Η ερευνητική διάθεση του γράφοντα έφερε στην επιφάνεια μια καταγραφή των ιδίων σχετικών αϊγιωργίτικων καλάντων πάνω από εκατό χρόνια, όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Λαογραφία-Δελτίον της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας του έτους 1917 (τόμος ΣΤ' σελίδες 237-239) που επιμελήθηκε ο τότε σχολάρχης Στυλιανός Βίος, καταγόμενος από τη Χίο, με πολύτιμη προσφορά στο βορειοαιγαιοπελαγίτικο νησί, ο οποίος βρέθηκε να υπηρετεί στο τοπικό Σχολαρχείο του χωριού μας στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.
Από την παράθεση της καταγραφής μπορεί κανείς να διαπιστώσει φαινόμενα του μετασχηματισμού στο περιεχόμενο των καλάντων που συνδέονται με την εμφανή απλοποίηση, την αφαίρεση, την επενέργεια της ποιότητας της μνημονικής ανάκλησης στη χρήση, τη μορφή της ρίμας, τις προσθήκες, αντικαταστάσεις και τις ορατές αλλαγές τόσο σε επίπεδο περιεχομένου όσο και στη χρονική έκταση των "νυχτοκαλάντων". Στην παρούσα γραπτή αποτύπωση-ανάρτηση έχει κρατηθεί η φωνητική μορφή της απόδοσης με το συγκοπτόμενο λόγο, χαρακτηριστικό του πηλιορείτικου γλωσσικού ιδιώματος, τις τροποποιήσεις των καταλήξεων αλλά και των θεμάτων των λέξεων.
Χρόνια πολλά φίλες και φίλοι κι ας ενώσουμε τις φωνές μας να μας φερθεί καλά ο νέος χρόνος, προσδοκία βέβαια και δική του ελπίζοντας σε ανάλογη στάση από το γένος Ανθρώπων και "ανθρώπων".
Παραδοσιακά
Αϊγιωργίτικα Κάλαντα των Φώτων (1917)
Σήμερα είνι των Φωτών, φουτίζουν οι
παπάδις
Κι μες στα σπίτια μπαίνουνι κι λεν τουν
Ιουρδάνη,
Βουήθεια να τουν έχουμι ούλοι τουν Άη
Γιάννη.
Στη Γαλιλαία ήτουνι κι ήρθε στουν
Ιουρδάνη,
Για να λάβει του βάφτισμα απού τουν Άη
Γιάννη.
Κι η Άης Γιάνς σαν τα’ άκουσι τούτον
τουν λόγουν είπι:
«Ιγώ είμι δούλος σου, Χριστέ, κι πώς να
σι βαφτίσου,
Στην αργυρά σου την κουρφή πώς ημπορώ ν’
αγγίξου;»
Κι η Άης Γιανς σαν άπλουσι μι το δεξί
του χέρι
Ανοίξαν τα ουράνια κατέβη περιστέρι.
Τα΄Αγιο του φως κατέβηκι δια να
μαρτυρήσει
Που εβαφτίσθη η Χριστός σ’ Ανατολή κι
Δύση
Κι ακόμα ως τα σήμερα οι ναύτις τον
κρατούνι
Ν΄αγιασθούνι τα νερά στη θάλασσα να
μπούνι.
Στου σπίτι που τραγούδησα πέτρα να μη
ραγίσει
Κι η νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια
να ζήσει,
Ν’ ασπρίσει σαν τον Έλυμπο, σαν τ΄άσπρου
περιστέρι
Κι σαν τ’ αηδόνι που λαλεί, χειμώνα
καλοκαίρι.
Α δεν έχεις κλούρα, δώσι παρά
για τουν Άη Γιάννη του φουκαρά
Δώσι μου κι ένα αυγό
Μη σου κλέψου τουν πειτνό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου