρόκειται για χαρακτηριστικό της εποχής μας, που προωθεί τα ατομικά δικαιώματα και την έκφραση της γνώμης, ενώ ουσιαστικά τα χειραγωγεί και τα διαμορφώνει υπονομεύοντάς τα. Για να μπορέσει κανείς να μιλήσει με ασφάλεια και βαρύτητα για ένα γνωστικό αντικείμενο, ακόμη κι αν διαφωνεί, πρέπει να έχει προϋπάρξει μια στοιχειώδης μελέτη. Τα λαϊκά παραμύθια, δηλαδή οι προφορικές, ανώνυμες, κατά παράδοση, συλλογικές ιστορίες μυθοπλαστικών πλοκών που παρουσιάζονται με πολλαπλές προφορικές παραλλαγές από τόπο σε τόπο, έρχονται από μια άλλη εποχή, μιας διαφορετικής αλήθειας, μιας άλλης τοτινής πραγματικότητας, μιας «αθώας» αναλογικά ωμότητας που άρμοζε στους ποιοτικούς όρους του ιστορικού της πλαισίου. Σήμερα κυριαρχεί μια γενικευμένη υποκρισία: Καταπολεμούν τον καρκίνο και προωθούν τις επιβεβαιωμένα επιβλαβείς ταχύτητες 5G, χύνονται δάκρυα για τα συμπαθή τετράποδα και επιδεικνύεται πρωτοφανής αδιαφορία για ανθρώπινες γενοκτονίες, στηρίζονται προγραμματικά παιδιά υποανάπτυκτων κοινωνιών που σε μια δεκαετία βρίσκουν κλειστά τα σύνορα των πρότερων υποστηρικτών τους, καταπολεμούνται τα φυσικά ναρκωτικά και επιβάλλονται επικινδυνότερα ναρκωτικά συμβολικής μορφής και λειτουργίας. Τα λαϊκά παραμύθια δεν είναι μήτε ανώδυνα μήτε ουδέτερα, ούτε αφορούν-κατά μεγάλη και ευρεία παρανόηση- αποκλειστικά την παιδική ηλικία. Είναι θεματικές που λειτουργούν σε επίπεδο συμβολικό, για να βοηθήσουν τον άνθρωπο να μετακινηθεί, μέσα του, με τους γύρω του, στον κοινωνικό χώρο που ζει και κινείται. Η βία που παρουσιάζεται σε αυτά έχει μια λογική ύπαρξης, κάτι εξυπηρετεί, τίποτε δεν είναι αναιτιολόγητο. Κινείται σε ένα ασφαλές αφηγηματικό πλαίσιο, φανταστικό, με αρχή, μέση και τέλος. Η ωμότητα θυμίζει στον μικρό ακροατή τους, τον κόσμο που θα συναντήσει μπροστά του στα μελλοντικά του μονοπάτια, αυτοπροσδιορισμού ή ετεροκοινωνικά. Τον βοηθά να εντοπίσει και να αντιμετωπίσει τα σκοτάδια μέσα του, δημιουργώντας φωτεινές διαδρομές προς την επιφάνεια της συνειδητότητας. Υπενθυμίζει στον ενήλικο πόσο όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος και πόσο δύσκολα κρατά κανείς την ανθρωπιά του, αλλά παράλληλα θίγουν τις διαχρονικές συμπεριφορές του ανθρώπου, όσες ελλοχεύουν ακόμη μέσα του, όσες ξεπέρασε με κόπο κι όσες πιθανά δοκιμάζουν ακόμη την ποιότητα του σε όλες τις εκφράσεις του. Η πραγματικότητα του σύγχρονου κόσμου είναι άραγε λιγότερο ωμή; Άλλοτε υφέρπουσα η βία, άλλοτε με τη δύναμη της εικόνας, μας θυμίζει πως ο κόσμος κινείται ταυτόχρονα προς τα μπρος και προς τα πίσω, οπισθοχωρώντας ενίοτε στα απύθμενα χειρότερα των πολέμων, των πολλαπλών εκμεταλλεύσεων, του αδηφάγου κέρδους που τίποτα δεν σέβεται, καθώς και των πολυεπίπεδων ποιοτικών εκπτώσεων στην αισθητική, την ουσία της εκπαίδευσης, τη θεσμική απαξίωση, την περιβαλλοντική ωμότητα της υποβάθμισης της φύσης, της αναπότρεπτης κλιματικής αλλαγής. Κι όλα τούτα, την ώρα των τεχνολογικών αλμάτων προς το «μέλλον» των ελπιδοφόρων κατακτήσεων, που τυφλώνεται στο παρόν και ξεχνά εύκολα το παρελθόν. Μπροστά λοιπόν στη ωμότητα της δικής μας ανθρώπινης καταγεγραμμένης ιστορικά πραγματικότητας, τα λαϊκά παραμύθια είναι η «παιδική χαρά», ένας ιδιόμορφος «παιδότοπος» της ανθρωπότητας.
3. Πέραν της
μελέτης και της καταγραφής των λαϊκών παραμυθιών, όλοι νιώθουμε πως ένα
αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της ενασχόλησης σας συνιστά η αφήγηση. Ποιος μπορεί να γίνει
αφηγητής και με ποια κριτήρια;
Η έρευνα, η καταγραφή, η μελέτη, η επιστημονική τοποθέτηση σε ανάλογα συνέδρια και η εκδοτική κινητικότητα, η σεμιναριακή εκπαίδευση και η οργάνωση φεστιβαλικών εκδηλώσεων με θεσμικό χαρακτήρα, αφορούν ένα μέρος της διαρκώς ανανεούμενης σχέσης μου με τα λαϊκά παραμύθια αλλά και τα υπόλοιπα είδη της προφορικής λογοτεχνίας (λαϊκές παραδόσεις, Αισώπειοι μύθοι, μυθολογικές ιστορίες, θρύλοι, ανώνυμες λαϊκές ιστορίες). Η φυσική σχέση παίρνει τη μορφή της αφηγηματικής προσέγγισης, δηλαδή το προφορικό ξαναζωντάνεμα μιας υπόθεσης μέσα από τη ζώσα και πάλλουσα γλώσσα, τη σωματικότητα της σκηνικής ενσάρκωσης, με τους επιτονισμούς, τις αποστροφές του λόγου, τις έντονες εικόνες, το κανάλι επικοινωνίας και αλληλόδρασης με το κοινό, τους ρεαλιστικούς διαλόγους που φτιάχνει ο προφορικός αφηγητής-παραμυθάς. Με ειλικρίνεια, αμεσότητα, οικειότητα και την επίγνωση του δυναμικού ενδιάμεσου, οφείλει να βοηθήσει την ιστορούμενη υπόθεση, τη μυθοπλαστική πλοκή του φανταστικού κόσμου, να φτάσει και να αγγίξει το ακροατήριό του, χαρίζοντάς του μοναδικές εμπειρίες από φανταστικά ταξίδια του νου, εσωτερικά και εξωτερικά. Η αφήγηση αποτελεί μια βασική ανάγκη διαχρονικά του ανθρώπου, να μιλήσει, να αποκαλύψει, να ψυχαγωγηθεί, να στοχαστεί, να συμπεράνει, να διαπραγματευτεί με ασφάλεια, να μοιραστεί τα δικά του δύσκολα κι ευχάριστα, που μπορεί να είναι ολωνών και να μιλήσει για αλήθειες μέσα από ψέματα. Ο καθένας μπορεί να αφηγηθεί στην παρέα του. Όμως όποιος επιθυμεί να γίνει ένας κοινωνικός συνομιλητής με το συλλογικό ασυνείδητο του μυθοπλαστικού, σε συνθήκες σύγχρονες σημερινές, να βγει μπροστά, στο κέντρο του λόγου με ένα γνοιάξιμο για τον άνθρωπο και την κοινωνία, χρειάζεται εκπαίδευση. Κι αυτό, γιατί πίσω από τις φανταστικές πλοκές όσων δεν έχουν ποτέ συμβεί, αλλά θα μπορούσαν να έχουν συμβεί κάπου και κάποτε σε κάποιους που δε θα γνωρίσουμε ποτέ, κρύβεται ένας ολόκληρος κόσμος που απαιτεί σεβασμό, εμπιστοσύνη, μελέτη, γνώση, μεράκι, σεμνότητα και ταπεινότητα, διαρκή επαφή και διάθεση για υπηρέτηση.
4. Πραγματοποιείτε
αφηγήσεις τόσο σε μέρη προαγωγής του πολιτισμού, όσο και σε χώρους περίθαλψης
και κοινωνικής πρόνοιας. Ποια είναι η
προσφορά του λαϊκού παραμυθιού που καθιστά την παρουσία του εξίσου ευεργετική
και στις δυο περιπτώσεις;
Η τιμητική πρόσκληση για μένα, με την ιδιότητα του προφορικού αφηγητή-παραμυθά από το Εθνικό Θέατρο στην περίοδο 2015-2020, να δώσω ζωντανή πνοή στο πρόγραμμα με κοινωνικό χαρακτήρα «Τα παραμύθια του Εθνικού» μέσα από επιλεγμένα για τη σημαντικότητα των υποθέσεων και μηνυμάτων τους λαϊκά παραμύθια, με τη μουσική συνοδεία του εξαίρετου συνεργάτη Φίλιππου Πλακιά, πρόγραμμα το οποίο απευθυνόταν σε ευπαθείς ομάδες όλων των συνθέσεων (ΑΜΕΑ, χρήστες ουσιών σε απεξάρτηση, ψυχικά νοσούντων σε απομόνωση ή κοινωνική επανένταξη, κακοποιημένων παιδιών και εφήβων, τρόφιμων διαφόρων φορέων και ιδρυμάτων, βαριά αρρώστων παιδιών υπό νοσηλεία ή θεραπευτική διαδικασία, προσφύγων, ομάδων της τρίτης ηλικίας κλπ) επιβεβαίωσε όσα γράφονταν πολλά χρόνια για τα λαϊκά παραμύθια. Τα γραφόμενα μιλούσαν για την άδηλη θεραπευτική επενέργεια των προφορικών αφηγήσεων, ιστοριών που δοκιμάστηκαν από το χρόνο, μίλησαν συμβολικά, κέρασαν απλόχερα την λαϊκή αισιοδοξία και μοίρασαν μηνύματα δύναμης σε καιρούς αδυναμίας, φωτίζοντας λογής λογής σκοτάδια, περιορίζοντας αρνητικότητες και ενισχύοντας αναδυόμενες άγνωστες εν δυνάμει θετικότητες, αναφερόμενες σε φανταστικά περιβάλλοντα, όπου τα πάντα μπορούν να συμβούν. Μοναδικά κριτήρια επιλογής, τα σύμβολα των ιστοριών, οι ποιότητες των πρωταγωνιστών, το επιδιωκόμενο στοχευμένο μήνυμα, τα χαρακτηριστικά του ακροατηρίου, οι ανάγκες του, η αντιληπτική του ικανότητα και λειτουργία. Κατά τη γνώμη ενός σημαντικού Ελβετού παραμυθολόγου, του Max Luthi, τα λαϊκά παραμύθια είναι εν μέρει ψυχαγωγία και εν μέρει παιδαγωγία, μια διαχρονική ανάγκη έκφρασης της συμπυκνωμένης ανθρώπινης εμπειρίας, αφού αποτελούν γέφυρες πολιτισμού στα σταυροδρόμια της ανθρωπότητας, μιλώντας για την ολότητα της ζωής, εκεί πού όλα είναι πιθανά και όλα μπορούν να συμβούν, ξεπερνώντας τα περιοριστικά όρια ενός-πολλές φορές- αυτοκατασκευασμένου «ρεαλισμού».
5.
Από την
εμπειρία σας, ποιοι έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για παραμύθια σήμερα, οι ενήλικες ή
τα παιδιά;
Τα λαϊκά παραμύθια τα έχουν ανάγκη όλοι. Σήμερα η απλοϊκότητα των υποθέσεών τους και μια επιφανειακή γραμμικότητα, τα συνδέει με την παιδική ηλικία, της αντίστοιχης απλοϊκής σκέψης, σε μια εποχή που διακρίνεται και χαρακτηρίζεται για την εμβρίθεια των κειμενικών συνθέσεων που κρύβουν ιδέες και νοήματα πίσω από περίτεχνες γραφές και ιδιόμορφες προσκλητικές λογοτεχνικές τεχνοτροπίες της πένας. Τα παραμύθια τα έχουν ανάγκη μικροί και μεγάλοι: Οι μικροί για να ανακαλύψουν και να μάθουν, οι ενήλικοι για να αναστοχαστούν και να βρίσκονται σε μια εσωτερική επαγρύπνηση. Μιλούν στον κεντρικό πυρήνα της λαϊκής ψυχής που την κουβαλούν όλοι, με αιτήματα πάγια και διαχρονικά στην μακρά διάρκεια της πορείας του ανθρώπου επί γης: Την ασφάλεια του οίκου, την ανακάλυψη του ανατροφοδοτικού άλλου μισού, τις ισορροπημένες οικογενειακές σχέσεις, το δικαίωμα διαχείρισης και απόλαυσης των προσωπικών κόπων, την ισότιμη μεταχείριση έναντι του νόμου. Έχει αλλάξει κάτι μήπως, από το μακρινό χτες στο θορυβώδες, πολύβουο, φαφλατάδικο αλλά κενόδοξο σήμερα;
6.
Ως
εκπαιδευτικός, ποια παρατηρείτε να είναι η σχέση των παιδιών με τα βιβλία;
Η σχέση με το βιβλίο έχει δύο άξονες επιρροής και έναν παράγοντα: Ως άξονες την οικογένεια και το σχολικό περιβάλλον και ως παράγοντα το εσωτερικό-προσωπικό κίνητρο του παιδιού. Η σχέση των παιδιών χτίζεται ανάμεσα στους δύο αυτούς σημαντικούς πόλους και μπολιάζεται από το εσωτερικό τους κίνητρο. Αν υπολογίσουμε πως το σχολείο αποτελεί έναν χώρο που οι μαθητές περνούν πολύτιμο χρόνο της καθημερινότητάς τους, μπορούμε να συμπεράνουμε πόσο σημαντική είναι η ανάπτυξη και εμβάθυνση σχέσεων με το βιβλίο και την καλλιέργεια της φιλαναγνωστικής στάσης. Όμως η αγάπη για το βιβλίο δεν μπορεί να οικοδομηθεί μέσα σε περιβάλλοντα, όπου δημιουργούνται σχέσεις αποστασιοποίησης των παιδιών από τις έντυπες μορφές, που συχνά συνδέονται ή παραπέμπουν νοερά σε καταναγκασμούς συνδεόμενους με τα σχολικά εγχειρίδια. Σήμερα τα περισσότερα σχολεία έχουν μικρής εμβέλειας βιβλιοθήκες, που συνήθως συγκροτούνται από ευαισθητοποιημένους δασκάλους και ιδιαίτερα κινητικούς συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων. Σχεδιάζονται κατά καιρούς και προωθούνται ενδιαφέροντα προγράμματα, και δρομολογούνται κατά περιόδους πρωτοβουλίες από σημαντικούς για την πολυετή παρουσία και προσφορά τους στην οικοδόμηση και ανάπτυξη σχέσεων των παιδιών και εφήβων με την λογοτεχνία που τους αφορά, όπως είναι πχ ο «Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου» ή η «Γυναικεία λογοτεχνική Συντροφιά» Η επίσημη πολιτεία, εδώ και πολλά χρόνια, αν εξαιρέσει κανείς τα προγράμματα περιορισμένης χρηματοδότησης που αξιοποιήθηκαν σε προηγούμενες δεκαετίες, για τη δημιουργία κλειστού αριθμού επίσημων σχολικών βιβλιοθηκών στελεχωμένων με βιβλιοθηκονόμους, δυστυχώς απουσιάζει ή υπολείπεται από την εθνική αναγκαιότητα δημιουργίας, εξάπλωσης και ουσιαστικής λειτουργίας οργανωμένων βιβλιοθηκών στους σχολικούς χώρους. Σε μια εποχή που οι συνθήκες ραγδαίας ηλεκτρονικοποίησης έχουν κατακλύσει την καθημερινότητα μικρών και μεγάλων, καθιστώντας την κυριαρχία των εικόνων εθιστική, καθηλωτική και αποσυντονιστική, ο τίτλος ενός αμερικανικού βιβλίου με θέμα «Ας φτιάξουμε ένα Έθνος από αναγνώστες» παίρνει ιδιαίτερο ειδικό βάρος με ανάλογη επιτακτική δρομολόγηση και προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα με κρίσιμες μελλοντικές αντανακλάσεις. Οι οθόνες όλων των ειδών καταπίνουν την ανθρώπινη, τρυφερή, ευαίσθητη υπό ανάπτυξη διάνοια. Χρειαζόμαστε ως δυναμικό αντιστάθμισμα, μια σχέση ζωής καθοριστική για την ποιότητα την προσωπικής ανάπτυξης και εξέλιξης, όπως είναι αυτή με τα βιβλία ανοιχτά, όπως επιθυμούμε να λειτουργούν και τα μυαλά των αυριανών ενηλίκων.
7. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη αύξηση συγγραφέων παιδικών βιβλίων. Διαβάζετε σύγχρονα παιδικά βιβλία και παραμύθια;
Θεωρώ πως η αύξηση της παρουσίας συγγραφέων της λογοτεχνίας για παιδιά και εφήβους, αποτελεί ένα θετικό στοιχείο και ένδειξη ενός ενδιαφέροντος ενθαρρυντικού, τόσο για την ανανέωση των εκπροσώπων τούτου του λογοτεχνικού κόσμου όσο και ευκαιρία εμπλουτισμού θεματολογικά των εκδόσεων στη σύγχρονη εποχή, δημιουργώντας νέα πρόσωπα σύνδεσης και αναφοράς. Αρκετοί είναι οι πολλά υποσχόμενοι συγγραφείς, άντρες και γυναίκες, που προσφέρουν ποιότητα γραφής και ιδεών μέσα από πρωτότυπες πλοκές, δημιουργώντας ένα προσωπικό ύφος, που προσκαλούν το αναγνωστικό κοινό-παιδιών και ενηλίκων να παρακολουθήσει τη διαδρομή της λογοτεχνικής της πένας με τις ευαισθησίες και τα προτεινόμενα αντικείμενα της επικέντρωσής τους. Το παραγόμενο αποτέλεσμα όμως δεν είναι πάντα ποιοτικό. Πολλοί υποτιμούν το παιδικό αναγνωστικό κοινό και την νοημοσύνη του, παραγνωρίζοντας τις αναδυόμενες ψυχοπνευματικές του ανάγκες και το συναισθηματικό του κόσμο, μέσα στη συνθετότητα των προβλημάτων της σύγχρονης πραγματικότητας και το πλαίσιο των φαινομένων της επικαιρότητας που ασκούν τη δική τους επίδραση. Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις νέες εκδόσεις και τα προβαλλόμενα πρόσωπα της λογοτεχνίας για παιδιά και εφήβους, ως δάσκαλος που πήρε πρωτοβουλίες για τη δημιουργία νέων βιβλιοθηκών και των εμπλουτισμό των όποιων ήδη ευρισκόμενων στους χώρους των σχολείων, που υπηρέτησα και υπηρετώ τα τελευταία 32 χρόνια, ως ανήσυχο πρώην μέλος κριτικών επιτροπών για σχετικές ετήσιες βιβλιοπαραγωγές στον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για αρκετά χρόνια, ως βραβευμένου εκπαιδευτικού με το βραβείο Κ. Π Δερμεντζή για την φιλαναγνωστική μου κινητικότητα και πρωτοβουλία το μακρινό 2003, αλλά και ως γονέα που προσπαθεί να συμβάλλει με τον δικό του τρόπο στην οικοδόμηση ουσιαστικής σχέσης του παιδιού του με το βιβλίο γενικότερα. Έχω λοιπόν μια σταθερή σχέση κριτικής ανάγνωσης διαβάζοντας μερικές δεκάδες βιβλίων λογοτεχνίας για παιδιά και νέους κάθε χρόνο.
8.
Ποια είναι
τα σχέδια σας;
Τα τελευταία χρόνια εκπονώ τη διδακτορική μου διατριβή στο ΠΤΔΕ του ΕΚΠΑ με θέμα την αναζήτηση της ταυτότητας του αφηγητή: Από τους λαϊκούς παραμυθάδες στους σύγχρονους ιστορητές και η ενέργειά μου είναι προσανατολισμένη εκεί. Παράλληλα ετοιμαζόμαστε για το 11ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» στο διάστημα 1-8 Αυγούστου στον Άγιο Γεώργιο Νηλείας. Όμως επιθυμώντας να συμβάλω προσωπικά με το δικό μου τρόπο, στους εορτασμούς για τα 200χρονα της Εθνικής Παλιγγενεσίας από το 1821, είδα στο τέλος του Ιουνίου να κυκλοφορεί η τελευταία μου εκδοτική δημιουργία: «Γιάννη Βλαχογιάννη Μνήμη: Από το καριοφίλι στην πένα-Βίωμα-Ιστορία-Λογοτεχνία: 73 ιστορίες μιας ηρωικής εποχής» (Εκδ. Λογότυπο 2021) και δρομολογώ κάποιες αναδυόμενες εκδόσεις ακόμη σχετικά με το σημαντικό εθνικό ορόσημο. Βέβαια δεν ξεχνώ ποτέ τη λαϊκή ρήση: «Όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός γελάει…»
9.
Τί
θα συμβουλεύατε τους μικρούς μας παραμυθάδες, αλλά και τους γονείς τους;
Να
είναι ανοιχτοί στη ζωή όπως και οι ήρωες των λαϊκών παραμυθιών. Να δείχνουν
σεβασμό στο τίποτα, γιατί αυτό πιθανά να τους αποκαλύψει τα πάντα. Να έχουν
κουράγιο και δύναμη μπροστά στις δυσκολίες, γιατί τούτες σμιλεύουν την ποιότητά
του ανθρώπου
Να έχουν πάντα ενεργητική στάση μπροστά σε όλα τα εμπόδια, οι λογής λογής δράκοι φαίνονται φοβεροί μα δεν είναι ανίκητοι, και να έχουν οδηγό το όνειρό τους. Όταν θα έχουν ξεχάσει πιθανά προς τα πού επιθυμούν να κινηθούν, να μην ξεχνούν από πού ξεκίνησαν. Ο δρόμος είναι ανοιχτός και τον φτιάχνει ο καθένας μόνος του, για τον εαυτό του, με τα δικά του υλικά ή με προσεχτικά επιλεγμένες παρέες. Για τους γονείς, ως γονιός κι εγώ ο ίδιος, θα έλεγα πως το να αφουγκράζεσαι το παιδί σου, σε βοηθά να ελπίζεις για ένα καλύτερο αύριο. Να υποστηρίζεις χωρίς να πιέζεις, να ανέχεσαι χωρίς να υποχωρείς. Δεν υπάρχει δυσκολότερη και πιο υπεύθυνη ιδιότητα από αυτή του γονέα. Μια παλιά κινέζικη παροιμία λέει: «Στάσου σαν βουνό, κύλα σαν νερό…» Αυτό προσπαθώ να έχω κατά νου...
10Κλείνοντας
θα θέλαμε να μοιραστείτε μαζί μας μια αφήγηση που αγαπάτε.
Μια φορά κι έναν καιρό, σε έναν τόπο μακρινό, σε ένα δάσος, ένας ελέφαντας κάνει τη βόλτα του και βγαίνει σε ένα ξέφωτο. Βλέπει κάτι που τον παραξενεύει: Ένα κολιμπρί, το πιο μικρό πουλί στον κόσμο, βρίσκεται με την πλάτη στο χώμα και τα πόδια στον αέρα. Σιμώνει και το ρωτάει: «Τι κάνεις αυτού αδερφέ κολιμπρί, με την πλάτη στο χώμα και τα ποδάρια στον αέρα;» Το κολιμπρί γυρίζει, τον κοιτάζει και λέει: «Δεν έφτασαν, ελέφαντα, στα αφτιά σου, που τα έχεις και μεγάλα, τα μαντάτα;» «Ποια μαντάτα;» ρωτά ξανά ο ελέφαντας. «Να! Ακούστηκε μια είδηση στο δάσος, πως θα πέσει ο ουρανός και θα μας πλακώσει!» αποκρίνεται το κολιμπρί. «Κι εσύ τι κάνεις, αυτού με την πλάτη στο χώμα και τα ποδάρια στον αέρα, αδερφέ;» λέει ο ελέφαντας. «Εγώ έχω την πλάτη μου στο χώμα και τα ποδάρια μου στον αέρα, για να μην πέσει ο ουρανός και με πλακώσει στο κεφάλι!» απαντά το κολιμπρί. «Χα, χα!» κάνει ο ελέφαντας. «Και θαρρείς εσύ, πως μπορείς του λόγου σου, με τέτοια λιανοπόδαρα, να κρατήσεις κοτζάμ ουρανό μην πέσει και σε πλακώσει στο κεφάλι;» λέει ο ελέφαντας. Τι ήταν να ακούσει τέτοιες κουβέντες το κολιμπρί. Γυρίζει καρφώνει με μια ματιά τον ελέφαντα και απαντά: «Άκου να σου πω, αδερφέ ελέφαντα! Εγώ αυτά τα ποδάρια έχω, μ’ αυτά θα τον κρατήσω!» Τα λαϊκά παραμύθια είναι τα μικρά ποδάρια των ανθρώπων να κρατήσουν τις δυσκολίες της ζωής αλλά και τα δικά μου στην πορεία μου στον κόσμο. Πότε για να επιχειρώ διαδρομές, πότε για να πατώ σταθερά στη γη και πότε για να κρατάω ασφαλείς αποστάσεις από κακόβουλους «ουρανούς» που επιβουλεύονται αρνητικότητες…
Δημήτρης Β. Προύσαλης: Οι αλήθειες ενός παραμυθά
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ATHENS VOICE
ΣΕΛΙΔΑ-ΣΤΗΛΗ ΒΙΒΛΙΟ 27.02.2021 | 21:33
Επιμέλεια: Εύη Γεωργίου
«Τα λαϊκά παραμύθια μιλούν για τον πυρήνα της ψυχής του ανθρώπου διαχρονικά. Μας θυμίζουν πόσο όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις την ανθρωπιά σου»
Ο αφηγητής Δημήτρης Β. Προύσαλης μιλά για την αξία των λαϊκών παραμυθιών και την ικανότητά τους να παραμένουν επίκαιρα στα ζητήματα του σύγχρονου κόσμου
Άραγε μπορούν τα λαϊκά παραμύθια να αλλάξουν τον τρόπο σκέψης των ενηλίκων; Να ξεμπλοκάρουν το μυαλό σε μια δύσκολη συγκυρία ή ακόμα να δώσουν δύναμη και έμπνευση σε μια κρίσιμη στιγμή; Κι όμως, σύμφωνα με τον αφηγητή κ. Δημήτρη Β. Προύσαλη, τα λαϊκά παραμύθια πολύ συχνά έχουν σαν αποδέκτες ενήλικο κοινό. Παραμύθια που δείχνουν τον δρόμο όταν γύρω μας τα πράγματα δυσκολεύουν. Και ίσως είναι ακόμα πιο χρήσιμα και αποτελεσματικά σε αντίξοους καιρούς και περιόδους κρίσης. Αξιακά συστήματα και φιλοσοφίες ζωής, νοήματα δοσμένα με τόσο απλές λέξεις που εντυπώνονται αμέσως στο μυαλό χωρίς επιτηδευμένες ορολογίες ή μακροσκελείς αναλύσεις. Απλά και ουσιαστικά καταφέρνουν το στόχο τους. Χτυπούν την πόρτα της καρδιάς και τότε ένας ολόκληρος κόσμος ξεδιπλώνεται μπροστά μας έτοιμος να οδηγήσει σε ένα προσωπικό ταξίδι σκέψης, περισυλλογής και ανάπτυξης.
Ο Δημήτρης Β. Προύσαλης έχει πραγματοποιήσει σπουδές στα παιδαγωγικά, στη Βιβλιοθηκονομία, στην Ειδική Αγωγή και μεταπτυχιακές σπουδές στη Λαογραφία ενώ είναι υποψήφιος Δρ. του ΕΚΠΑ. Από το 1988 εργάζεται ως δάσκαλος στη δημόσια εκπαίδευση. Ασχολείται με τη μελέτη, ανάλυση, συλλογή και καταγραφή του λαϊκού παραμυθιού από το 1999. Από το 2003 αφηγείται ιστορίες που αγαπά και ξεχωρίζει από την ανώνυμη προφορική λογοτεχνία, της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς των λαών του κόσμου. Οι πρωτοβουλίες που παίρνει κινούνται πάντα στην ανάδειξη της σημαντικότητας του storytelling, των λαϊκών παραμυθιών και των μύθων στην κοινωνία, στην εκπαίδευση και στον πολιτισμό.
Σύμφωνα με την έρευνά σας όλα αυτά τα χρόνια, τα λαϊκά παραμύθια πρωτοφτιάχτηκαν έχοντας σαν αποδέκτη ενήλικο κοινό;
Τα λαϊκά παραμύθια αποτελούν τη συλλογική ανάσα αλλά ταυτόχρονα και μνήμη του κόσμου, που προσπάθησε να εκφράσει την πνευματική και ψυχοκοινωνική του αντίληψη για το σύνολο των ανθρώπινων σχέσεων, δημιουργώντας προσομοιώσεις καταστάσεων πραγματικών, σε επίπεδο όμως φαντασιακό και μεταφορική λειτουργία. Αν παρατηρήσει κανείς το εύρος των ζητημάτων που θίγουν ή πραγματεύονται τα παραμύθια των λαών, θα διαπιστώσει πως στο μεγαλύτερο μέρος τους αφορούν κυρίως στις σχέσεις μεταξύ ενηλίκων, καλύπτοντας το σύμπαν της ενήλικης αλληλεπίδρασης. Υπήρχαν βέβαια και ιστορίες που βοηθούσαν τους μικρότερους να μεγαλώσουν, όμως ο κύριος όγκος της μυθοπλασίας απευθυνόταν σε όσους βρίσκονταν σε μια πορεία μύησης στη ενήλικη ζωή, σε εκείνους που έπρεπε να βρουν ισορροπίες εντός και εκτός της οικογένειας, στην συμβίωση του κοινοτικού περιβάλλοντος σε φίλια ή εχθρικά πλαίσια και συνθήκες, υπηρετώντας την προσωπική ανάπτυξη και στηρίζοντας την κοινωνική συνοχή. Η παιδικότητα ως έννοια που βρίσκει ιδιαίτερη θέση στην κοινωνία αποτελεί μια νεότερη ανακάλυψη. Το γεγονός πως αποτελούν αντικείμενο προσέγγισης από την λαογραφία, την ανθρωπολογία, την ψυχολογία και ψυχανάλυση την εκπαίδευση, αλλά και πεδίο έμπνευσης για το σύνολο των τεχνών, σηματοδοτεί ένα άλλο ειδικό βάρος σε ένα είδος παρεξηγημένο και ταυτισμένο στη συνείδηση του πλατύ κοινού με την παιδική ηλικία.
Μπορείτε να μας διηγηθείτε ένα παραμύθι μέσα σε λίγες φράσεις που θα μπορούσε να δώσει δύναμη εν καιρώ πανδημίας;
Θα σας πω μιαν ιστορία που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή μου «Παραμύθια λαϊκά ενάντια σε δύσκολους καιρούς»: Σε ένα δάσος, μια μέρα ξεσπάει μια φωτιά που αρχίζει να απλώνεται κατακαίγοντας τον τόπο και σκορπίζοντας την καταστροφή αλλά και τον πανικό στα ζώα που τρέχουν να σωθούν μέσα σε πόνο και φόβο. Μια ομάδα ζώων που τρέχει μακριά από τη φωτιά έχοντας μπροστάρη έναν ελέφαντα φτάνει σε ένα ξέφωτο. Ο ελέφαντας αντικρίζει κάτι παράξενο. Ένα κολιμπρί, το πιο μικρό πουλί στον κόσμο, ορμά σε μια λακκούβα με νερό, παίρνει δύο στάλες νερό-τόσες χωρά στο στόμα του-και χύνεται κόντρα στη φωτιά. Τις πετά ενάντιά της, και ξαναβουτά στη λακκούβα για άλλες δυο στάλες κάνοντας το ίδιο ασταμάτητα. Ο ελέφαντας του φωνάζει πως δε θα τα καταφέρει, πως πρέπει να φύγει να σωθεί. Το κολιμπρί αποκρίνεται «Δεν ξέρω αν θα κατορθώσω να σβήσω τη φωτιά, αλλά εγώ κάνω αυτό που μου αναλογεί».
Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι ιστορίες που δημιουργήθηκαν πολλούς αιώνες πριν, είναι εξαιρετικά επίκαιρες στα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος κόσμος;
Τα λαϊκά παραμύθια μιλούν για τον πυρήνα της ψυχής του ανθρώπου διαχρονικά. Μας αποκαλύπτουν τις βασικές της ανάγκες, για αποδοχή, ασφάλεια, ψυχοσυναισθηματική ισορροπία, για δίκαια μεταχείριση απέναντι στο νόμο, το δικαίωμα να απολαμβάνει τον κόπο της εργασίας του, την αναγκαία αναζήτηση του άλλου του μισού. Αποτελούν στην ταπεινότητά τους μια ιδιότυπη πυξίδα στο χάρτη της ανθρώπινης εμπειρίας, απεικονίζοντας συμβολικά και υπό την ασφάλεια της σύμβασης του ψέματος την ίδια τη ζωή στην ολότητά της. Μας θυμίζουν πόσο όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις την ανθρωπιά σου. Η ουσία των σχέσεων παραμένει ίδια, μόνο οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και τα ιστορικά πλαίσια αλλάζουν. Οι συμπεριφορές αυτές, αρνητικές και θετικές επαναλαμβάνονται σ’ αυτήν την αέναη κίνηση του ανθρώπινου είδους, πότε προς τα εμπρός σκορπίζοντας το φως και πότε οπισθοχωρώντας στο σκοτάδι, και μια ματιά στην Ιστορία ή στο σύγχρονο κόσμο θα μας πείσει. Σε μια πρόσφατη συλλογή μου, «Παραμύθια λαϊκά για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: ιστορίες οικολογικής ευαισθητοποίησης» η ύβρις της προσβολής του περιβάλλοντος και το χάσιμο του μέτρου από τον άνθρωπο-κάποια από τα αναδυόμενα ζητήματα-αποτυπώνονται σε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αφηγήσεις τόσο παλιές αλλά ταυτόχρονα τόσο σύγχρονες. Σε μια από αυτές, ένας σοφός τρελός μεγάλης ηλικίας αγοράζει δεντράκια και τα φυτεύει στο χωράφι του. Ο κόσμος μαζεύεται γύρω και τον κοροϊδεύει. Όταν κάποιος τον ρωτά κοροϊδευτικά γιατί φυτεύει δέντρα που δεν θα προλάβει ποτέ να δοκιμάσει τους καρπούς τους, ο Νασρεντίν απαντά: «Μας δε σας πέρασε από το μυαλό πως μπορεί να φυτεύω για την επόμενη γενιά;»
Βάσει της μελέτης που έχετε κάνει, η προφορική αφήγηση έχει χρησιμοποιηθεί σε παλαιότερους αιώνες, για να εμψυχώσει τους ανθρώπους ώστε να αντιμετωπίσουν μια δύσκολη πραγματικότητα;
Η ετυμολογική ερμηνεία της παραμυθίας, από το ρήμα «παραμυθέομαι-παραμυθούμαι» παίρνει τη σημασία της προτροπής, παρακίνησης, παρηγοριάς, καταπράυνσης-μετριασμού, εξήγησης-διασάφησης της δυσκολίας, συμβουλής και υποστήριξης. Όλα τα προηγούμενα αποτελούν συστατικά στοιχεία εμψύχωσης, για να σταθεί ο άνθρωπος απέναντι σε αυτό που φαίνεται απειλητικό και τον ξεπερνά, στις λογής λογής κρίσεις κάθε εποχής, στις ποικίλες καταστροφές, τα αδιέξοδα που του μελλόταν να ζήσει χωρίς να είναι επιλογή του αλλά τα προκαλούσαν αποφάσεις άλλων ή συλλογικές συνέπειες. Αναφέρονται πολλές περιπτώσεις εμψυχωτικής χρήσης της προφορικής αφήγησης από τον Κολοκοτρώνη που χρησιμοποιούσε μύθους πριν από τις μάχες καθώς και λαογραφικές αναφορές για την αφήγηση μετά τις μάχες στα κρητικά συντάγματα που συμμετείχαν στην Μικρασιατική εκστρατεία. Ανάλογα με το περιεχόμενο της ιστορούμενης υπόθεσης, η σύμβαση της ψυχαγωγίας γινόταν άδηλη παρέμβαση συμβουλευτικής με έμμεση θεραπευτική αντανάκλαση, και άλλοτε συνέβαλε στην αποθεραπεία, όπως αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα για την αφήγηση μύθων στους τραυματισμένους Αχαιούς. Σε μια παραλλαγή της ιστορίας του κολιμπριού, ένας ελέφαντας κάνοντας βόλτα σε ένα δάσος αντικρίζει ένα κολιμπρί με τα πόδια στον αέρα, την πλάτη στο χώμα. Το ρωτά τι κάνει με τα πόδια ψηλά και το κολιμπρί απαντά πως ακούστηκε η είδηση πως θα πέσει ο ουρανός στο κεφάλι τους και πως σηκώνει τα πόδια για να τον κρατήσει! Όταν ο ελέφαντας απορεί πώς θα μπορέσει να κρατηθεί κοτζάμ ουρανός με τα λιανοπόδαρα του κολιμπριού, το μικρό πουλί απαντά «Αυτά τα ποδάρια έχω, μ’ αυτά θα τον κρατήσω!» Τα παραμύθια, είναι διαχρονικά τα «ποδάρια» του ανθρώπου να αντιμετωπίζει τη ζωή στις δυσκολίες της αλλά και να ανακαλύπτει τις ουσιαστικές χαρές της….
Ποια χαρακτηριστικά πρέπει να συγκεντρώνει ένας καλός αφηγητής;
Πρέπει πάντα να θυμάται πως οι ιστορίες που αφηγείται τον ξεπερνούν και η συνάντησή τους μαζί του είναι μια στιγμή μονάχα από το αέναο ταξίδι τους. Να βάζει τον εαυτό του στην υπηρεσία τους, έχοντας κατά νου μια «ανομολόγητη» αποστολή, να γίνει ένας δυναμικός ενδιάμεσος ανάμεσα στο «Μια φορά κι έναν καιρό…» και στο «εδώ και τώρα» των σύγχρονων συνθηκών επιλέγοντας προσεκτικά τα θέματά του με στόχο να κερδίσει το είδος περισσότερους φίλους, ενήλικους και μη. Να αναδεικνύει έτσι τη σημαντικότητα της προφορικής αφήγησης, αφού το ακροατήριο είναι βασικός παράγοντας της αφηγηματικής σχέσης. Να αφουγκράζεται τα μηνύματα των υποθέσεων και να έχει κριτήρια ποιοτικά, αισθητικά και κοινωνικά για το τι πρέπει και μπορεί να ακουστεί, πότε, πού και σε ποιους. Να μοιράζεται τις ιστορίες με την καρδιά του ανοιχτή, με τη βεβαιότητα πως χρησιμοποιεί ψέματα που κρύβουν μεγάλες αλήθειες οι οποίες δεν μπορούν να ακουστούν αλλιώς και βέβαια να βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία αυτοβελτίωσης και μελέτης.
Έχετε συμμετάσχει σε πολλά φεστιβάλ αφήγησης στην Ελλάδα και όχι μόνο. Πόσο συχνά στις αφηγήσεις σας έχετε ακροατήριο ενήλικο κοινό;
Τόσο στο δικό μας, το Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» που έκλεισε δέκα χρόνια τον Αύγουστο του 2020, καθώς και το «Αθήνα… μια πόλη παραμύθια», όσο και στα Φεστιβάλ του Μόντρεαλ στον Καναδά, της Ουαλίας και της Κύπρου όπου συμμετείχα ως προσκεκλημένος αφηγητής, οι παραστατικές αφηγήσεις που απευθύνονται σε ενήλικο ακροατήριο κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο στα προγράμματά τους. Άλλες φορές οι ενήλικοι συνοδεύουν τα παιδιά τους σε ανάλογες θεματικές της ηλικίας τους, όπου περνούν εξίσου καλά, και άλλες φορές οι αφηγήσεις συνήθως σε πιο βραδινές ώρες αφορούν αποκλειστικά ενήλικο κοινό. Η λέσχη Αφήγησης Αθήνας «Μοιράσου και εσύ μια ιστορία» από το 2016 έχει ακροατήριο σχεδόν αποκλειστικά ενήλικο κοινό. Μόνο αν κάποιος βρεθεί σε μια παράσταση αφήγησης, μπορεί να καταλάβει τη λειτουργία της επενέργειας και τι δημιουργείται ως εμπειρία μέσα από την απλότητα και την οικειότητα του ανθρώπινου λόγου που δοκιμάστηκε από τον χρόνο και τον νίκησε.
Σε καιρούς πανδημίας το διαδίκτυο δίνει διέξοδο ακόμα και στις αφηγήσεις;
Η ζωντανή αφήγηση δεν έχει ταίρι και φτιάχνει μια μοναδική ατμόσφαιρα διάθεσης, λόγου, συναισθημάτων, ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό κάθε φορά συναπάντημα εσωτερικού διαλόγου, ανθρώπινης παρουσίας και ενέργειας μέσω μιας εξώστρεφης κοινωνικής και επικοινωνιακής δραστηριότητας που συναντά την προσωπική εμπειρία του καθενός και τη νοηματοδοτεί, ξαναφτιάχνοντας τον κόσμο. Το διαδίκτυο είναι ένα αναγκαίο μέσο, πολλές φορές άβολο, αλλά στις παρούσες συνθήκες χρήσιμο προκειμένου να μη σταματήσουν να ακούγονται ιστορίες έστω από απόσταση, μέχρι να αποκατασταθεί η κανονικότητα των αφηγήσεων που προϋποθέτουν τη συλλογική συμμετοχή, τον κοινωνικό χώρο συνεύρεσης και την εγγύτητα, δηλαδή την αναντικατάστατη ζωντανή συνθήκη. Πρόσφατα αφηγήθηκα διαδικτυακά στην Ινδία για ενήλικο κοινό, την ιστορία του βασιλιά Ερυσίχθονα από την ελληνική μυθολογία.
Δώστε μας ένα παράδειγμα σύντομου λαϊκού παραμυθιού για την υπομονή και την δύναμη με την οποία αντιμετωπίζουμε μια κρίση και την ξεπερνάμε.
Σε έναν τόπο που έχει χτυπηθεί από την καταστροφή, φεύγουν όχι μόνο οι άνθρωποι αλλά και τα ποντίκια που ταξιδεύουν μέσα στη νύχτα. Ένας ασκέρι ποντικών κάνει το δικό του ταξίδι έχοντας στο τέλος πίσω πίσω δυο ποντικούς νέους στα χρόνια. Αυτοί παίζοντας και χαζεύοντας αποκόβονται από τους υπόλοιπους και μυρίζονται νερό μέσα στη νύχτα. Ανακαλύπτουν ένα πηγάδι, πέφτουν μέσα και διασκεδάζουν παίζοντας και ξεδιψώντας. Όταν αποφασίζουν να ανέβουν, παγιδεύονται στο πηγάδι καθώς οι τοίχοι του σκεπάζονται με γλίτσα από την υγρασία. Φωνάζουν για βοήθεια, οι φωνές τους φτάνουν στο ασκέρι που επιστρέφει και βρίσκει το πηγάδι. Όταν οι δυο ποντικοί προσπαθούν να ανέβουν μάταια, οι δικοί τους φωνάζουν πως ο κόπος τους είναι άδικος, θα προσπαθήσουν μάταια, πως δεν θα τα καταφέρουν, πως το πηγάδι είναι βαθύ, η άκρη του ψηλά, πως δεν θα τα καταφέρουν. Ο ένας από τους παγιδευμένους ακούει τα λόγια τους, δειλιάζει και αφήνεται να πνιγεί. Ο άλλος όμως είναι κουφός! Βλέπει τις αντιδράσεις των δικών του από ψηλά και πιστεύει πως τον ενθαρρύνουν. Όταν μετά από πολλές προσπάθειες τα καταφέρνει, ευχαριστεί τους άλλους ποντικούς για τη βοήθεια της ενθάρρυνσης. Οι δικοί του λένε πως από τύχη τα κατάφερε, πως δεν έπρεπε να ξεκινήσει καθόλου. Ο ποντικός μονολογεί πως καμιά φορά είναι καλό να είναι κανένας κουφός και να μην ακούει τα λόγια εκείνων που σπέρνουν την απελπισία, την καταστροφή και το κακό και πώς όταν δεν υπάρχει κανένας να σε βοηθήσει, εσύ να πιστεύεις πως μπορεί να βρεθεί έστω κι ένας που να θέλει να σταθεί στο πλευρό σου…
«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/culture/book/703843_dimitris-proysalis-oi-alitheies-enos-paramytha»
Ευρεία κοινωνική δραστηριότητα αναπτύσσει ο Δημήτρης
Προύσαλης σε ευπαθείς ομάδες
Τελευταία ενημέρωση: 2021-01-04, 17:11:21
Παραμύθια σε δύσκολους καιρούς αφηγείται,
κυριολεκτικά, ο Δημήτρης Προύσαλης, εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής από τον Αγιο
Γεώργιο Νηλείας, «ψυχή» της μη κερδοσκοπικής «Παραμύθια και Μύθοι στου
Κένταυρου τη ράχη», προσφέροντας βάλσαμο ψυχής σε ευπαθείς ομάδες. Με την
βοήθεια του διαδικτύου, ακόμη και σε καιρό καραντίνας, προσεγγίζει με ευαισθησία
και ισχυρό αίσθημα κοινωνικής προσφοράς, άτομα διαφόρων ηλικιών, ενήλικες και
παιδιά, ανοίγοντας παράθυρο ελπίδας.
«Ψυχή» του φεστιβάλ «Παραμύθια και μύθοι
στου Κενταύρου τη ράχη», δίνει δυναμικό παρών στο πεδίο του εθελοντισμού και
της κοινωνικής προσφοράς, επισημαίνοντας στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ ότι «η
συνεργατική συνάντηση φυσικών προσώπων με συλλογικούς φορείς, όπως τον
Πολιτιστικό Σύλλογο Αγίου Γεωργίου Νηλείας «Ο Κένταυρος» και την ΠΗΛΙΟΝ ΟΡΟΣ,
δημιουργεί τα τελευταία δέκα χρόνια μια αξιοσημείωτη κινητικότητα που
εκπορεύεται από την πίστη στην αξία του λαϊκού πολιτισμού και δρομολογεί μια
πολύμορφη δραστηριότητα σε πολλά διαφορετικά επίπεδα και χώρους».
Στις δραστηριότητες κοινωνικής -
ανθρωπιστικής παρέμβασης συμπεριλαμβάνεται η συνεργασία με την ΑΜΚΕ ΙΑΣΙΣ, έναν
Φορέα Ψυχικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, ο οποίος υποστηρίζει ψυχοκοινωνικά
ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και παρέχει εκπαίδευση σε επαγγελματίες των
ανθρωπιστικών επιστημών.
Στο πρόγραμμα «Παραμύθια ενάντια σε
δύσκολους καιρούς», με αφηγητή τον Δημήτρη Προύσαλη, συμμετέχουν 15 ενήλικοι με
ψυχικά προβλήματα που συναντώνται διαδικτυακά μία φορά την εβδομάδα, για να
παρακολουθήσουν αφήγηση με στοχευμένο θεματικό άξονα ανά μήνα. «Οι ψυχολόγοι
και κοινωνικοί λειτουργοί του φορέα, διευθύνουν τη συζήτηση που αναδύεται από
τις σκέψεις και τις γνώμες των συμμετεχόντων και εκμαιεύεται ένα συνολικό
συμπέρασμα, παίρνοντας υπ’ όψη τους προβληματισμούς της ομάδας. Στην
αναστοχαστική διαδικασία λαμβάνει μέρος και ο αφηγητής» εξηγεί ο Δημήτρης
Προύσαλης.
Η συνεργασία ξεκίνησε με χρονική έκταση
τριών μηνών, από τον Δεκέμβριο του 2020 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2021, με
συγκινητική ανταπόκριση να καταγράφεται από την πλευρά των συμμετεχόντων.
Για παιδιά και εφήβους
Η άδηλη συμβουλευτική - θεραπευτική
λειτουργία του παραμυθιού, εξάλλου, υπήρξε μια βασική συνιστώσα του
Προγράμματος Κοινωνικής Δράσης «Τα παραμύθια του Εθνικού» με επίφαση την
ψυχαγωγία, που υλοποιήθηκε στην πενταετία 2015 - 2020 και απευθύνονταν σε
ευπαθείς ομάδες όλων των ηλικιών και χαρακτηριστικών.
Ομάδες ΑμεΑ παιδιών, εφήβων και ενηλίκων,
κακοποιημένα και ορφανά παιδιά, παιδιά που έχουν βρει φιλόξενη αγκαλιά στο
«Χαμόγελο του παιδιού», άτομα τρίτης ηλικίας σε ιδρύματα και φορείς βοήθειας
ανθρωπιστικής, ιδρύματα κλειστής και ανοιχτής φροντίδας, πρόσφυγες, άτομα και ομάδες
σε απεξάρτηση, εκπαιδευτικοί φορείς κατάρτισης και επιμόρφωσης για την
επανένταξη ευπαθών ειδικών ομάδων, ωφελήθηκαν τα μέγιστα από το συγκεκριμένο
πρόγραμμα, όπου συμμετείχε ο Αϊγιωργίτης προφορικός αφηγητής, ως εκπρόσωπος της
μη κερδοσκοπικής εταιρίας «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη».
Θεραπευτική η αφήγηση
Θεραπευτική η προφορική αφήγηση, ειδικά
στην περίοδο της πανδημίας, με τον κ. Προύσαλη να επισημαίνει ότι: «Η
λειτουργία της αφήγησης θεραπευτικά, είναι παμπάλαιη και διαχρονική. Στην Ιλιάδα
ήδη ο Ομηρος αναφέρει πως οι πληγωμένοι Αχαιοί γίνονταν καλά με την αφήγηση
μύθων, ο Κασομούλης στα απομνημονεύματά του αναφέρει την αφήγηση μύθων από τον
Θεόδωρο Κολοκοτρώνη πριν την επερχόμενη μάχη και μετά από αυτήν. Η Ε. Φραγκάκη,
μιλά για τη χρήση της αφήγησης παραμυθιών στα κρητικά εκστρατευτικά συντάγματα
μετά τις μάχες στο μικρασιατικό μέτωπο ως μέσο για το μέρωμα της ανταριασμένης
ψυχής των στρατιωτών».
Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι υπάρχουν
εξαιρετικές ιστορίες που εκπλήσσουν για την αμεσότητα και τη θεματική τους
συμβατότητα, με αυτό που ζει ο κόσμος μας στην πανδημία. «Κι αυτό θα περάσει…»,
«Κάνω αυτό που μου αναλογεί» είναι ορισμένοι τίτλοι ιστοριών που ανοίγουν
δρόμους ελπίδας και είναι εξαιρετικά επίκαιρες στην περίοδο της πανδημίας.
Ως εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής αναπτύσσει
δημιουργικούς δρόμους επικοινωνίας με τους μαθητές του και όπως επισημαίνει «ο
χρόνος είναι πολύ πιεστικός στο τμήμα ένταξης όπου εγώ υπηρετώ. Η προτεραιότητα
δίνεται σε άλλες επικεντρώσεις καθαρά παρεμβατικού τύπου σε επίπεδο διορθωτικής
διδασκαλίας. Κάποιες φορές αξιοποίησα την αφήγηση λαϊκών παραμυθιών για να
απαλύνω την ένταση ορισμένων μαθητών, να τους βοηθήσω μέσω της ενσυναίσθησης να
αντιληφθούν και να κατανοήσουν λάθη στην επιθετική συμπεριφορά τους προς
συμμαθητές τους».
Η πανδημία, ωστόσο, του στέρησε την
ζωντανή επαφή μαζί τους, όπως ομολογεί.
Γενναιόδωρη κοινωνική
προσφορά
Προφορικός αφηγητής με διαρκή διάθεση
προσφοράς, συνεργάστηκε με το Διαπολιτισμικό Κέντρο του Ελληνικού Συμβουλίου
για τους Πρόσφυγες «Πυξίδα», πραγματοποιώντας εβδομαδιαίες αφηγήσεις τον
Ιανουάριο του 2020 με τον τίτλο «Παραμύθια Πυξίδα του Κόσμου, παραμύθια πορεία
στον κόσμο» σε κεντρικό αθηναϊκό βιβλιοπωλείο.
Συμμετείχε, επίσης, σε φεστιβάλ με
πανελλαδικό και διεθνή χαρακτήρα, πήρε μέρος στη δράση «Ιστορίες μιας ανάσας
και στοχασμοί για την προφορική αφήγηση», που διοργάνωσαν το Εργαστήριο Λόγου
και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και ο Πανελλήνιος Ομιλος Φίλων
Αφήγησης, τον περασμένο Ιούλιο και σε δεκάδες ακόμη δραστηριότητες, με φορείς
εγνωσμένης αξίας, καταθέτοντας, μέσα από την δραστηριότητά του, καινοτόμες
προτάσεις που ενσωματώνουν την προφορική αφήγηση στην εκπαίδευση.
Συγγραφική
προσφορά για καλό σκοπό
Σύμφυτη η αφηγηματική και συγγραφική του
διαδρομή με την μη κερδοσκοπική εταιρεία «Παραμύθια και μύθοι στου Κενταύρου τη
ράχη», που αποτελεί την συνάντηση φυσικών προσώπων με τον Πολιτιστικό Σύλλογο
Αγίου Γεωργίου Νηλείας «Ο Κένταυρος» και την «Πήλιον Ορος».
Πολυγραφότατος με έντονη συγγραφική
δραστηριότητα, επιμελήθηκε τη συλλογική έκδοση «Μύθοι, Θρύλοι, παραδόσεις σαν
παραμύθια», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Απόπειρα» και είναι αφιερωμένη στο
θέμα της Παγκόσμιας Ημέρας Αφήγησης του 2019 «Μύθοι-Θρύλοι-Επη».
Την σφραγίδα του φέρει επίσης η δεύτερη
έκδοση της συλλογής «Παραμύθια λαϊκά ενάντια σε δύσκολους καιρούς», που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Εύμαρος», και τα έσοδα του Αϊγιωργίτη συγγραφέα
Δημήτρη Β. Προύσαλη παραχωρούνται ευγενικά, εσαεί, στον Σύλλογο Μεταμοσχευμένων
Καρδιάς - Πνευμόνων «Η Σκυτάλη».
Ανάλογη η κοινωνική «αποστολή» της έκδοσης
«Παραμύθια λαϊκά βγαλμένα απ’ της ζωής το Αχ!», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
«Λογό – τυπο», όπου τα έσοδα του συγγραφέα, εσαεί, παραχωρούνται ευγενικά στον
Σύλλογο Γονιών Παιδιών με Νεοπλασματική Ασθένεια «Φλόγα».
Επίσης και στην έκδοση «Παραμύθια λαϊκά
για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: Ιστορίες οικολογικής ευαισθητοποίησης», που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Εύμαρος», τα έσοδα του ιδίου συγγραφέα
παραχωρούνται, ευγενικά, εσαεί στο Ιδρυμα «Ασπρες πεταλούδες» του Βόλου.
Στόχοι για την
καινούργια χρονιά
Με σημαντική προφορά στη λέσχη αφήγησης
της Αθήνας, δεν παραλείπει να υπογραμμίσει ότι: «Στηρίζουμε επίσης την
αντίστοιχη λέσχη αφήγησης Βόλου με τη συνεργασία της Μαγνήτων Κιβωτός που κι
αυτή διέκοψε τη λειτουργία της».
Σε πείσμα της πανδημίας, συνεχίζει τις
δημιουργικές του δραστηριότητες, με την βοήθεια του διαδικτύου.
«Η καινούργια χρονιά ξεκίνησε με την
συμμετοχή του Κένταυρου στη διαδικτυακή πρωτοβουλία της Δημοτικής Βιβλιοθήκης
Πτολεμαΐδας «Ιστορίες στον Αέρα-Storiesonair» και τη συμμετοχή στο 7ο Φεστιβάλ
Παραμυθιού και Αφήγησης Κύπρου, επίσης διαδικτυακά. Δρομολογούμε επίσης την
επαναλειτουργία της Λέσχης Αφήγησης Αθήνας με υιοθέτηση σχετικής πλατφόρμας»,
επισημαίνει.
Εχοντας ως επίκεντρο την προφορική
αφήγηση, και την διάθεση για εθελοντική προσφορά, ατενίζει με θετική σκέψη και
αισιοδοξία την καινούργια χρονιά που ανέτειλε, με την ελπίδα ότι θα αποτελέσει
το εφαλτήριο για την επιστροφή στην κανονικότητα, με ακόμη περισσότερες
ευκαιρίες για πολιτιστική επικοινωνία.
Πλούσιο βιογραφικό
Ο Δημήτρης Προύσαλης, που κατάγεται από
τον Αγιο Γεώργιο Νηλείας, σπούδασε παιδαγωγικά, γενική - ειδική αγωγή,
βιβλιοθηκονομία και Λαογραφία και είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο ΕΚΠΑ.
Ασχολείται με την έρευνα, καταγραφή και
μελέτη του λαϊκού παραμυθιού από το 1999. Αφηγείται ιστορίες της λαϊκής
προφορικής λογοτεχνίας από το 2003 στην Ελλάδα και το εξωτερικό και έχει
συνεργαστεί με πλήθος φορέων, σωματείων και οργανισμών δημοσίων και ιδιωτικών.
Συμμετείχε σε διεθνή και πανελλήνια
συνέδρια, ημερίδες, συμπόσια για τη δυναμική του λαϊκού παραμυθιού και τη
σημαντικότητα της αφήγησης στην εκπαίδευση, τη θεραπεία, τον πολιτισμό, με
εισηγήσεις που συμπεριλαμβάνονται στα αντίστοιχα πρακτικά.
Είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του
Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου «Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη» με τη
συνεργασία τοπικών φορέων, και του Φεστιβάλ Αφήγησης «Αθήνα... μια πόλη
παραμύθια» με τη συνεργασία του ΟΠΑΝΔΑ, αφιερωμένο στην Παγκόσμια Ημέρα
Αφήγησης.
Εχει εκδώσει 18 βιβλία με παραμυθολογικό
περιεχόμενο, είναι συνιδρυτικό μέλος της Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας «Παραμύθια
και μύθοι στου Κενταύρου τη ράχη» και του Σωματείου «Διαβάζοντας μεγαλώνω», και
τακτικό μέλος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας.
Συνέντευξη στη Σοφία Καλμανίδου STORIESONAIR 2/1/2021
-Καλώς ορίσατε στις ιστορίες στον αέρα! Καλώς
ορίσατε στη Δημοτική Βιβλιο-θήκη Πτολεμαΐδας. Είναι μεγάλη η χαρά και η τιμή να
σας έχουμε σήμερα μαζί μας! Η προσπάθειά μας να συγκεντρώσουμε ένα αναλόγιο
ιστοριών και παρα-μυθιών με κέντρο την ευχή θα ήταν αδόκιμη αν δεν την
αγκαλιάζατε και δεν της δίνατε υπόσταση με την παρουσία σας. Σας είμαστε βαθειά
ευγνώμονες…
-Καλώς ανταμωθήκαμε!
-Ας ξεκινήσουμε την συζήτησή μας από τον
πυρήνα όλου αυτού του εγχειρήματος. Από την ευχή όπως την συναντάμε στην λαϊκή
παράδοση και τα παραμύθια. Τι ακριβώς
εκφράζει η ευχή, τι δύναμη κρύβει και τι
μπορεί να μας αποκαλύπτει για τον άνθρωπο και τον κόσμο του;
-Ως έκφραση του λαϊκού
ανθρώπου μαζί με τις κατάρες-αρνητική όψη της ευχής- οι ευχές μοιάζουν με
μικρές επωδές (ξόρκια) και γίνονται
στοιχεία-φράσεις μέσα από τα οποία αποκαλύπτεται η σκέψη του κάθε λαού, οι αντιλήψεις και οι
κοινωνικές συνθήκες ζωής του, που ασκούν επιρροή και διαμορφώνουν τον
ψυχολογικό και συναισθηματικό του κόσμο. Χρησιμοποιούνται σε στιγμές
ψυχολογικών φορτίσεων, εξάψεων και
συγκινήσεων και η λογική της έκφρασής τους επιθυμεί να ζητήσει την πραγμάτωση ή
εκπλήρωση μιας θετικής ή αρνητικής ενέργειας μέσα από το μαγικό λόγο, αφού το
ίδιο το πρόσωπο αδυνατεί από μόνο του να πράξει την επιθυμούμενη μεταβίβαση. Η
παρουσία των ευχών είναι διαχρονική και σύμφυτη με την ανθρώπινη ζωή από την
αρχαιότητα και καθορίζονται από το χρόνο, τη στιγμή του βίου, τη συγκυρία, τη
διάθεση και τη συνθήκη μέσα στην οποία εκδηλώνονται. Εκφράζουν τόσο την
καθημερινότητα, τις ανάγκες και ιδιαιτερότητες που αυτή παρουσιάζει, όσο επίσης
τις ξεχωριστές στιγμές που παίρνουν έναν πιο επίσημο και γιορταστικό χαρακτήρα
στην ατομική ή συλλογική ζωή του ανθρώπου.
-Επιλέξατε
κύριε Προύσαλη μία ιστορία από το Ινδικό έπος Μαχαμπαράτα. Με ποια κριτήρια
κάνατε αυτή την επιλογή;
-Η επιλογή της συγκεκριμένης ιστορίας έχει καθαρά συμβολικό χαρακτήρα. Ουσια-στικά θέλει να μεταφέρει το μήνυμα της δύναμης της αγάπης, αλλά κυρίως τη δύναμη της ζωής που επιθυμεί να στεριώσει νικώντας τον Θάνατο. Το έμπα του καινούργιου χρόνου που αριθμολογικά προσδιορίζεται ως 2021, η συγκεκριμένη ιστορία φέρνει στις παρούσες συνθήκες της πανδημίας την ευχή, να νικήσει η δύναμη της ζωής-με την επιμονή και τη δύναμη που οφείλει να επιδείξει ο άνθρωπος: Τη συνειδητή του στάση απέναντι στην απειλή που σκορπά κυριολεκτικά αλλά και μεταφορικά το θάνατο σε ένα πλήθος μορφών της ζωής του,ψυχικά, συναισθηματικά, κοινωνικά, επικοινωνιακά, παραγωγικά, οικονομικά. Ένας παραμυθάς είναι ένας κοινωνικός συνομιλητής και οφείλει να τοποθετείται για όσα συμβαίνουν στο σήμερα, βγαίνο-ντας στο κέντρο του λόγου και μιλώντας μέσα από ιστορίες που διαλέγει.
-Θα θέλαμε να
κάνουμε μια μικρή αναδρομή στην πλούσια αφηγηματική σας πορεία και να σας
ρωτήσουμε πότε ξεκινήσατε να λέτε παραμύθια;
-Ξεκίνησα την αφήγηση συγκροτημένα και με
επαγγελματικές βλέψεις το 2003, μετά από
ένα σεμινάριο στην Αθήνα. Πριν από τότε έλεγα μέσα στην τάξη ιστορίες ως
δάσκαλος με διάφορες αφορμές που συνδέονταν με τα μαθήματα και τις διδακτικές
ανάγκες κάθε φορά, αλλά σίγουρα όχι με το βάθος και τη συνείδηση που απέκτησα
αργότερα. Κυρίως μέσα από την ανάγκη να βρω ένα εκπαιδευτικό εργαλείο.
Δεκα-οκτώ χρόνια μετά, έχω μεταπτυχιακό
δίπλωμα στη Λαογραφία με θέμα την αφήγηση και είμαι Υπ. Δρ Λαογραφία του ΠΤΔΕ
ΕΚΠΑ με θέμα την αναζήτηση της ταυτότητας του αφηγητή, από τους παραδοσιακούς λαϊκούς
στους σύγχρονους αφηγητές. Μιλώ επιστημονικά σε συνέδρια έχω κυκλοφορήσει,
δεκαοκτώ συνολικά βιβλία με παραμυθολογικό περιεχόμενο, με πιο πρόσφατο τη
συλλογή «Παραμύθια λαϊκά για να σώσουμε το Μεγάλο μας Σπίτι: Ιστορίες
οικολογικής ευαισθητοποίησης», θύμα της καραντίνας, αφού απόμεινε αιχμάλωτο
εντός βιβλιοδετείου: Αυτό δεν μπορεί να κυκλοφορήσει κι εμείς δεν μπορούμε να
το χαρούμε. Από τη Δευτέρα 4 Ιανουαρίου στον ιστότοπο των εκδόσεων www.evmarosbooks.gr
-Ποια ήταν μέχρι τότε η σχέση σας με τα
παραμύθια;
-Ήταν ακούσματα
οικογενειακά, ιστορίες του Αισώπου από τον πατέρα μου, μια θεία παραμυθού στο
χωριό και αφηγήσεις κάτω από την κληματαριά τα καλοκαίρια και διαβάσματα ως παιδί
και ενήλικος. Πήρα ως δώρο την πρώτη μου συλλογή το 1973. Ήμουν οκτώ ετών.
Λεγόταν «Ιστορίες σαν παραμύθια» της Φανής Παπαλουκά από τις εκδόσεις ΑΣΤΕΡΟΣ,
κυκλοφορεί ακόμα.
-Τι σημαίνει παραμύθι για τον Δημήτρη
Προύσαλη και τι αφήγηση;
-Σημαίνει καράβι & ταξίδι μαζί, μια ματιά στο άθωρο που
νίκησε το χρόνο και ξεπέρασε τα στενά όρια τοπογεωγραφικών συντεταγμένων
κουβαλώντας σοφία και δύναμη. Ένας χάρτης πορείας πάνω στα μονοπάτια της ανθρώπινης
εμπειρίας που σου θυμίζει τι όμορφο είναι να είσαι άνθρωπος αλλά και πόσο
δύσκολο είναι να κρατήσεις την ανθρωπιά
σου.
-Αν μπορούσατε να ξεχωρίσετε μια εμπειρία
αφήγησης από τις τόσες που έχετε στο ενεργητικό σας, ποια θα ήταν αυτή;
-Το 2007 είμαι καλεσμένος σε ένα νηπιαγωγείο στα Άσπρα
Σπίτια Βοιωτίας. Κάθο-μαι ανάμεσα στα πιτσιρίκια κι ένας μικρός με ρωτά: «Πού
είναι το βιβλίο σου; Η κυρία μας μάς διαβάζει από βιβλίο». Απαντώ: «Εγώ θα σας
τα πω με το στόμα, απέξω». Γυρίζει λοιπόν και λέει στα άλλα παιδιά «Χα, χα!
Αυτός είναι μεγάλος και δεν ξέρει να διαβάζει!»
-Είσαστε εμπνευστής της μεγάλου Φεστιβάλ Αφήγησης «Παραμύθια και Μύθοι
στου Κένταυρου τη ράχη». Μιλήστε μας για όλα αυτά τα θαυμαστά που συμβαί-νουν
στο Πήλιο κάθε Αύγουστο.
-Πριν από δέκα χρόνια, το
2011,συναντηθήκαμε δυο φορείς από το χωριό μου στο Πήλιο, ο Πολιτιστικός
Σύλλογος Αγίου Γεωργίου Νηλείας «Ο Κένταυρος» και Πήλιον Όρος, και η αγάπη για τον τόπο μου συνάντησε την
αγάπη μου για τις ιστορίες. Το δοκιμαστικό τριήμερο έγινε 7ήμερο και εσχάτως
9ήμερο όπου συναντιούνται οι ιστορίες από τις προφορικές παραδόσεις του κόσμου,
μύθοι, θρύλοι, έπη, παραμύθια, συναξάρια. Τα παραμύθια απαντούν τη μουσική, γίνονται παράλληλες εκδηλώσεις με εκθέσεις καλλιτεχνών,
προβολές ταινιών, εργαστήρια, επιστημονικές εισηγήσεις, διαδρομές με το τραίνο,
και δημιουργούν όμορφες εμπειρίες ζωής αφού συνδυάζονται με ατμοσφαιρικές
γωνιές του χωριού. Γεφύρια, ξωκλήσια, βρύσες, καφενεία, μουσεία, οι σταθμοί
του τοπικού Μουντζούρη, περιβόλια, και αυλές σπιτιών ανοίγουν την αγκαλιά τους
για να υποδεχτούν τους φίλους των λαϊκών παραμυθιών και της αφήγησής τους με
δωρεάν είσοδο. Ήδη δρομολογούμε το 11ο την περίοδο 1-8 Αυγούστου
2021
-Μας έχετε προσφέρει
πολλές κι αξιόλογες συλλογές παραμυθιών αλλά θα ήθελα να σταθώ στη συλλογή με
τίτλο: «Παραμύθια λαϊκά ενάντια σε δύσκολους καιρούς».
Οι
περίπου σαράντα ιστορίες τους προέρχονται από την προφορική παράδοση των λαών
του κόσμου και κατηγοριοποιήθηκαν σε τρία κεφάλαια: «Παραμύθια για να συλλογάσαι», «Παραμύθια
για να ελπίζεις» και «Παραμύθια
για να πράττεις». Ποια δύναμη θελήσατε να ενεργοποιήσετε μέσα από την επίκαιρη
αυτή συλλογή;
-Θέλησα
να ενεργοποιήσω τη δυναμική του ανθρώπινου λόγου που κουβαλά τη συλλογική
εμπειρία του κόσμου μέσα από υποθέσεις φανταστικών προσομοιώσεων, αυτές που
μέσα από ψέματα μεγάλα αντανακλούν όμως
πραγματικές ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές στην κατεύθυνση μιας πορείας
προς το φως. Όπου υπάρχει άνθρωπος υπάρχουν προβλήματα, αλλά λέει ένα παραμύθι
τσιγγάνικο πως ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο την υπομονή… Να συλλογάσαι, να
ελπίζεις, να πράττεις είναι μια ικανή και αναγκαία μαγιά, ένα χαρμάνι σοφίας,
για να αντιμετωπίζεις το παρόν και το μέλλον με αισιοδοξία κάτω από την σκέψη
πως όλα είναι παροδικά αλλά αφήνουν πολύτιμα κατασταλάγματα για αναστοχασμό.
-Θα κλείσουμε την ενδιαφέρουσα κουβέντα μας
με μία ευχή. Ποια είναι η ευχή του Δημήτρη Προύσαλη για την καινούργια χρονιά;
-Το
χωραφάκι του νέου χρόνου το άσπαρτο να φέρει πλούσιες και ουσιαστικές
συγκομιδές για όλου του κόσμου τις σπορές. Ότι σπείρει ο καθένας, θα θερίσει. Αν
δεν θυμάται προς τα πού θέλει να πάει ας μην ξεχάσει από πού έρχεται και τότε
σίγουρα το δρόμο του θα τον ξαναβρεί…
Ο τίτλος της συγκεκριμένης συλλογής «Παραμύθια λαϊκά βγαλμένα απ’ της ζωής το αχ!» είναι δανεισμένος από τη θεματική μιας παράστασης αφήγησης που πραγματοποίησα με αφορμή μια πρόσκληση από κάποιον φορέα κοινωνικής δράσης κάποια χρόνια πριν. Αρχικά θεωρώ πως ο παραμυθάς-προφορικός αφηγητής είναι κατεξοχήν-ή οφείλει να είναι-ένας συνομιλητής με την κοινωνία στην οποία ζει και αλληλεπιδρά σε χρόνο και χώρο, Υπό αυτή την οπτική, ιδιότητα, διάθεση και πρόθεση βγαίνει στο κέντρο του λόγου και επιλέγει το υλικό του-το άυλο της προφορικής παράδοσης- που μέσα από αυτό θα «συνομιλήσει» με την παρούσα κάθε φορά αφηγηματική κοινότητα. Ουσιαστικά επιχειρεί με κάθε αφορμή έκθεσης να φτιάξει γέφυρα ανάμεσα στο «Μια φορά κι έναν καιρό…» των ιστοριών που κουβαλά, με το «εδώ και τώρα» της αφηγηματικής σύνδεσης και συνάντησης.
Της ζωής το αχ, είναι η συμπυκνωμένη
ανθρώπινη εμπειρία που πηγάζει από ένα σύμπλεγμα σχέσεων τις οποίες διαμορφώνει
ο άνθρωπος στο πέρασμά του από τον κόσμο, σχέσεις που τον καθορίζουν, τον
χρωματίζουν, τον σμιλεύουν, τον σημαδεύουν. Τις κουβαλά άλλοτε σαν βαρίδι που
τον συνθλίβουν ή τον κρατούν δέσμιο ολέθριων εμπειριών και ανάλογων συμβιβασμών
κι άλλοτε σαν φτερά που τον κάνουν να πετά ψηλά και μακριά. Αν κανείς μελετήσει
τα λαϊκά παραμύθια, θα ανταμώσει πολλούς τέτοιους θεματικούς «κύκλους»-υποθέσεις,
όπου το «αχ!» του κόσμου καταγράφεται ως αρνητική εμπειρία δοκιμασίας, πόνου
,απόρριψης, αποκλεισμού και εκμετάλλευσης αλλά και ως αντανάκλαση και αποτύπωση
ευχάριστων εκπλήξεων, λυτρωτικών επιτυχιών, αποκαλυπτικών δυνατοτήτων και
στοχαστικών συμπερασμάτων, σε μια πορεία ανατροπής αλλά και μετασχηματισμού του
πρώτου στο δεύτερο. Οι ζωές των ανθρώπων ζυμώνονται και μπολιάζονται από
ανάλογα τέτοια θετικά και αρνητικά φορτισμένα «αχ!» και περιέχουν και τις δύο
όψεις τους. Το βιβλίο αυτό κουβαλά λοιπόν αφηγήματα με τέτοιους συγκερασμούς.
- Αναφέρεστε σε λαϊκά παραμύθια. Υπάρχουν και μη λαϊκά;
Ο τίτλος της συλλογής που εμπεριέχει τον επιθετικό προσδιορισμό «λαϊκά» για τα αφηγήματα που αποτελούν το «άυλο» σώμα της, επιθυμεί να προσδιορίσει την βασική συστατική «ύλη» από την οποία είναι συγκροτημένα τα αφηγήματα που συγκεντρώνονται ως «τόπος» συνομιλίας και συνάντησης του αναγνώστη. Ο όρος «λαϊκά» χαρακτηρίζεται από πολύ συγκεκριμένα ταυτοτικά στοιχεία: Λαϊκά γιατί είναι προφορικά, λαϊκά γιατί είναι ανώνυμα, λαϊκά γιατί είναι κατά παράδοση, δηλαδή από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά. Λαϊκά γιατί αν και είναι δημιουργία, σύνθεση και έμπνευση ενός-αλλά ανώνυμου, γίνονται συλλογικό κτήμα, προσφέρονται σε ζωντανές συλλογικές άδηλες και φανερές διαδράσεις προφορικής αναμετάδοσης, κρατούν στο χρόνο έναν βασικό πυρήνα πλοκής αλλά ταυτόχρονα γνωρίζουν και υφίστανται πολλές «υιοθετήσεις», προβολές και παραλλαγές. Ταξιδεύουν με την ανάσα των ανθρώπων, τη σκόνη των καραβανιών, την ατμόσφαιρα των πανδοχείων, τη ζεστασιά των συντροφιών, με τη σιγαλιά της νύχτας, την ανάγκη της συμβουλής, τη σπίθα της ελπίδας. Είναι λαϊκά γιατί ξεπερνούν τη δεσμευτική μορφή της μονοδιάστατης γραπτής αποτύπωσης, δεν γνωρίζουν εδαφικούς περιορισμούς και σύνορα, έχουν κάνει το χρόνο σμπαράλια, είναι λόγια πουλιά που πετούν –«έπεα πτερόεντα» λέει ο Όμηρος. Πώς μπορεί να ξέρει κανείς πού θα βρεθεί ένα πουλί; Τι τόπους θα αντικρίσει, τι πλαναρίσματα θα κάνει στο πέταγμά του ή τι σκέψεις θα γεννηθούν σ’ όσους τα αντικρίσουν να συνομιλούν με τον αέρα;
Ο όρος «λαϊκά» λοιπόν, διασφαλίζει πως τα παρόντα αφηγήματα έχουν νιώσει το δοκίμι των καιρών άρα κουβαλούν σοφία και πολλές ανάσες ανθρώπων, όσων τα διηγήθηκαν και τους έδωσαν φτερά για να πετάξουν μακρύτερα ωσότου κουρνιάσουν στις σελίδες μιας συλλογής. Η προφορικότητα ως σχέση και έκφραση κοινωνική διέσωσε τη σημαντικότητα των λεγόμενων, καθώς ο λαϊκός άνθρωπος κρατούσε όσα τού ήταν απολύτως απαραίτητα και λειτουργικά στη ζωή του. Μαζί του κράτησε και τα ανώνυμα προφορικά δημιουργήματα σε μια χρηστική λογική, τα είχε ανάγκη για να ξαναφτιάχνει τον κόσμο του καθημερινά, πολύτιμες παρακαταθήκες συλλογικών εμπειριών και ατομικών νοηματοδοτήσεων, μέχρι που αυτά καταγράφηκαν και άρχισαν να αποτελούν υλικό μελέτης επιστημονικής.
Τα «μη λαϊκά» είναι τα ατομικά αφηγηματικά επινοήματα μιας προσωπικής μυθοπλαστικής δημιουργίας -με τις όποιες επιρροές της ιστορικά σε χρόνο και χώρο. Είναι μοναδικά σε έμπνευση, σε ύφος συγγραφικό και ποιότητα λόγου, ενώ τα σχήματα που χρησιμοποιούν και οι ιδέες που προβάλλουν χαρακτηρίζουν την ιδιοσυγκρασία και το πνεύμα του δημιουργού. Αποκαλούνται με πολλούς όρους: «σύγχρονα», «έντεχνα», «λογοτεχνικά» κλπ. Υπάρχει σήμερα μια γενική τάση οποιαδήποτε σύλληψη σε επίπεδο φαντασιακό να βαφτίζεται «παραμύθι» υπό την έννοια της ψευδούς και μυθοπλαστικής αφήγησης. Αλλά παραμύθι δεν είναι, δεν βρίσκεται «παρά τον μύθο», έχει κοντά ποδάρια με πολλές όμως αξιώσεις και βλέψεις να πάρει λίγο από τη δόξα και τη σημαντικότητα του λαϊκού. Σε μια εποχή κυριαρχίας του έντυπου λόγου με λοξοκοίταγμα προς την ηλεκτρονική του μορφή, νέου διεκδικητή και μνηστήρα, οι φανταστικές ιστορίες της λογοτεχνίας για παιδιά μάς χρειάζονται, στη λογική ενός εμπλουτισμού της φαντασίας, της ευαισθησίας, της αισθητικής καλλιέργειας του αναδυόμενου υπό εκκόλαψη νέου ανθρώπου. Διασώζονται και κυριαρχούν λόγω της ευκολίας που προσφέρουν και της κυριαρχίας των αποθηκευτικών μέσων και συνδέονται με την παιδική και εφηβική ηλικία. Τα λαϊκά παραμύθια απευθύνονταν αρχικά σε ένα ενήλικο ακροατήριό τους, αργότερα «αποπαιδώθηκαν» και ταυτίστηκαν αποκλειστικά με το παιδί, ενώ αποτέλεσαν το μπόλι του κόσμου εκφράζοντας την «παιδική ηλικία» της ανθρωπότητας. Για όλους τους παραπάνω λόγους η συλλογή προσδιορίζεται ως «παραμύθια λαϊκά» λοιπόν. Εξάλλου, αφού ασχολούμαι αποκλειστικά με τον προφορικό ανώνυμο λόγο, δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι άλλο.
- Από πόσες χώρες έχετε επιλέξει τα παραμύθια του βιβλίου;
Τα παραμύθια του βιβλίου είναι μια πολύ προσωπική επιλογή από αφηγηματικές
πλοκές που στο μεγαλύτερο μέρος τους έχουν εκτεθεί ήδη προφορικά στο κοινό. Με
αφορμή συνεργασίες, προσκλήσεις, φεστιβάλ αλλά και μεμονωμένες ανεξάρτητες θεματικές
παραστάσεις αφήγησης, έχουν γνωρίσει-οι περισσότερες από αυτές- την προφορική
διάσταση της ιστόρησης, τη ζωντανή έκθεση στο ακροατήριο υπό τη μορφή του retold, της αναδιήγησης. Προέρχονται από τον ελληνόφωνο χώρο
(Πήλιο, Σάμος), τον αραβικό κόσμο της Μέσης Ανατολής και ευρύτερα, την
αφρικανική ήπειρο (Αίγυπτος, Αιθιοπία, Μαλί και απροσδιόριστες χώρες της
Αφρικής), τη Μικρά Ασία, από χώρες με μεγάλες αφηγηματικές παραδόσεις της Ασίας,
όπως η Ινδία και η Κίνα, επίσης από το Θιβέτ και την Ινδονησία, αλλά και από
τον Νέο Κόσμο, όπως οι ΗΠΑ και η Κούβα. Την Ευρώπη, εκτός της Ελλάδας, την
εκπροσωπεί και η Εσθονία. Κύριο κριτήριο πάντα αποτελεί το εάν η ιστορία, η
υπόθεση, τα κεντρικά μηνύματα, που αναδύονται από τη ροή της υφιστάμενης
πλοκής, μού προκαλούν ενδιαφέρον σε
συνδυασμό με το αν έχουν να πουν κάτι στους περισσότερους καθώς προκρίνω την
πολυφωνία και τη διαλογικότητα που πιθανά κρύβουν.
- Τελικά ενώνονται οι διαφορετικοί πολιτισμοί μέσα από τα παραμύθια
Τα λαϊκά παραμύθια μπορούν να συνδυάζουν στοιχεία
μοναδικά. Σμιλεύουν και αποτυπώνουν στα «σώματά» τους την εθνική ταυτότητα,
καθώς μέσα από αυτά αντανακλώνται οι φιλοσοφίες των λαών που τα διηγήθηκαν,
εκφράζονται οι ψυχολογίες τους αλλά και ένας πλούτος από κοινωνικά
χαρακτηριστικά, θρησκευτικές αντιλήψεις και εθιμικά κληρονομήματα, ανασαίνει
δηλαδή ένας ολόκληρος κόσμος καθρεφτικά παρουσιάζοντας μια καθολικότητα ως
είδος. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν και
γέφυρες συνάντησης των λαών, ένα ιδιότυπο λογοτεχνικό σταυροδρόμι, μια «διεθνής
των προφορικών λογοτεχνιών» αν επιτρέπεται η παράφραση πολιτικών όρων και σχηματισμών.
Η κυρίαρχη,
χαρακτηριστική μορφή της παραλλαγής, δηλαδή της πολλαπλής αφηγηματικής εκδοχής μιας
πλοκής-υπόθεσης και η επιρροή από τα άλλα συγκοινωνούντα δοχεία του μυθικού
λόγου, των προφορικών παραδόσεων, των αρχαίων γραμματειών αλλά και της λόγιας
λογοτεχνίας και της λαϊκής παραλογοτεχνίας, δημιουργούν ένα πλούσιο χαρμάνι που
συνδιαμορφώνεται από την τεχνική του παραμυθά-αφηγητή, το βαθμό και την
ποιότητα της παρέμβασής του, την αυτοσχεδιαστική επιρροή από την ζωντανή
παραστατική έκθεση στο κοινό. Μιλούν για το βασικό κορμό-πυρήνα της ανθρώπινης
υπόστασης, τις κοινές ανάγκες των λαών, όπως είναι το αίσθημα της ασφάλειας, το
δικαίωμα για ένα σπιτικό, η δίκαιη μεταχείριση από το νόμο, οι ισορροπημένες
σχέσεις σε επίπεδο οικογενειακό, η συναισθηματική αποδοχή και συσχέτιση από το
άλλο μισό, το δικαίωμα να απολαμβάνει κανείς τον καρπό των κόπων του, η
κοινωνική συνύπαρξη χωρίς κλυδωνισμούς. Διαμορφώνουν έναν κοινό «τόπο»
κατάθεσης ηθικών κωδίκων αποδεκτό από όλους τους λαούς όλων των τόπων και όλων
των εποχών. Συγκροτούν έναν αναγκαίο και ισότιμο διαπολιτισμικό διάλογο, εκεί
όπου «μετρήσιμα» κριτήρια ποιότητας ή τεχνητής «ανωτερότητας» δε χωρούν.
4.Υπάρχουν και
ενότητες στο βιβλίο. Μιλήστε μας γιατί;
Οι ιστορίες της παρούσας συλλογής είναι κατηγοριοποιημένες σε επτά ενότητες. Αποτελούν έναν σιωπηλό συνοδοιπόρο του ανθρώπου στην πόλη. Αν και είναι δημιουργήματα των αγροτικών κατά βάση κοινοτήτων απευθύνονται στον άνθρωπο της πόλης, με αφορμή την αρχική τους φιλοξενία στα τεύχη του πολυπεριοδικού Η ΠΟΛΗ ΖΕΙ από το 2017 και ύστερα. Τον ακολουθούν συνοδεύοντάς τον άτυπα στη διαδρομή του να αναζητήσει θετικότερα περιβάλλοντα, άλλες φορές να ανοίγονται άγνωστα και απειλητικά απέναντί του και άλλες φορές προσκλητικά για καινούργιες εμπειρίες και επικοινωνικά ανταμώματα. Η κάθε -κατά προσέγγιση-θεματική ομαδοποίηση θίγει ένα συγκεκριμένο ζήτημα αυτής της προαναφερόμενης νοερής πορείας. Επιτρέπουν επίσης στον αναγνώστη να παρακολουθήσει καλύτερα το ξετύλιγμα του παραμυθιακού λόγου μέσα από ένα νήμα εσωτερικής ενότητας που πιθανά αφορά και τη δική του πρόσφατη ή παλαιότερη εμπειρία. Φωλιάζουν στο βιβλίο ξεκινώντας με μια εισαγωγική ιστορία, που αφορά αυτόν που μοιράζεται κάθε φορά τις ιστορίες, κλείνει με ένα παραμύθι αποχαιρετισμού, που θίγει την ανάγκη απόκτησης δεσμών με τα χώματα που μας φιλοξενούν-κάτι που απουσιάζει χαρακτηριστικά από την κίνηση του ανθρώπου στις πόλεις-την απουσία δεσμών. Στο ενδιάμεσο «παρεισφρύουν» οι επτά ενότητες στις οποίες θίγονται βασικές, κατά τη γνώμη του παραμυθά, πλευρές από τη διαδρομή αυτογνωσίας στην πόλη, όπως πχ Τα λόγια που ακούγονται, η στοχαστικότητα ταπεινών ανθρώπων και συμπεριφορών, η προσδοκώμενη φιλία, η αναζητούμενη σοφία, η πληγή της απληστίας, ο αναδυόμενος φόβος και ο δρόμος της ανοικτής καρδιάς που οικοδομεί συνθήκες θετικότητας επικοινωνιακού δούναι και λαβείν.
6. Αποκαλύψτε μας τις πηγές σας και αλήθεια πόσο παρεμβαίνετε;
Η άποψή μου υιοθετεί πάντα τη λογική της προσαρμογής μιας υπόθεσης, την
αφηγηματική της επεξεργασία και την παράθεση ενός διαλόγου μετασχηματιστικού
που μορφοποιεί την πλοκή στα μέτρα του αφηγητή. Τι νόημα θα είχε εξάλλου η
αφήγηση μιας ιστορίας χωρίς τη δημιουργική «συνομιλία» του παραμυθά με το υλικό
που διαχειρίζεται και κοινωνεί; Ο Μπαχτίν, γνωστός Ρώσος μελετητής του έργου
του Ντοστογιέφσκι, έλεγε: «Η τελευταία λέξη για τον κόσμο δεν έχει ακόμα
ειπωθεί…» κι ο παραμυθάς προσθέτει: «Η
τελευταία λέξη στα παραμύθια του κόσμου δεν έχει ακόμη ακουστεί…» Η λογική της
αναδιήγησης-του retold- αποτυπώνει τη γόνιμη
συνάντηση των ικανοτήτων του αφηγητή, με τις ανάγκες της ιστορίας-που
χαρακτηρίζεται ως δημιούργημα του λαού από το στοιχείο της ατέλειας- πάντα όμως
σεβόμενος τα μηνύματά της και τον κόσμο από τον οποίο προέρχεται πολιτισμικά.
Όπως οι παλιοί παραμυθάδες όταν άκουγαν κάπου
μια ιστορία, την κράταγαν στη μνήμη και σε μια πιθανή αναδιήγησή της σε νέα οικεία
τους περιβάλλοντα, πρόβαιναν στις απαραίτητες παρεμβάσεις, άλλοτε λογοκριτικά
και άλλοτε στα πλαίσια μιας ανασυνθετικής τοπικοποίησης του θέματος και
φαντασιακού εμπλουτισμού, έτσι και ο σύγχρονος αφηγητής των καιρών μας έχει τη
δυνατότητα της δημιουργικής παρέμβασης. Στο υλικό που εγώ δουλεύω, προσέχω τις
περιγραφές των χώρων, εσωτερικών και εξωτερικών, την ποιότητα των υφιστάμενων
διαλογικών μερών ή την ανάπτυξη τέτοιων-όπου δεν υπάρχουν, την τοποθέτηση του
προσωπικού σχολίου, την ανάπτυξη εικόνων νοητικών ή ηχητικών, την άδηλη
συνομιλία με το ακροατήριο. Συμπληρώνω τα σημεία που επιδέχονται παρέμβασης και
αποκαθιστώ εκείνα που θεωρώ πως εννοούνται ή είναι αθέατα ή μη ξεκάθαρα στη ροή
της αφήγησης. Ο ζωντανός λόγος εξάλλου ακολουθεί άλλους νόμους, υπόκειται σε
διαφορετικές λειτουργίες από τους περιορισμούς και τις φόρμες του γραπτού. Παράλληλα
αναζητώ σημεία ανάδυσης της πολυφωνίας και της διαλογικότητας από το επιλεγμένο
«κείμενο».
Αξιοποιώ κυρίως έντυπες πηγές από κλειστές συλλογές, ταξιδιωτικές αναφορές σε ανάλογα δελτάρια, παλιές εκδόσεις και επίσημα αναγνωρισμένες βάσεις δεδομένων και προσέχω την πιστότητα, την αυθεντικότητα των πηγών μου, την οποία ελέγχω εξονυχιστικά, με μεγάλη προσοχή και λεπτομερή σπουδή. Όσο πιο παλιά είναι η έκδοση τόσο πιο κοντά βρίσκεται στο λαϊκό στοιχείο. Δίνω επίσης πολύ μεγάλη σημασία στις σημειώσεις, άρα κάνω ιδιαίτερη μελέτη για τα στοιχεία της ιστορίας, τις συναντήσεις και επιρροές της στο είδος, το περιεχόμενο και την καταγωγή της.
7. Αυτό το βιβλίο είναι για μικρά παιδιά;
Αυτό το βιβλίο απευθύνεται σε εφηβικό και ενήλικο ακροατήριο. Περιέχει παραμύθια εξαιρετικής ευαισθησίας, μεστά από νοήματα και μηνύματα, επιτρέπει και σε ένα βαθμό «καθοδηγεί», προκαλεί και προσκαλεί τον αναγνώστη σε ένα εσωτερικό ταξίδι επανατοποθέτησης των σχέσεών του, μια προσπάθεια άτυπης αξιολόγησης των εμπειριών του καθώς πορεύεται στον κόσμο. Υπάρχουν συγκεκριμένες ιστορίες που θα μπορούσαν να αφορούν ένα κοινό μικρότερο ηλικιακά (πχ Έρχεται ο Πλατς!, Παππούς για υιοθεσία), το οποίο σίγουρα δε θα βρεθεί σε δύσκολη θέση αν ακούσει τις ιστορίες. Οπωσδήποτε όμως προϋποθέτουν μια μικρή κοινωνική εμπειρία ζωής προκειμένου να γίνουν λειτουργικότερα καταληπτές και να αναδείξουν τη σημαντικότητα των μηνυμάτων τους.
8. Οι σημερινές πόλεις γεννούν παραμύθια άραγε;
Ο λαϊκός άνθρωπος που αναγκάστηκε να
αναζητήσει μια καλύτερη τύχη στο περιβάλλον των μεγάλων αστικών κέντρων, μαζί
με τα όνειρα, τις προσδοκίες και τις ευχές του, κουβάλησε και όλη του τη
φαντασιακή συγκρότηση και έκφραση. Μετέφερε μια πνευματικότητα αντίληψης και
οπτικής του νέου περίγυρου διαβίωσης μέσα από τη μεταφυσική του προσέγγιση που
προϋπήρχε όταν ζούσε σε φυσικότερο χώρο. Έφτιαξε «Αστικούς Θρύλους», όπως
αποκαλούνται στη διεθνή βιβλιογραφία, και συνέδεσε κτήρια και κατασκευές με
φανταστικές παρουσίες και αρνητικές ενέργειες. Υιοθέτησε αφηγήματα παράξενων
και ανοίκειων συμπεριφορών και τα πρόβαλε δημιουργώντας σκοτεινά τοπία και
χώρους απειλητικούς για την ανθρώπινη υπόσταση, παρουσιάζοντας ανεξήγητα
υποτιθέμενα φαινόμενα. Τα λαϊκά παραμύθια απαιτούν συλλογική διαχείριση του
κοινού χρόνου και κοινότητες ανθρώπινων ανταμωμάτων.
Στους
κατακερματισμένους χρόνους της ζωής στην πόλη και τους χώρους που περιορίζουν
τις πλατιές συναντήσεις, η ατομικότητα δεν μπορεί να υποθάλψει τη δημιουργία
παραμυθιών που θα κουβαλούν ένα φορτίο αναγκαίο και ικανό να τα ωθεί να ζουν
από στόμα σε στόμα. Στη σύγχρονη εποχή όλα ζουν μέσα από την κινούμενη εικόνα
των πολλαπλών χρωμάτων και των δυνατών ήχων που σηματοδοτούν μια ακίνητη-μη
κινούμενη κοινωνία μονοδιάστατων και άχρωμων σχέσεων με θορύβους κενότητας. Τα παραμύθια απαιτούν συντροφικότητα
και εμπιστοσύνη, επαφή με τον ίδιο μας τον εαυτό, μια διάθεση «εξομολόγησης»
στον εν δυνάμει φίλο. Μιλούν και μέσα από τη σιωπή. Οι πόλεις όμως, όπως κάθε
χώρος που φιλοξενεί, πάλλεται και χρωματίζεται από την ανθρώπινη παρουσία, θα
γεννούν ανώνυμες ιστορίες εφήμερων ανθρώπινων δράσεων και εμπειριών, που δεν
έχουν τη δύναμη δυστυχώς να γίνουν κοινό κτήμα και να ξεπεράσουν το χρόνο,
δημιουργώντας συνδετικά κοινά πεδία ενδιαφερόντων. Ποιος γνωρίζει πχ για τα
Χαυτεία στην Αθήνα και την ιστορία τους, ή τις αποτροπαϊκές κολώνες στα όρια
της παλιάς Αθήνας, ή το αφήγημα πίσω από τους Αμπελόκηπους;
Η
παρούσα συλλογή όμως «Παραμύθια λαϊκά απ’ της ζωής το αχ!» είναι μια ενδιαφέρουσα
πρόταση για να συνοδεύσει ο αναγνώστης νοερά τη δική του πορεία μέσα στις
διαδρομές της πόλης ανακαλύπτοντας τις προσωπικές του ισορροπίες και αναγωγές.
Σας το προτείνω ανεπιφύλακτα, όχι γιατί είναι συνδημιούργημα των συνομιλιών μου
με το άχρονο και το άτοπο, αλλά γιατί πιστεύω ακόμα βαθιά στα παραμύθια των
λαών…
..............................
Συνέντευξη στο ΘΕΑΘΗΝΑΙ-διαδικτυακό τόπο
για την Τέχνη και τον Πολιτισμό
από τη Μαρία Σούμπερτ
-Πώς ξεκίνησε η σχέση μου με τα παραμύθια;
-Πώς ήρθα σε επαφή με την αφήγηση;
-Τι με εμπνέει στη σχέση μου με τα παραμύθια και την αφήγησή τους και τι σκέψεις μου δημιουργούνται;
-Τι project ετοιμάζω;
Φεβρουάριος 2020
Συνέντευξη στον Τάσο Ανδρικόπουλο για την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ της Καλαμάτας
Αγκαλιά με τη φιγούρα του "παραμυθά" που εμπνεύστηκε και δημιούργησε ο Β. Πατσέας
|
Δεκέμβριος 2018
Ιούλιος 2018
Εφημερίδα των Συντακτών
Σάββατο 28 Ιουλίου 2018
Αρ. Φύλλου 1675
Ένθετο ΝΗΣΙΔΕΣ
"Τα παραμύθια χτίζουν γέφυρες"

Μάρτιος 2018
Συνέντευξη στην ηλεκτρονική Η ΠΟΛΗ ΖΈΙ
Οκτώβριος 2017
Συνέντευξη στη δημοσιογράφο Σύλβια Πετρίδου για το ελληνικό διαδικτυακό κανάλι της Ομογένειας στον Καναδά zoumemontreal.com με αφορμή τη δεκαήμερη παραμονή του Δημήτρη Β. Προύσαλη στο Μόντρεαλ και τη συμμετοχή του στο 14ο Διαπολιτισμικό Φεστιβάλ Αφήγησης αλλά και τις αφηγήσεις του στα ελληνικά σχολεία της Ομογένειας. Μπορείτε να δείτε τη συνέντευξη στο www.zoumemontreal.com ή για μεγαλυτερη ευκολία να επιλέξετε το κανάλι στο YouTube Dimitris V. ProusalisStoryteller
Μάιος 2016
Συνέντευξη στη Μάχη Χριστοφορίδου για τον διαδικτυακό τόπο
HUMANSTORIES.GR
Συνέντευξη στον Διαδικτυακό τόπο "ΑΥΛΟΓΥΡΟΣ"
2. Ο αγαπημένος ήρωας των παραμυθιών, ποιος ήταν;
Δεν άκουσα παραμύθια μικρός αν και ασχολούμαι μαζί τους μεγαλύτερος. Μεγάλωσα με λαϊκές παραδόσεις από τις θείες στο χωριό, ιστορίες δηλαδή που τις πιστεύανε για αληθινές και που οι πρωταγωνιστές τους δεν σου άφηναν περιθώρια ταύτισης, αφού ήταν κοινοί καθημερινοί άνθρωποι που κάτι έπαθαν κάπου κοντά στο χωριό ή κάτι παράξενο τους έτυχε. Είχα όμως την εμπειρία των καλοκαιρινών πρωινών στην αυλή της θείας Αρετής-όλες οι μεγαλύτερες γυναίκες ήταν για μας θείες- όπου περίμενα με την κόρη της την Ελένη να ακούσουμε από το ραδιόφωνο τις περιπέτειες του Γιώργου Θαλάσση, του μικρού ήρωα. Αξέχαστη είναι αυτή η αίσθηση της προσμονής να ακούσουμε την καινούργια του κάθε φορά περιπέτεια…
Δεν ξέρω αν έχω κάποιο τέτοιου είδους «δώρο» στο χαρακτήρα μου. Όμως δίνομαι με ενθουσιασμό και ειλικρίνεια σε οτιδήποτε με συγκινεί σε διάρκεια -όπως τα τελευταία χρόνια τα λαϊκά παραμύθια και η αφήγησή τους-και προπαντός δεν κάνω πίσω στις δυσκολίες.
5. Ποιο είναι το βασικό σας ελάττωμα;
Αν το να είναι κανείς καλοπροαίρετος απέναντι στους άλλους και τις προθέσεις τους είναι ελάττωμα, τότε νομίζω πως αυτό με χαρακτηρίζει ως το μεγαλύτερο.
7. Πώς εκδηλώνετε την αγάπη σας;
Αν πρόκειται για σχέση με μια κατάσταση τότε εκδηλώνεται με διαρκή ενασχόληση και αφιέρωση χρόνου. Αν πρόκειται για σχέση με πρόσωπα τότε με νοιάξιμο, τρυφερότητα και με διάθεση για διαρκή κουβέντα.
8. Η αισιοδοξία, υπάρχει στο λεξικό της ζωής σας;
Σε ένα περιβάλλον που υπονομεύει καθημερινά τις όποιες θετικότητες μπορεί να ονειρεύεται ή να κρύβει μέσα του ένας άνθρωπος πιστεύω πως άλλος δρόμος από την επιμονή και την αισιοδοξία δεν υπάρχει. Τα παραδείγματά μου αντλούνται από τους ήρωες των λαϊκών παραμυθιών οι οποίοι δεν κάνουν ποτέ πίσω, δεν λιποψυχούν και δεν παραδίνονται. Αν αυτά είναι αποχρώσες ιδιότητες της αισιοδοξίας τότε στο λεξικό μου θα βρει κανείς πολλές παραλλαγές τους.
9. Με τι ασχολείστε αυτό τον καιρό;
Αυτή την εποχή σε επίπεδο αφηγήσεων με τίμησε το Εθνικό Θέατρο με μια πρόσκληση-πρόκληση. Την εφαρμογή ενός προγράμματος με τίτλο «Τα Παραμύθια του Εθνικού» σε ιδρύματα και δομές που αφορούν σε ευπαθείς ομάδες της παιδικής ηλικίας για την περίοδο Οκτωβρίου 2015-Μαρτίου 2016. Παράλληλα ξεκινώ τις αφηγήσεις μου για ενήλικο κοινό στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Δήμου Αθηναίων την πρώτη Παρασκευή κάθε μήνα-με ελεύθερη είσοδο ενώ επίσης δουλεύω πάνω σε υλικό που αφορά άσεμνα παραμύθια για την έκδοση μιας σχετικής συλλογής αλλά και για ζητήματα που ανακύπτουν από την προετοιμασία της διοργάνωσης του 3ου Φεστιβάλ Αφήγησης «Αθήνα… μια πόλη παραμύθια» για την περίοδο 15-20 Μαρτίου 2016. Θέλω ακόμα να αναφέρω τη διαρκή ενασχόλησή μου με την κόρη μου και την αγαπημένη μου.
10. Ποια είναι η αγαπημένη σας ελληνική ταινία;
Μου αρέσουν αρκετές ταινίες από τη φιλμογραφία του Θανάση Βέγγου. Η πιο αγαπημένη μου όμως είναι άλλου ύφους και συγκεκριμένα το «Μάθε παιδί μου γράμματα»
11. Ποιο είναι το αγαπημένο σας αντικείμενο, το «γούρι» σας;
Αν και είμαι άνθρωπος που θα έλεγα πως συνδέεται με αντικείμενα δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο «γούρι». Όμως το σπίτι μου είναι γεμάτο από μικροαντικείμενα που αναφέρονται σε ανθρώπους που γνώρισα ή κάποια στιγμή είχαν μια ιδιαίτερη θέση στη ζωή μου.
12. Ποια είναι η αγαπημένη σας ατάκα;
Κατά καιρούς υιοθετώ και διαφορετικές ανάλογα με τη διάθεσή μου απέναντι στα τεκταινόμενα. Ως άνθρωπος των λαϊκών παραμυθιών δεν θα μπορούσα να μην έχω επηρεαστεί από μια σχετική τους φράση: «Μέρα που περνά και μέρα που έρχεται, εγώ το πιστεύω, όλα θα πάνε καλά!» λέει ένα παραμύθι της Ανατολής.
13. Πως φαντάζεστε το μέλλον των ΜΜΕ μέσα από την κρίση που βιώνουμε;
Τα ΜΜΕ αντανακλούν την ποιότητα της κοινωνίας που τα δημιουργεί, τα παρακολουθεί και ενδεχομένως τα ανέχεται. Νομίζω πως το μέλλον τους συνδέεται με τη στάση που θα κρατήσουν απέναντι στην κρίση. Ή θα σταθούν δυναμικά απέναντί της δημιουργώντας όρους ουσιαστικής επικοινωνίας, πληροφόρησης και πολιτισμού ή θα παρακμάσουν και θα υπονομεύσουν τη λειτουργική τους θέση. Υπάρχουν ωστόσο ΜΜΕ και «ΜΜΕ» που δικαιολογούν την κατάστασή τους και προοιωνίζουν το μέλλον τους.
14. Η εξουσία πιστεύετε, φιμώνει τις τέχνες από φόβο ή από ανικανότητα να τις στηρίξει;
Η τέχνη συνδέεται με την έκφραση σε όλες της τις μορφές και αυτή ορίζεται μέσα από την ελευθερία. Πιστεύω πως όποτε η εξουσία επιχείρησε να φιμώσει τις τέχνες το έκανε μέσα από φόβο μήπως αυτές λειτουργήσουν ως μοχλός ανατροπής ή αμφισβήτησης της όποιας «επιρροής» της κυριαρχίας της. Εξάλλου νομίζω πως οι άνθρωποι της εξουσίας δεν μπορούν να στηρίξουν τις τέχνες γιατί δεν σχετίζονταν ποτέ με αυτές και τις αναζητήσεις που χαρακτηρίζουν τους ανθρώπους τους.
15. Ποιος πιστεύετε ότι είναι ο λόγος που ο Έλληνας αφήνει την τύχη του στα χέρια των άλλων;
Είναι ένα ερώτημα που δε με βρίσκει σύμφωνο. Δεν πιστεύω πως αφήνουμε τις τύχες μας στα χέρια άλλων. Απλά θεωρώ πως ο καθένας κινητοποιείται γύρω απ’ το μικρόκοσμό του, στα μικροσυμφέροντά του, θεωρώντας πως τα γενικά, τα μεγάλα, τα συλλογικά δεν τον αφορούν ή τα απαξιώνει. Αφού ο ίδιος δεν εμπλέκεται σε αυτά, τα δίνει «εργολαβικά» στους «ειδικούς» που δεν είναι πάντα οι καταλληλότεροι ούτε έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Ο ωχαδερφισμός είναι μεγάλο ελάττωμα…
16. Αν σας όριζαν για λίγα λεπτά της ώρας «νομοθέτη», ποιο νόμο θα θέτατε σε εφαρμογή;
Αυτό που με απασχολεί πολλά χρόνια τώρα, είναι το πώς και το γιατί της σημερινής κατάστασης και η υπονόμευση του μέλλοντος των παιδιών μας. Ένας νόμος που θα ήθελα να φτιάξω είναι αυτός «περί ευθύνης υπουργών» που να μην λειτουργεί όμως ως συγχωροχάρτι με τη γελοιότητα των παραγραφών. Αυτοί που έφεραν τούτον τον τόπο στη υπερχρέωση, την ξενική οικονομική εξάρτηση μέσω δανεισμού, τη χρεωκοπία και τη διάλυση πρέπει να δικαστούν, να πληρώσουν, να τιμωρηθούν και να δημευτούν οι περιουσίες τους. Δε μπορεί το παιδί μου και τα παιδιά του κόσμου να είναι χρεωμένα από γεννησιμιού τους.
17. Αν μια κακιά μάγισσα σαν έκανε με το ραβδί της ζώο, τι θα θέλατε να είστε;
Ωραία ερώτηση! Σκεφτόμουν πως ίσως θα ήθελα να ήμουν χελώνα. Γιατί ζει αιώνες, ο χρόνος της κυλάει αργά, το χειμώνα τον αξιοποιεί σε όφελός της αφού πέφτει σε χειμερία νάρκη-κοιμάται δηλαδή πολύ-και διαθέτει ισχυρό καύκαλο προστασίας! Όμως αν το ξανασκεφτώ, το να σέρνεσαι δε σου δίνει μια θετική προοπτική ακόμα κι αν έχει ενδιαφέρον να βλέπεις τον κόσμο από τα χαμηλά. Ίσως να διάλεγα τη μορφή ενός αετού που πετά ψηλά και ταξιδεύει ελεύθερος από τόπο σε τόπο σαν τα παραμύθια.
18. Πιστεύετε στα όνειρα;
Τα όνειρα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Σπάνια θυμάμαι τα όνειρα που βλέπω, αλλά κάθε φορά κάτι μου λένε για εκείνο που με απασχολεί. Δεν μπορώ να πω πως πιστεύω σ’ αυτά μα ούτε και τα απαξιώνω. Είναι ένα φίλτρο του ψυχισμού μας και μας αφορούν.
19. Αν σας ζητούσε ένα παιδί μια συμβουλή, τι θα του λέγατε;
Αν και η ερώτηση θα ήθελε μια διευκρίνιση σχετικά με την ηλικία του παιδιού, θα του έλεγα: «Να αφουγκράζεσαι τον κόσμο με διάθεση θετική» .............
Δεκέμβριος 2014
![]() |
Από τη συνάντηση και αφήγηση με τους μαθητές του 7ου Γυμνασίου Ν. Ιωνίας Αττικής |
2. Τι σας ώθησε ν’ ασχοληθείτε με τα λαϊκά παραμύθια και σε ποια ηλικία;
3. Ποια η διαφορά ανάμεσα στο λαϊκό παραμύθι και στη λογοτεχνική ιστορία;
Επίσης τα λαϊκά παραμύθια παρουσιάζονται σε παραλλαγές δηλαδή εκδοχές της κεντρικής υπόθεσης της παραμυθιακής ιστορίας-κοινό κτήμα των λαών του κόσμου ενώ οι λογοτεχνικές ιστορίες έχουν μια μοναδικότητα, εκείνη του δημιουργού τους.
5. Ποιο είναι το αγαπημένο σας παραμύθι και γιατί;
6. Τι είναι για σας λαϊκό παραμύθι;
7. Πώς κατατάσσονται τα λαϊκά παραμύθια;
8. Κάποιοι άνθρωποι υποστηρίζουν ότι τα παραμύθια
είναι ιστορίες για παιδιά. Εσείς τι πιστεύετε ;
Αύγουστος 2014
Με αφορμή το 4ο Φεστιβάλ Αφήγησης Πηλίου "Παραμύθια και Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη" (3-10 Αυγούστου 2014)
(στον διαδικτυακό κόμβο www.pemptousia.gr και στη δημοσιογράφο Κατερίνα Χουζούρη)
Δεκέμβριος 2013
Με αφορμή το 3ο Φεστιβάλ Αφήγησης της Αθήνας
(στον διαδικτυακό κόμβο www.themachine.gr)
Μάρτιος 2013
Μικρή συνέντευξη του Δημήτρη Β. Προύσαλη
στη στήλη της Σοφίας Μαυράντζα
Εφημερίδα "Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ"
Παρασκευή 22/3/2013
1.Πού έχει τις ρίζες της η αφήγηση;
Δ. Π: Η αφήγηση είναι μια πανάρχαια ανάγκη του
αν-θρώπου σύμφυτη με την παρουσία του στη γη και την ανάγκη πραγμάτευσης
των συνθηκών ζωής του. Τον βοηθά να εξωτερικεύσει τον εσωτερικό του κόσμο και
να τοποθετηθεί απέναντι στις κοινωνικές του σχέσεις και τη μύησή του στη ζωή με
την ασφάλεια της απόστασης του ¨"Μια φορά κι έναν καιρό...ήταν και δεν
ήταν..." με ένα περίβλημα καλλιτεχνικό και παραστασιακό αλλά
κατεξοχήν επικοινωνιακό. Ο άνθρωπος θεωρείται ζώο αφηγηματικό, Homo narrans.
2.Πότε και με ποια αφορμή ξεκινήσατε να αφηγείστε;
Δ. Π: Η βιωματική σχέση με την αφήγηση υπήρχε ανέκαθεν
στην οικογένειά μου. Ο πατέρας μου ο Βλάσης, στην Ολλανδία όταν επέστρεφε από τη
δουλειά του στο εργοστάσιο μας έλεγε γύρω από το τραπέζι ι-στορίες από το
πέρασμα της μέρας και μας ζητούσε να του αφηγηθούμε πώς κύλησε η δική μας μέρα
στο σχολείο. Αργότερα τα καλοκαίρια κάνοντας διακοπές στην Γατζέα άκουγα
τις θείες μου την Μαλαμώ και την Αθηνά να λένε τα βράδια ιστορίες για νεράιδες
και ξωτικά και τη μανιά Ασπασία να αφηγείται ιστορίες με ναυτικούς-ήταν
Τρικεριώτισσα- και περιπέτειες της θάλασσας. Γνώρισα την α-φήγηση όμως σε μια
βραδιά παραμυθιού σε ένα μπαράκι στην Αθήνα το 1997 ακούγοντας ιστορίες. Άρχισα
να ασχολούμαι με το λαϊκό παραμύθι από το 1999 αλλά με την αφήγησή του από το
2003 μετά από σεμινάρια που κράτησαν περίπου δύο χρόνια κι έκτοτε ανανεώνονται
τακτικά στη λογική της διαρκούς
μαθητείας.
3.Θέλει ταλέντο για να γίνει κάποιος καλός αφηγητής;
Δ. Π: Πιστεύω στη σκληρή δουλειά, τη διαρκή
επανατροφοδότηση, τη διορθωτική ματιά και τη συνεχή βελ-τίωση στο πλαίσιο της
αυτεπίγνωσης και της συνείδησης τού με τι υλικό έρχεσαι να αναμετρηθείς, και
την ευθύνη που κουβαλάς απέναντι σε ιστορίες που σε ξεπερνούν, αφού εμείς οι
αφηγητές, είμαστε μια στιγμή απ' το ταξίδι τους στο χρόνο. Το ταλέντο
χρειάζεται αλλά μπορεί να μη σε πάει μακριά αν μείνεις μόνο σ' αυτό κι
επαναπαυτείς… Καλός αφηγητής για μένα είναι εκείνος που μπορεί να
αφουγκράζεται τις ανάγκες του κοινού του και να ξέρει τι θέλει να μοιραστεί
και γιατί, χωρίς να μετατρέπεται σε διασκεδαστή.
4.Η αφήγηση είναι μόνο για μικρά παιδιά ή και τους μεγάλους;
Δ. Π: Η αφήγηση είναι για όλους, μόνο
που ο καθένας πρέπει να ακούσει αυτό που
τον αφορά, αυτό που του αναλογεί ψυχοπνευματικά και ταιριάζει στο επίπεδο
της αντίληψής του. Στις μέρες μας -όπως και παλιά- μπορεί να στηρίξει όσους
υπονομεύονται από τις αντικειμενικές δυσκολίες του κοινωνικοοι-κονομικού
περίγυρου και δυσκολεύονται να βρουν τον προσανατολισμό τους ατομικά και
συλλογικά ενώ ταυτόχρονα ψυχαγωγούνται. Η πολυπληθής και αδιάλειπτη συμμετοχή
ενηλίκων εξάλλου στο Φεστιβάλ 'ΠΑΡΑΜΎΘΙΑ ΚΑΙ ΜΥΘΟΙ ΣΤΟΥ ΚΈ-ΝΤΑΥΡΟΥ ΤΗ
ΡΑΧΗ"του Αγίου Γεωργίου Νηλείας τον Αύγουστο του 2012, αποδεικνύει ίσως
πως το παιδικό ακροατήριο δεν έχει την αποκλειστικότητα. Άρα η αφήγηση αφορά
τον παλιό άνθρωπο, το μικρό άνθρωπο αλλά και τον ενήλικο του 21ου αιώνα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΡΟΥΣΑΛΗΣ:
ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ,
ΠΑΡΑΜΥΘΑΣ, ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ
«ΔΗΜΟΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ»
Νοέμβριος 2011
(με αφορμή την παρουσίαση της συλλογής "Παραμύθια των παραμυθάδων" Εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ-2011 στη Λέσχη Βιβλίου του Δήμου Μαραθώνα-Ν. Μάκρης)
Νοέμβριος 2010
«ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» Νο 49- Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010 με την Ηλέκτρα Χατζηκάλφα
"Το 2011 «επιστρέφουμε» στις λαϊκές μας παραδόσεις..."
Καταρχήν, καταστεί σαφή τη διαφορά του άχρονου (Μια φορά και έναν καιρό…) και άτοπου (Σε έναν τόπο μακρινό…) παραμυθιού με την ιστορικότητα των παραδόσεων που, πολλές φορές, είναι άρρηκτα δεμένες με τη γεωγραφία, την ιστορία, το κλίμα, τον τόπο γενικά και τα όντα που θυμίζουν. Οι παραδόσεις διαμορφώνουν μια «εθνική ιδιοτυπία και μια θεματική οικοτυπία» επειδή ακριβώς πηγάζουν και επηρεάζονται από τα παραπάνω στοιχεία, σε αντίθεση με τα παραμύθια που, χάρη στις παραλλαγές, Για το λαϊκό άνθρωπο οι παραδόσεις είναι δημιουργήματα του συνολικού χώρου και χρόνου, καθώς μέσα σ’ αυτές εσωκλείει όλες τις πτυχές της καθημερινότητας και της πνευματικότητάς του. Είναι το αντίθετο της σημερινής ατομικότητας και αποξένωσης που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος. Μέσα από αυτές τις ιστορίες ξεπροβάλλει έντονο το οικολογικό στοιχείο, κάτι που θεωρούμε ότι αποτελεί προβληματική μόνο της δικής μας εποχής. Όμως οι παραδόσεις μάς διδάσκουν ότι ο άνθρωπος είναι κομμάτι του φυσικού κόσμου. Δεν μπορεί να ζήσει απέναντι, ξέχωρα από αυτόν, όπως κάνει σήμερα, γιατί τότε υφίσταται τις συνέπειες της ασέβειάς του. Η φύση θα βρει τρόπο να εκδικηθεί (η θυμωμένη ψυχή του αδικοκομμένου δέντρου) αλλά και να ανταμείψει (τα χρυσά φλουριά που στέλνει το φίδι).Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί να στραφούμε σήμερα στις λαϊκές παραδόσεις, τι έχουν σημαντικό να μας προσφέρουν; Μελετώντας το λαϊκό στοιχείο βγάζει κανείς συμπεράσματα που είναι πολύ χρήσιμα, ειδικά την περίοδο που διανύουμε. Ο λαϊκός άνθρωπος έχει ένα κατεξοχήν θετικό τρόπο σκέψης για τη ζωή, είναι γεμάτος αισιοδοξία, παρά τις δυσκολίες της «καθημερινότητας του πραγματικού». Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Προύσαλης «μπόλιασε την ασχήμια της καθημερινότητας με την ποιητικότητα και την σχεδόν ονειρική διάσταση του μεταφυσικού, καταλύοντας τους αναπόδραστους νόμους του φυσικού κόσμου. Ζύμωσε το αδύνατο και το απίθανο μέσα σε όρους ρεαλιστικούς και έκανε προβολή του εν δυνάμει στον έξω απ’ την ψυχή του κόσμο, δημιουργώντας τη δυνατότητα αλλά και τη δυναμική μιας άλλης «ανάγνωσης»του κόσμου». Σε καιρούς, λοιπόν, που υποχρεωνόμαστε να ακολουθήσουμε μνημονιακούς μονόδρομους και που οι αντικοινωνικές πολιτικές παρουσιάζονται ως πανάκεια, ο λαϊκός άνθρωπος μέσα από τη στάση του μας δίνει το σύνθημα πως ό,τι θέλουμε μπορεί να συμβεί, το αδύνατο μπορεί να γίνει δυνατό, αρκεί να παλέψουμε και να δούμε ότι ο κόσμος δεν είναι αυτός που φαίνεται. Τέλος, στη διαρκή προσπάθεια πολιτιστικής ομογενοποίησης και του γενικότερου δυτικόστροφου τρόπου ζωής, οι λαοί χάνουν όλο και περισσότερο την ταυτότητά τους (αποταυτοτητοποίηση). Έτσι, ο ρόλος των λαϊκών παραδόσεων έγκειται στο να καταδείξει τη διαδρομή των λαϊκών προφορικών δημιουργημάτων διαμέσου του χρόνου -απ’ το χτες στο σήμερα- και την ιδιαιτερότητα του τοπικού με τη διάθεση για συνάντηση με το διεθνικό μέσα από γόνιμο, αλληλεπιδραστικό διάλογο και ισότιμη συνύπαρξη. Να, λοιπόν, που ένα «απλό» ημερολόγιο μπορεί να έχει κι άλλη χρήση και εκεί που δεν το περιμένεις να δώσει πλούσια τροφή για σκέψη.
Ο Δημήτρης Προύσαλης είναι ένας
45χρονος δάσκαλος της ειδικής αγωγής. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι, επίσης,
ένας αφηγητής λαϊκών παραμυθιών με πολύ αγάπη για αυτό που κάνει. Προσωπικά,
τον γνώρισα πριν από μερικά καλοκαίρια, στο Βόλο, όταν ήμουν στο ακροατήριο
που επρόκειτο να αφηγηθεί μερικά παραμύθια. Θυμάμαι εκείνο το απόγευμα ως ένα
από τα πιο όμορφα του καλοκαιριού. Από τότε δεν ξεχνώ ούτε τον κ.
Προύσαλη ούτε τα παραμύθια και τη σημασία τους. Έτσι όταν συναντηθήκαμε ένα
μεσημέρι, για τη συνέντευξη, στο καφέ «Βανίλια» δίπλα στον προαύλιο χώρο του
Παντείου, η κουβέντα μας έγινε σε ένα πολύ φιλικό και γνώριμο κλίμα.
Π@π@κι: Ας ξεκινήσουμε με κάποια
πράγματα για το παραμύθι.
Δ.Π: Το στοιχείο του
παραμυθιού είναι ο λόγος. Δεν έχει εικόνα αλλά φτιάχνει εικόνα, και μάλιστα
σου δίνει την απόλυτη ελευθερία να φανταστείς εσύ τον ήρωα σου. Δεν σου λέει
πως είναι, διότι αν σου περιγρά-ψω πώς είναι θα σου προσδιορίσω εγώ τη δική
σου φαντασία, άρα σου βάζω όρια. Για παράδειγμα, θα σου πω «Ήταν όμορφη σαν
την πρώτη μέρα της άνοιξης». Πώς προσδιορίζεται η πρώτη μέρα της
άνοιξης; Σου αφήνω ε-λευθερία. Είναι ουσιαστικά ένας λόγος μη πιστευτός
«Ελάτε να πούμε ψέματα, δέκα σακιά γιομάτα!», «Ψέματα και αλήθεια, έτσι είναι
τα παραμύθια!», που τον λέγανε οι άνθρωποι όταν θέλανε να μοιράσουνε τον
κοινό συλλογικό χρόνο στο συλλογικό χώρο και θέλανε να περάσουν την ώρα τους.
Μονάχα που το παραμύθι είναι μια ιστορία πλασμένη με πολλά στοιχεία παρμένα
από τον ονειρικό κόσμο, γιατί και ο Φρόιντ λέει «το παραμύθι και τα όνειρα
είναι πλασμένα από το ίδιο υλικό». Μονάχα που τα όνειρα δεν τα ελέγχεις, ενώ
το παραμύθι το ελέγχεις καθώς έχει μια αρχή, μια κρίση, μια επίλυση και
μια κατάληξη. Οπότε θα λέγαμε ότι δεν αποτελεί ένα κλειστό κείμενο, ως σώμα
,δηλαδή, απλά εξελίσσεται πάνω στη παραλλαγή, που σημαίνει ότι είναι ένα
κομμάτι λόγου το οποίο ταξιδεύει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης –γι’
αυτό αποτελεί και αντικείμενο σοβαρής ανθρωπολογικής μελέτης- είναι ένα
κομμάτι λόγου το οποίο δανείζεται από παντού, από το δημοτικό τραγούδι, από
τις παραδόσεις, από τη μυθολογία, από τη θρησκεία, από τις αρχαίες
γραμματείες, βάζει και στοιχεία από τη παρούσα κατάσταση και φτιάχνει ένα
καινούργιο χαρμάνι το οποίο λειτουργεί για παράδειγμα στο πλαίσιο που θα
εκτεθεί. Ο βασικός χαρακτήρας του παραμυθιού ήταν να σε κάνει να ψυχαγωγηθείς
αλλά παράλληλα με αυτό μπορούσε να σε στηρίξει, να σε ενθαρρύνει, να σε
προτρέπει, να σε διασκεδάζει, να σε εκπαιδεύει, να σε συμβουλεύει να σε
παρηγορεί με έναν άδηλο τρόπο.
@:Οι
ήρωες του;
Δ.Π: Οι ήρωες του είναι απλοί,
καθημερινοί άνθρωποι, στην καλύτερη περίπτωση βασιλιάδες ή και ζώα. Βέβαια,
κατά την αφήγηση του λαϊκού παραμυθιού έχεις τη λειτουργία κάποιων μηχανισμών
όπως είναι, για παράδειγμα, ο μηχανισμός της ταύτισης, της προβολής, της
μετάθεσης. Άρα, εσύ ταυτίζεσαι με κάποιον ήρωα, συμμετέχεις στη πορεία του,
έτσι συγκινείσαι ή θυμώνεις όταν ο ήρωας περνάει δοκιμασίες και γίνεται
αντικείμενο εκμετάλλευσης και συμπάσχεις σε όλη αυτή τη διαδρομή και στο τέλος
νιώθεις την ανακούφιση. Αυτό που είναι σημαντικό να ειπωθεί, είναι ότι ο
άνθρωπος δε μπορεί να ζήσει χωρίς ιστορίες. Πάντοτε υπάρχει στον άνθρωπο μια
ανάγκη μυθοπλασίας. Οι ιστορίες κάνουν τον κόσμο καλύτερο για αυτό και εμείς
τον νοηματοδοτούμε μέσα απ’ αυτές. Πόσο μάλλον όταν αυτές ταξιδεύουν χιλιάδες
χρόνια και έχουν δοκιμαστεί από χιλιάδες ανθρώπους.
@:
Δημιουργούνται σήμερα παραμύθια;
Δ.Π: Αυτό που χαρακτηρίζει το λαϊκό
παραμύθι είναι η ανωνυμία του και το προφορικό του στοιχείο. Δηλαδή, το ότι
σε μια πολύ μεγάλη περίοδο χρόνου, που δεν υπήρχε η εκτεχνολόγηση του λόγου
μέσα από τα γραπτά κείμενα και την έντυπη μορφή, είχες ιστορίες που ταξίδευαν
από στόμα σε στόμα και από αυτί σε αυτί. Άρα τα ‘χει δοκιμάσει ο χρόνος
στη σοφία και στην αλήθεια τους και γι’ αυτό και μπορούν να συγκινούνε ένα
κοινό το οποίο ζει στο 21ο αιώνα, παραμύθια τα οποία φτιάχτηκαν πριν από 2000
χρόνια. Αυτό δε σημαίνει σήμερα ότι δεν φτιάχνονται ενδιαφέρουσες ιστορίες
βασισμένες σε ένα έντονο μυθοπλαστικό στοιχείο, αλλά το αν είναι παραμύθια ή
όχι θα το κρίνει πρώτα ο χρόνος. Δεύτερον, τα παραμύθια από την
ονομασία τους είναι κοντά στο μύθο, δηλαδή κοντά σε πολύ σοβαρές ιστορίες που
κράτησαν της τύχες του κόσμου ψυχολογικά, συναισθηματικά, συγκινησιακά
για μια τεράστια περίοδο χρόνου. Δεν ξέρουμε αν αυτές οι ιστορίες που
φτιάχνονται σήμερα, είτε είναι στον κινηματογράφο, είτε είναι μια γνωστή λογοτεχνικά
μυθιστορηματική πλο-κή, είτε είναι οτιδήποτε άλλο μπορούν να έχουν την ίδια
δύναμη και την ίδια λειτουργία.
@:Ποιο
είναι το ρεπερτόριό σας;
Δ.Π: Έχω ένα ρεπερτόριο από 110
ιστορίες μέχρι τώρα, τις οποίες μοιράζομαι με το κοινό ανάλογα με τη συνθήκη
και το χρόνο. Λέω ιστορίες που είναι ελληνικές, τσιγγάνικες, σέρβικες,
ιταλικές, αραβικές, ινδιάνικες, εσκιμώικες , ινδικές, κινέζικες, γιαπωνέζικες
κ.α.
@:Αυτά
είναι που ξέρετε ή αυτά που λέτε;
Δ.Π: Αυτά που λέω. Εκατό δέκα
ιστορίες είναι αυτές που μου αρέσουν και α-φηγούμαι αλλά τα παραμύθια που
ξέρω ως τίτλους, ως θέματα, ως σκελετούς είναι πολύ περισσότερα.
@:Επομένως
υπάρχουν παραμύθια που δεν σας αρέσουν;
Δ.Π: Υπάρχουν παραμύθια που μας
αφορούν και παραμύθια που δεν μας αφορούν. Για παράδειγμα, το παραμύθι της Σταχτοπούτας,
έχει ενδιαφέρον ως θέμα, ως corpus,
το ότι υπάρχει σε όλους τους λαούς της γης. Αλλά επειδή η ηρωίδα είναι
γυναίκα και θεματικά φέρνει το θέμα της ανεξαρτησίας της γυναίκας από τη μάνα
της, εμένα αυτή η ιστορία δεν με αφορά. Δεν ταυ-τίζομαι με το φύλο. Διότι οι
αφηγητές ταυτίζονται με το φύλο των πρωτα-γωνιστών. Σε μένα είναι αρσενικοί
οι ήρωες και όπου υπάρχει γυναίκα πρωταγωνίστρια, υπάρχει πάντα και κάποιος
άντρας που παίζει το δικό του ρόλο και εγώ βλέπω την ιστορία από την πλευρά
του και όχι της γυναίκας.
@:Δηλαδή
αλλάζετε τα παραμύθια που αφηγείστε;
Δ.Π: Αυτό που πρέπει να ‘χει κανείς
στο μυαλό του είναι ότι τα παραμύθια ταξιδεύουν πριν από εμάς, υπάρχουν μαζί
με μας και ενδεχομένως -το ελπίζω- να υπάρχουν και μετά από εμάς. Εγώ είμαι
ένας απλός κουβαλητής και συνομιλητής τους. Θέλω το κοινό που θα τα ακούσει
να τα αγαπήσει και να τα υπολογίσει τόσο σοβαρά όσο και εγώ. Όμως δεν μπορώ
να κάνω τις ιστορίες καρικατούρα. Δε μπορώ να αλλάξω το τέλος της ιστορίας.
Μπορώ, όμως, μέσα από τη συνομιλία να εμπλουτίσω το παραμύθι. Μπορώ, για
παράδειγμα, να βάλω στοιχεία από τη προσωπική μου εμπειρία -και το ‘χω κάνει,
χωρίς να το υποσκελίζω και να το υπονομεύω. Ίσα -ίσα, τα εμπλου-τίζω μέσα από
τη δικιά μου τη ματιά. Και αν θέλεις, αυτό οφείλει να κάνει κάθε ένας που
αφηγείται μια ιστορία. Να προβάλει δικά του πράγματα και να ταυτίσει την
εμπειρία που έχει με ένα κομμάτι από τα στοιχεία αυτού του παραμυθιού.
Διαφορετικά, θα λέγαμε την ίδια ακριβώς ιστορία όλοι, απαράλλακτα. Πράγμα που
θα ήταν απόλυτα βαρετό και ψεύτικο.
@:Έχετε
σκεφτεί ή και δοκιμάσει να δημιουργήσετε δικά σας παραμύθια;
Δ.Π: Εάν εγώ έφτιαχνα
μυθοπλαστικού τύπου ιστορίες, μπορεί να μην ενδιέφεραν κανέναν. Η αλήθεια
είναι πάντως ότι έχω γράψει μία ιστορία χριστουγεννιάτικη για παιδιά που
λέγεται «Ο γαϊδαράκος των Χριστουγέν-νων».
@:Το
κοινό μπορεί να επηρεάσει- διαμορφώσει ένα παραμύθι;
Δ.Π: Βεβαίως. Το κοινό
επηρεάζει και συν-διαμορφώνει, σε κάποια όρια και πλαίσια πολύ συγκεκριμένα
φυσικά, με την ενέργεια του και τη διάθεσή του. Είναι θέμα συνομιλίας του
αφηγητή με τον κόσμο που ακούει τις ιστορίες..
@:Τι
κοινό έχετε;
Δ.Π: Το κοινό στις αφηγήσεις που κάνω
έχει πολλά διαφορετικά χαρακτη-ριστικά. Μπορεί να ‘ναι το κοινό που προκύπτει
από πρόσκληση ενός χώρου, λόγου χάρη, ενός μουσείου. Μπορεί να ‘ναι ένα κοινό
το οποίο προκύπτει με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά π.χ. παρέμβαση σε
παιδιά τα οποία πενθούν και συ πηγαίνεις να τους αφηγηθείς ιστορίες, να
τους απαλύνεις τον πόνο και να τους δώσεις εξηγήσεις σε μεγάλα και αναπάντητα
φιλοσοφικά και ανθρώπινα προβλήματα. Έχω πάει και στις φυλακές ανηλίκων
στον Αυλώνα, και επίκειται και άλλη συνεργασία. Είναι τεράστια εμπειρία γιατί
βλέπεις πως μπορούν οι ιστορίες να ξεκλειδώσουν την ψυχή ενός ανθρώπου που
βαρύ-εται με πολύ σημαντικά ποινικά αδικήματα. Αυτό που έχει ενδιαφέρον,
είναι ότι δίνεις στο κοινό τη δυνατότητα να δει τον κόσμο με άλλα μάτια.
Τώρα, τι θα πάρει ο καθένας απ’ την ιστορία είναι άλλο πράγμα, γιατί ο
καθένας απ’ το κοινό έρχεται με δικά του ψυχικά αιτήματα. Αυτό που θα σε
συγκινήσει εσένα μπορεί να αφήσει τον άλλον αδιάφορο.
@:Αναφέρετέ
μας κάποιες αντιδράσεις του κόσμου που σας έχουν τύχει.
Δ.Π: Έρχεται κόσμος και μου λέει π.χ.
«Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, πέρασα πάρα πολύ ωραία σήμερα» ή «Ξέρεις; Αυτή η
ιστορία ήταν καταπληκτική». Κάποια στιγμή το 2005 έκανα μια αφήγηση σε έναν
χώρο στη Πάτρα. Πέρυσι έκανα μια αφήγηση στην Καβάλα. Μια κοπέλα λοιπόν, που
με είχε ακούσει στη Πάτρα και έμενε τώρα πια στη Θεσσαλονίκη, ήρθε στην
Καβάλα να με ακούσει ευελπιστώντας πως θα ακούσει την ιστορία της γυναίκας-Σκελετού,
γιατί της είχε κάνει πάρα πολύ μεγάλη εντύπωση και μου είπε χαρακτηριστικά,
ότι «Για έξι μήνες σκεφτόμουν συνέχεια την ιστορία αυτή». Βέβαια, εγώ δεν είχα τη συγκεκριμένη ιστορία στο πρόγραμμα
εκείνο το βράδυ γιατί απευθυνόμουν σε ένα άλλου είδους κοινό, με διαφορετικού
τύπου ιστορίες. Αλλά μου έκανε εντύπωση που η κοπέλα ταξιδέψε τόσα χιλιόμετρα
για να ακούσει μια ιστορία.
@:Που
τελικά δεν άκουσε...
Δ.Π: Που τελικά δεν άκουσε… Η
στιγμή της αφήγησης πάντως, είναι μια μαγική στιγμή γιατί ο αφηγητής βγαίνει
απέναντι στο κοινό χωρίς να’ ναι κάτι το ξεχωριστό από αυτό. Είναι σε
επικοινωνία με το κοινό, θέλει να βλέπει τα βλέμματά τους, παίρνει δύναμη και
επηρεάζεται από την ενέργειά του. Όταν αυτό έρχεται με αρνητική διάθεση
θα τον επηρεάσει. Έχω επηρεαστεί αρκετές φορές. Υπάρχουν κοινά που με έχουν
απογειώσει αφηγηματικά και υπάρχουν και τα κοινά τα οποία με δυσκόλεψαν πάρα
πολύ γιατί ήταν απέναντί μου επιφυλακτικά.
@:Ποια
είναι η προσδοκία σας κάθε φορά που αφηγείστε;
Δ.Π: Η προσδοκία μου είναι έστω ένας
από το κοινό μου να φύγει και να αφηγηθεί την ιστορία στους δικούς τους
ανθρώπους. Μάλιστα, κλείνω τις αφηγήσεις μου λέγοντας τους «Εάν σας άρεσε
μια ιστορία να πάτε να την πείτε σε εκείνους που αγαπάτε και έχετε την έγνοιά
τους, γιατί έτσι ζουν οι ιστορίες».
@:Μιλήστε
μας για την αφήγηση στο εξωτερικό.
Δ.Π: Η νεοαφήγηση είναι παρούσα στο
δυτικό κόσμο από πολύ παλιά. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, υπήρχαν βιβλιοθήκες
στη Γαλλία, στην Αγγλία, και στις Η.Π.Α., όπου βιβλιοθηκονόμοι στη προσπάθειά
τους να φέρουν το κοινό σε επαφή με το υλικό της βιβλιοθήκης, ουσιαστικά
έφτιαξαν γωνιές αφήγησης και έτσι πολύ σημαντικές νεοαφηγήτριες, που
δεν ήταν λαϊκές αφηγήτριες, ξεπήδησαν από το χώρο της βιβλιοθηκονομίας.
Σήμερα στη δύση για διάφο-ρους λόγους έχουμε την αναβίωση της αφήγησης
επαγγελματικά, στη Γαλλία, την Αγγλία, το Βέλγιο, τη Γερμανία κ.α. Στη
Γαλλία υπάρχει ένας σύλλογος από 4000 χιλιάδες επαγγελματίες αφηγητές με
ειδικό κωδικό στην εφορία και με 200 μεγάλα και μικρά φεστιβάλ κάθε χρόνο σε
όλη τη χώρα. Στην Αγγλία είναι 1000 αφηγητές, στη Γερμανία γύρω στους 2700, στο
Βέλγιο 700. Στην Ελλάδα είμαστε ακόμα λίγοι, γύρω στους δεκαπέντε.
@:Παραμυθάς
είναι σωστή προσφώνηση ή υπάρχει κάποιος καταλληλότερος όρος;
Δ.Π: Εγώ αυτοπροσδιορίζομαι ως
αφηγητής λαϊκών παραμυθιών. Αυτό πολλές φορές ο κόσμος δεν το
καταλαβαίνει γιατί συνδέει την αφήγηση με την ανάγνωση, οπότε τότε λέω ότι
είμαι παραμυθάς. Αλλά δεν το χρησιμοποιώ αυτό για μένα γιατί θεωρώ ότι
οι παραμυθάδες ήταν άνθρωποι λαϊκοί, ενώ εγώ αναζητώ τη λαϊκότητα, ήταν
άνθρωποι με αρκετά χρόνια εμπειρίας, ενώ εγώ είμαι σχετικά νέος ακόμα, και
βέβαια ήταν άνθρωποι που ‘χαν την εμπειρία της ζωής, ενώ εγώ είμαι στην
αναζήτηση αυτής της εμπειρίας ακόμα. Υπάρχει βέβαια και ο επαγγελματίας
παραμυθάς, που είναι αυτός που ζει αποκλειστικά από τις ιστορίες. Εγώ δε ζω
από αυτό. Ζω από τη δουλειά μου ως δάσκαλος της ειδικής αγωγής. Έχω ένα
εισόδημα μικρό από τα παραμύθια αλλά δεν βιοπορίζομαι από αυτό. Δεν θα ‘λεγα
ότι εμένα είναι αυτός ο βασικός σκοπός που αφηγούμαι. Υπάρχουν όμως άλλοι
άνθρωπο που ζουν αποκλειστικά από αυτό.
@:Πόσα
χρόνια ασχολείστε με το παραμύθι;
Δ.Π: Ασχολούμαι με το λαϊκό παραμύθι
από το 1999 αλλά αφηγούμαι από το 2003. Τέσσερα χρόνια ήταν η γνωριμία μου με
την αφήγηση. Βέβαια, για μένα θα ήταν λίγο βαρετό να είμαι μόνο αφηγητής.
Παράλληλα είμαι λαογράφος, μελετητής, αρθρογραφώ για το λαϊκό παραμύθι, μιλάω
σε διεθνή συνέδρια και συμπόσια για το παραμύθι, τον αφηγητή και τη
σχέση του με το κείμενο και το κοινό, για τη δυναμική της αφήγησης. Υπάρχουν
άρθρα μου τα οποία έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους με τα πρακτικά
συνεδρίων. Έχω εκδώσει δύο βιβλία και δύο βιβλία-ημερολόγια με παραμυθιακό
και λαϊκό προφορικό υλικό και ετοιμάζω και το τρίτο.
@:Μιλήστε
μας γι’ αυτό.
Δ.Π: Είναι το βιβλίο με το τίτλο: «Παραμύθια
των παραμυθάδων». Πρόκειται για ένα υλικό το οποίο ταξιδεύει σε όλες τις
γλώσσες του κόσμου, σε όλους τους λαούς, τις παραδόσεις και έχει ενδιαφέρον
γιατί ασχολείται με κάτι που δεν έχει ξαναμπεί στο κέντρο του ενδιαφέροντος
του πλατιού κοινού. Βιβλίο για τις ιστορίες, τους παραμυθάδες, την αλήθεια
και το ψέμα και τα καμώματα της γλώσσας δεν έχει ξαναβγεί. Οπότε εγώ θέλω να
πρωτοτυπήσω και να αναδείξω ένα υλικό, που ουσιαστικά είναι ο κόσμος του
παραμυθά. Διότι ο παραμυθάς τι είναι; Είναι η ιστορία που λέει, είναι ο ίδιος
ως κουβαλητής των ιστοριών και συνοδοιπόρος των λέξεων του κόσμου από πολύ
μακριά μέσα στον χρόνο.
@:Στο
βάθος τι υπάρχει;
Δ.Π: Στο βάθος υπάρχει
ένα ακόμα βιβλίο με «Λαϊκά παραμύθια των Παλαιστινίων» που ‘ναι πιο
στοχευόμενο, καθώς δεν υπάρχει άλλη αντίστοιχη δουλειά στον ελλαδικό χώρο
μέχρι τώρα. Επίσης, ετοιμάζω ένα υλικό με πρόστυχα σεξουαλικά λαϊκά παραμύθια
που θα είναι έτοιμα στο τέλος του 2012. Εννοείται πως είναι παραμύθια για
ενήλικο κοινό και μάλιστα δεν είναι ιστορίες, είναι παραμύθια με
ορισμένο παραμυθιακό τύπο, που σημαίνει ότι είναι αντικείμενο συγκριτικής
μελέτης, διασταύρωσης στοιχείων, λειτουργίας της ιστορίας σε διαφορετικά μήκη
και πλάτη της γης.
@:Πείτε
μας για την διαδικασία της έρευνας.
Δ.Π: Μια ιστορία θέλει χρόνο.
Από τέσσερις μήνες μέχρι έναν χρόνο. Θα ψάξεις την ιστορία, θα βρεις τις
παραλλαγές της από τις παραδόσεις άλλων λαών, εάν υπάρχουν, θα κάνεις μια
δουλειά πάνω στα σύμβολα της ιστορίας, να δεις τι θέλει να πει, να δεις το
προσωπικό μήνυμα που λαμβάνεις εσύ από αυτήν, που είναι τελείως άλλο
πράγμα από το κεντρικό θέμα. Μετά κάνεις μια διαδικασία μυθοπλαστικής
παρέμβασης και ανάπτυξης. Θα δεις το χώρο του παραμυθιού, τους ιδιαίτερους
χώρους που κινείται, για να μπορείς να ‘σαι σίγουρος για το που είναι, για
παράδειγμα, η πόρτα της καλύβας ή που βρίσκεται η λίμνη κ.τ.λ., και μετά
πρέπει να δεις τους ήρωες. Πρέπει στην ουσία εγώ να δημιουργήσω τόσο ισχυρές
εικόνες, που να κάνουν εντύπωση, που για να τις δεις εσύ πρέπει να τις έχω
δει και εγώ. Ακόμα και αν δεν σου περιγράφω λεπτομέρειες στη σκηνή, εγώ πρέπει
να είμαι τόσο σίγουρος για το χώρο, σαν να είμαι μέσα. Και είναι πολύ δύσκολο
πράγμα να είσαι μέσα στο παραμύθι ενώ ταυτόχρονα τα αφηγείσαι. Αλλιώς ο λόγος
σου δεν θα ‘χει καμία απολύτως δύναμη.
@:
Άρα μετά τους τέσσερις μήνες αποφασίζετε εάν θα αφηγηθείτε μια ιστορία;
Δ.Π: Βεβαίως. Για μένα η ιστορία
-ίσως κάποιοι να γελάσουνε αλλά για μένα είναι αληθινό- είναι ένα ζωντανό πλάσμα και σε καλεί να την αφηγηθείς μέσα σ’ ένα πλαίσιο –σύμβαση διαλόγου
και σεβασμού.
@:Η
αλήθεια της αφήγησης του παραμυθιού, για
εσάς ισοδυναμεί δηλαδή με μια αφήγηση ενός πραγματικού συμβάντος;
Δ.Π: Είναι πιο σημαντική από
αυτό. Είναι αληθινή για μένα. Και νομίζω ότι αυτό είναι ένα στοιχειό που
κρίνει τους αφηγητές. Το κοινό μπορεί να καταλάβει αν εσύ είσαι ειλικρινής,
αν πράγματι σε ενδιαφέρει η ιστορία και θες να τη μοιραστείς μαζί του ή απλά
είσαι σε μια θέση όπου παίζεις τον αφηγητή.
@:Ας
επιστρέψουμε πάλι στο κοινό. Λένε ότι τα παραμύθια είναι για παιδιά.
Δ.Π: Υπάρχει μια παρανόηση που
λέγεται, ότι τα παραμύθια είναι για παιδιά. Τα λαϊκά παραμύθια ήταν βασικά
φτιαγμένα για ενήλικο κοινό. Υπήρχαν βέβαια και ιστορίες φτιαγμένες για
παιδιά, με ζώα ως επί τα πλείστον, αλλά τα παιδιά δεν είχαν την αξιακή θέση
που έχουν σήμερα στον κόσμο μας. Ο ενήλικος ήταν κυρίαρχος και τα παιδιά εν
δυνάμει ενήλικοι να προετοιμάζονται για τη ζωή. Σήμερα το παιδί είναι στο
κέντρο μιας προσέγγισης και μάλιστα πολλές φορές είναι και μια πολύ κερδοφόρα
βιομηχανία αν σκεφτεί κανείς την παιδική μόδα, το παιχνίδι, την παιδική διατροφή
κ.τ.λ. Παλιότερα, όμως, δεν ήταν έτσι. Γι’ αυτό και τα πιο πολλά παραμύθια
φαντάζουν λίγο σκληρά και βίαια για τα παιδιά, γιατί εμείς ζούμε σε μια εποχή
όπου υπάρχει μια αποπαίδωση του παραμυθιού και μια εξιδανίκευση. Το παραμύθι
δεν είναι οι ροζ νεραΐδες με θαυματουργά ραβδάκια, ή η Μπάρμπι που δείχνει η
τηλεόραση. Τα παραμύθια δεν είναι ούτε ανώδυνα ούτε ουδέτερα. Είναι πολλές
φορές σκληρά, βίαια, γιατί έτσι ήταν και η ψυχή του λαϊκού ανθρώπου. Το βίαιο
στοιχείο και ο κακός του παραμυθιού πάντα χρειάζεται για να ταυτιστείς με
αυτό, να το βγάλεις στην επιφάνεια, να το αναγνωρίσεις και να μπορέσεις να το
αντιμετωπίσεις. Υπάρχει επίσης και η φράση «Καλό το παραμύθι σου αλλά δεν
έχει δράκο». Δηλαδή, καλή η ιστορία που μου λες αλλά πού είναι το νόημα;
@:Ποια
είναι η θεματολογία των παραμυθιών;
Δ.Π: Υπάρχουν πολλών ειδών παραμύθια
θεματολογικά. Τα λεγόμενα μαγικά παραμύθια, εκείνα με δράκους, μάγισσες, ζώα
που μιλούν. Υπάρχουν, όμως, πολλά διαφορετικά παραμύθια τα οποία δεν έχουν
μαγικά στοιχεία και θα λέγαμε ότι εκφράζουν και μια διαδρομή εξέλιξης της
ανθρώπινης σκέψης, όπου από τον εξωτερικό κόσμο και το φυσικό τοπίο, άρχισε
να διαπραγμα-τεύεται πια ζητήματα δικής του εσωτερικής ανάπτυξης αλλά και
μετά κοινω-νικών διαπροσωπικών σχέσεων και ζητήματα σε σχέση με την εξουσία.
Μπο-ρείς, λοιπόν, να βρεις ιστορίες για τα πάντα: την αγάπη και τον ερώτα, τη
ζωή και το θάνατο, για κουτούς ή πανέξυπνους ανθρώπους, τη προσπάθεια που
κάνει ο άνθρωπος να κατακτήσει μια καλύτερη θέση στον κόσμο ή και ευτράπελες
και απόλυτα κωμικές ιστορίες με σκοπό να γελάσεις αναστο-χαστικά.
@:Πείτε
μας για τα διάφορα φεστιβάλ παραμυθιού που γίνονται στην Ελλάδα.
Δ.Π: Στη Τζια έγινε το
καλοκαίρι του 2010, για 8η χρονιά, ένα φεστιβάλ με τίτλο «Γιορτή
Παραμυθιών». Υπάρχει ένα φεστιβάλ που γίνεται ανά διετία στον Κάτω
Όλυμπο, το φεστιβάλ Καλλιπεύκης με τη συνεργασία του Πανε-πιστημίου Θεσσαλίας
και ενός τοπικού συλλόγου, των «Καλλιπευκιωτών». Υπάρχουν ακόμα και το
φεστιβάλ της ΔΙΑΒΑΣΗΣ στην Αθήνα, αυτό της Βυ-τίνας το «Παραμύθια, Μύθοι
και Μουσικές του Κόσμου», το ανοιξιάτικο φεστιβάλ της Κοζάνης, ενώ φέτος
ξεκίνησε και στο Πήλιο ένα φεστιβάλ με συμμετοχή και ξένων αφηγητών. Το
θετικό είναι η ανταπόκριση του κόσμου, όπου μικροί, μεγάλοι μαζί
συγκεντρώνονται να ακούσουν ιστορίες και δημιουργείται ένα εξαιρετικό κλίμα
και μια ατμόσφαιρα ταξιδιάρικη και ονειρική που μας κάνει να ξεχνάμε τις
δυσκολίες της ζωής ή να βρίσκουμε λύσεις για αυτές.
@:Πως
γίνεται κανείς αφηγητής;
Δ.Π: Αφηγητής μπορεί να γίνει
κάποιος αν παρακολουθήσει σεμινάρια πάνω στη μυθοπλασία και την εικονοποίηση.
Υπάρχουν διάφοροι χώροι που κά-νουν τέτοια σεμινάρια. Ένα σεμινάριο είναι
πάντοτε ένα βασικό εισαγωγικό αλλά αυτό δεν πηγαίνει ξέχωρα από μια προσωπική
ανάπτυξη και μια εσωτερική διαδικασία ψαξίματος του αφηγητή.
@:Ας
πούμε τώρα μερικά λόγια για σας
Δ.Π: Κατάγομαι από το Πήλιο.
Γεννήθηκα στην Ολλανδία, από μετανάστες γονείς το 1965, άρα είμαι 45 χρονών,
αλλά μοιάζω με 25άρη (γέλια) και έχω μεγαλώσει στην Αθήνα. Είμαι δάσκαλος,
δουλεύω από το 1988 στη δημόσια εκπαίδευση ενώ από το 2008 δουλεύω στην
Ειδική Αγωγή. Είμαι σε κάποιο τμήμα ένταξης με παιδιά που αντιμετωπίζουν
μαθησιακές δυσκολίες.
@:Χρησιμοποιείτε
και το παραμύθι για να βοηθήσετε τα παιδιά;
Δ.Π: Σήμερα το χρησιμοποιώ
σπάνια λόγω των ιδιαιτεροτήτων της τάξης μου. Αλλά όταν ήμουν στη γενική
αγωγή και συνήθως είχα μεγάλες τάξεις, δηλαδή τετάρτη, πέμπτη, έκτη
δημοτικού, χρησιμοποιούσα πολλές φορές το παραμύθι ως ένα μέσον προκειμένου
να κάνουμε το μάθημα πιο ενδιαφέρον. Πάντοτε υπάρχουν θέματα που μπορούν να
‘ναι συμβατά με κάποια παρα-μύθια, αρκεί να βρεις την κατάλληλη ιστορία και
να ξέρεις τι θες να την κάνεις. Πολλές φορές με έχουν καλέσει καθηγητές του
Παιδαγωγικού της Αθήνας, να μιλήσω σε πρωτοετείς φοιτητές για την παιδαγωγική
αξιοποίηση του λαϊκού παραμυθιού στην τάξη αλλά και για τη δυναμική και τη
λειτουργία της αφήγησης.
@:Το
παραμύθι πρόεκυψε από γνωστό σας πρόσωπο;
Δ.Π: Το παραμύθι δεν πρόεκυψε από κάποιο
συγγενικό πρόσωπο γιατί ήμουν πάρα πολύ άτυχος. Δεν πρόλαβα στη ζωή να
γνωρίσω ούτε παππού ούτε γιαγιά. Είχα όμως θείες οι οποίες μου λέγανε
ιστορίες με νεράιδες, ιστορίες με εμπειρίες ναυτικών. Κάποτε, όμως, άκουσα
μια εισήγηση σε ένα συνέδριο και εκεί μου έκανε ένα κλικ και αποφάσισα
να ψάξω κάποια πράγματα πιο συνειδητά.
@:Έχετε
συνεργάτες ή δουλεύετε μόνος;
Δ.Π: Οι παραμυθάδες γενικά είναι
άτομα μοναχικά. Είναι μια μοναχική πορεία.
@:Από
πού αντλεί το υλικό του ένας σύγχρονος παραμυθάς;
Δ.Π: Απ’ τη στιγμή που δεν υπάρχουν
πια παππούδες και γιαγιάδες σε τόσο μεγάλη έκταση και τοπική διασπορά, και
στο βαθμό που κάνεις έρευνα, είναι οι ιστορίες που συλλέγεις ο ίδιος. Είναι
το καταγεγραμμένο υλικό το οποίο το ξαναφέρνεις στη προφορική του μορφή.
Επίσης, από συλλογές του εξωτερι-κού, από υλικό που βρίσκεται στις
βιβλιοθήκες, από σπάνια χειρόγραφα, από καταγραφές δικές μου, από ιστορίες
που φτάνουν σε μένα προφορικά, ή που τις ακούω από άλλους παραμυθάδες και από
το διαδίκτυο.
@:Μου
δίνετε «πάσα» να ρωτήσω. Έχετε σκεφτεί να ανοίξετε ένα διαδικτυακό
blog;
Δ.Π: Είναι η επόμενή μου σκέψη. Θα
μπορούσε να έχει ιστορίες μέσα από τα κόκαλά τους, τα βασικά τους σημεία.
Ποιος; Που; Πότε; Τι έγινε; Γιατί; Πως; και τελικά τι συνέβη;
@:Είναι
όμως και η προσωπική σας δουλειά, που έτσι δεν θα ανταμείβεται.
Δ.Π: Έχω κυκλοφορήσει δύο συλλογές,
αλλά επειδή θεωρώ ότι δεν είναι δική μου προσωπική δουλειά, είναι ένα υλικό
που εγώ απλά το αναδεικνύω και το διαχειρίζομαι, και θεώρησα ότι είναι πιο
ηθικό και δίκαιο για τα δικά μου μέτρα και τις δικές μου αξίες, να χαρίζω
κάθε φορά τα έσοδο από τα δικαιώματα μου σε κάποιες οργανώσεις ή συλλόγους.
Οπότε τα έσοδά μου, τα δικαιώματα μου ως δημιουργού από την καινούργια
συλλογή θέλω να τα προσφέρω σε έναν σύλλογο που ασχολείται με τον καρκίνο
γιατί θέλω και σκέφτομαι να αφιερώσω το βιβλίο μου αυτό σε μια φίλη, τη
Χαρούλα, που έφυγε από καρκίνο στο ξεκίνημα της χρονιάς που φεύγει.
@:Για
το τέλος, θα μας αφιερώσετε ένα παραμύθι;
Δ.Π: Θα σου πω την ιστορία του
ερωτευμένου μυρμηγκιού, μια αραβική ιστορία: Κάποτε, ο βασιλιάς των
βασιλιάδων περνούσε στους δρόμους της ε-ρήμου, μαζί με τη συνοδεία του και
κάποια στιγμή είδε από μακριά μια μυρ-μηγκοφωλιά. Όταν είδαν τα μυρμήγκια
ποιον έχουν μπροστά τους έτρεξαν όλα να προσκυνήσουν, εκτός από ένα το οποίο
έμενε έξω από τη μυρμηγκοφωλιά και πήγαινε και ερχόταν και έμοιαζε να ‘χει
μεγάλη έγνοια στο κεφάλι του. Το ‘δε αυτό ο βασιλιάς, παραξενεύτηκε και πήγε
και το πλησίασε. Το παίρνει στο δάχτυλό του και του λέει «Μυρμήγκι, τι κανείς
εσύ εδώ πέρα;», «Βασιλιά μου», του λέει το μυρμήγκι «δεν βλέπεις τι κάνω εγώ
εδώ πέρα; Προσπαθώ κόκκο -κόκκο, σπυρί-σπυρί να μετακινήσω αυτήν εδώ την
άμμο». Γελάει ο βασιλιάς και του λέει, «Ρε συ μυρμήγκι, κατάλαβες τι πας να
κάνεις; Αν σηκώσεις το κεφάλι σου, την άκρη από την άμμο, δε θα μπορέσεις να
τη δεις, γιατί αυτή κατά πολύ σε ξεπερνά. Και αν είχες ακόμα χίλιες
ανθρώπινες ζωές, στο λέω εγώ, γιατί είμαι βασιλιάς και ξέρω περισσότερα
πράγματα από σένα, δρόμο μέσα στην έρημο δε θα μπορέσεις να ανοίξεις».
Άστραψε και θόλωσε το μυρμήγκι. Ποιος το είδε και δε το φοβήθηκε. Τον
κοιτάζει κατά-ματα, θυμωμένο και του λέει: «Άκου να σου πω βασιλιά μου. Αυτή
εδώ η άμ-μος που βλέπεις, στέκει εμπόδιο ανάμεσα σε μένα και την αγάπη μου
που ’ναι από την άλλη πλευρά της ερήμου. Θα δώσω όλες μου τις δυνάμεις και θα
ανοίξω δρόμο που πάει στην αγάπη μου. Και σ’ αυτή τη προσπάθεια που θα κάνω,
μπορεί να χάσω και τη ζωή μου. Θα το ‘χω κάνει μέσα στην τρέλα της ελπίδας
πως μπορεί και να τα καταφέρω. Αλλά εγώ στο λέω να το ξέρεις. Θα τα
καταφέρω και θα ανοίξω δρόμο που πάει στην αγάπη μου». Και ο βασιλιάς απόμεινε
με το στόμα ανοιχτό, το άφησε πάλι κάτω, γύρισε στους συμβού-λους του και
τους λέει, «Σήμερα έμαθα για τη φλόγα της αγάπης. Σήμερα έμαθα για τη σοφία
που κρύβεται στα φυλλοκάρδια της καρδίας. Σήμερα έγινα σοφότερος».
Και εγώ λέω στα νέα παιδιά να
ανοίγουν δρόμους που τους πάνε στις αγάπες τους. Οι αγάπες είναι
συμβολικές. Μπορεί να ’ναι η καριέρα, το πτυχίο, ένας σκοπός στη ζωή τους,
ένας στόχος που φαντάζει δύσκολος που πρέπει να ανοίξεις δρόμο στην έρημο και
να κουβαλάς σπυρί -σπυρί, αλλά στο τέλος εάν πιστέψουν σε αυτό που θέλουν να
πετύχουν, θα τα καταφέρουν και θα βάλουν τα γυαλιά στους λογής-λογής
συμβολικούς βασιλιάδες.
@:Αγαπημένο
μότο;
Δ.Π: «Μη με κρίνεις προτού με
γνωρίσεις».
@:Σας
ευχαριστώ πολύ.
Δ.Π: Εγώ ευχαριστώ
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου