Άρθρο που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της κυριακάτικης εφημερίδας Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ 31 Μαΐου 2020
Του Δημήτρη Β. Προύσαλη
Δάσκαλου, Αφηγητή, Υπ. Δρ Λαογραφίας
ΕΚΠΑ, Επ. εκπρόσωπος «Παραμύθια και
Μύθοι στου Κένταυρου τη ράχη»
Οι παραδόσεις ή θρύλοι (legend) είναι οι φανταστικές διηγήσεις που πλάθει ο λαός
με βάση τις δοξασίες του για ορισμένους τόπους, φυσικά φαινόμενα και όντα
ανθρώπινα ή εξωπραγματικά και τις οποίες πιστεύει
για αληθινές. Ορίζουν ένα
είδος άτυπης
αιτιολόγησης για να πάρει
υπόσταση και να εκκοσμικευτεί ο τρόπος της σκέψης του στον κόσμο που τον
περιβάλλει, λειτουργώντας ουσιαστικά ως υλικό
προσωποποίησής του, μια θεμελιώδη ιδιότητα της ανθρώπινης ψυχής.Ονομάζονται παραδόσεις γιατί έχουν το χαρακτήρα της κληρονομημένης
ιστορίας ή ερμηνείας ενός φαινομένου και δεν πρέπει να συγχέονται με τις
παραδόσεις υπό την έννοια των εθιμικών εκδηλώσεων. Οι παραδόσεις
επιχωριάζουν ενδημικά και διαμορφώνουν θα λέγαμε μια εθνική ιδιοτυπία και μια θεματική οικοτυπία
ενώ το περιεχόμενό τους χαρακτηρίζεται
μια ιδιαίτερη ταυτότητα και μια τοπικιστική μοναδικότητα.
Οι Θρύλοι, ως ιδιαίτερη κατηγορία των Παραδόσεων, αποτελούν την
φαντασιακή πρόσληψη, αντανάκλαση και προσέγγιση πραγματικών ιστορικών
γεγονότων, προσώπων, μνημείων, κ.α μέσα όμως από το πώς ο λαός τα εξέλαβε και
εκφράστηκε μυθοπλαστικά γι' αυτά. Πολλές φορές η λαϊκή φαντασία που
χρωματίζεται έντονα από τον ιδιαίτερο ψυχισμό του ανώνυμου δημιουργού μιας
αφήγησης, υπονομεύει την ιστορική αλήθεια των γεγονότων τοπικών ή πανελλήνιων και
άλλες τα παραποιεί δημιουργώντας υπερβολές ή παραμορφώσεις, λειτουργώντας στα
πλαίσια των χαρακτηριστικών της λαϊκής
μυθοπλασίας.
Ο Νικόλαος Γ. Πολίτης «πατέρας»
της ελληνικής λαογραφίας ανάμεσα στις 39 κατηγορίες των 1013 Παραδόσεων που
εξέδωσε σε δίτομο έργο το 1904, συμπεριέλαβε και τα αφηγήματα που αφορούσαν
στην Πόλη και την Αγια-Σοφιά.
Στη
συγκεκριμένη ενότητα εντάσσονται ιστορίες που χωρίζονται άτυπα σε
τέσσερεις θεματικές α) παραδόσεις γενικές για την Πόλη, β) παραδόσεις για την
Αγια-Σοφιά, γ) Θρύλοι για την Άλωση της
Πόλης δ) παραδόσεις μετά την Άλωση που σχετίζονται με την προσδοκία επανάκτησής
της Κωνσταντινούπολης, ενώ σχετικά αφηγήματα καταγράφονται αργότερα και στην περίοδο
μετά την έκδοση του προαναφερόμενου έργου μέχρι και τον 21ο αιώνα
από όλο τον ελληνόφωνο χώρο (Ανατολική και Δυτική Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, πρόσφυγες
Πόντου και Καππαδοκίας, Πελοπόννησος, Επτάνησα, Δωδεκάνησα, Κρήτη).
Αν μελετήσει κανείς ιδιαίτερα τη θεματική των Θρύλων της Άλωσης θα
παρατηρήσει την αναφορά:
α) στα τεκταινόμενα γεγονότα πριν την ολοκληρωτική
Άλωση, (βλ. Το βύθισμα της Άγιας Τράπεζας της Αγίας Σοφίας στη θάλασσα του
Μαρμαρά, την τιμωρία του Παλαιολόγου που αμφισβήτησε τη θεϊκή βοήθεια και
αρνείται το ξύλινο σπαθί που στέλνεται με άγγελο-το σπαθί δίνεται στον Μωάμεθ
που καταλαμβάνει την Πόλη-βλ. Κερκόπορτα- στο θάνατο του Παλαιολόγου και το
μαρμάρωμά του από άγγελο Κυρίου και η απόκρυψή του από τους Τούρκους
β) Στα γεγονότα που
συμβαίνουν εντός του ναού, (βλ. η λειτουργία που διακόπηκε από την κατάκτηση
και το μαρμάρωμα των συμμετεχόντων ιερέων, η απόπειρα καταστροφής των εικόνων)
γ)
στο στοιχείο του μη πιστευτού της είδησης του γεγονότος με την αμφισβήτησή του
και την επίκληση της επιβεβαίωσης από διαφορετικά πρόσωπα-(βλ. τα
μισοτηγανισμένα ψάρια που θα αποτηγανιστούν όταν θα έρθει η ώρα της επανάκτησης)
δ) την αντίδραση του ναού στην «αιχμαλωσία» αφού τα πάντα τρέμουν μέχρι να λευτερωθεί,
ε) αναφορές στην αποστασιοποιημένη χρονικά περίοδο μετά την Άλωση, όπου
συμβαίνουν παράξενα και θαυμαστά γεγονότα γύρω από τον ναό ή μέσα σ’ αυτόν αλλά
εν κρυπτώ, με αφορμή το Πάσχα (βλ. Τα τσόφλια των κόκκινων αυγών στο προαύλιο της
Αγια-Σοφιάς κάθε Μ. Πέμπτη, η αναφορά σε ανθρώπους που παγιδεύτηκαν άθελά τους
σε παραμονή για ένα χρόνο σε κρύπτη μυστική εντός του ναού ενισχύοντας τη
μεταφυσική δύναμη που κρύβει),
στ) οι ιστορίες σχετικά με το μυστικό χώρο ταφής
του Κ. Παλαιολόγου και η διαχείριση του γεγονότος από χριστιανούς και Τούρκους,
και ζ) οι αφηγήσεις για την αναμονή της κατάλληλης ώρας επανάκτησης της
Κωνσταντινούπολης και η αιματηρή επιτέλεση της από τους Έλληνες ή την εμπλοκή
πολλών ξένων εθνών, όπου αναφέρονται ανιστορικά
ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, ο Ιωάννης Παλαιολόγος, ο Κων. Παλαιολόγος ως
εξαδάκτυλος μελλοντικός πορθητής
Οι ιστορίες αυτές αποτελούν την έκφραση της λαϊκής μυθοπλασίας, η οποία
προσπάθησε να "αποδεχτεί" την ιδέα της απώλειας μιας πόλης-σύμβολο,
που αποτέλεσε για περισσότερα από χίλια χρόνια το κέντρο αναφοράς και
πολιτισμού ως πρωτεύουσα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η πολυεθνική και
συνθετική βυζαντινή αυτοκρατορία με πολλούς αυτοκράτορες μη ελληνικής
καταγωγής, ενοποιήθηκε κάτω από την επικράτηση του χριστιανισμού, τη σταδιακή
καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας και τη διοικητική και νομοθετική ενοποίηση. Η
Κωνσταντινούπολη γνώρισε πολλούς επίδοξους κατακτητές να στέκονται μπροστά στα
τείχη της προσδοκώντας την άλωσή της. Χειρότεροι όλων αποδείχτηκαν οι
ομόθρησκοι σταυροφόροι της δύσης που έδειξαν το πραγματικό τους πρόσωπο στα
1204 όταν κατέλαβαν την πόλη του Κωνσταντίνου και προέβησαν σε ένα πρωτοφανές
πλιάτσικο αρχαιοτήτων και αρπαγή έργων τέχνης. Η βυζαντινή αυτοκρατορία
ακολούθησε τη μοίρα που έχουν όλες οι μεγάλες αυτοκρατορίες και παλιοί
πολιτισμοί, την παρακμή. Αυτό που χάνεται στα 1453 δεν είναι παρά το
απομεινάρι-σαν κακόγουστο αστείο- μιας παλιάς αυτοκρατορίας που περιορίζεται
πια σε μια πολύ μικρή εδαφική έκταση γύρω από το Βόσπορο, όταν όλα τα άλλα εδάφη
έχουν χαθεί κι ο Μωάμεθ ("Ο Πορθητής") καταλαμβάνει το φάντασμα μιας
πόλης που κάποτε ήταν κάτι άλλο, αλλά παρόλη την παρακμή εξακολουθεί να ασκεί
τη γοητεία του ποθητού επάθλου. Ο λαός πιθανά θρηνεί διαχρονικά όχι την ίδια
την Πόλη που αλώθηκε, αλλά την ιδέα μιας πόλης-συμβόλου που χάνεται οριστικά
και αμετάκλητα και ακριβώς γι' αυτόν το λόγο προκαλεί συλλογική θλίψη. Πλάθει
φανταστικές ιστορίες για τούτο που δεν μπορεί κανείς να αποδεχτεί ως
τετελεσμένο, γιατί αποτέλεσε τον αποδέκτη των συλλογικών προβολών ως κοινός
τόπος επιθυμίας. Είναι μια πόλη θρύλος που αποτέλεσε τόπο προσκλητικό για τον
ελληνόφωνο κόσμο ο οποίος αναζήτησε καλύτερη τύχη επαγγελματικά στην περίοδο
της Τουρκοκρατίας. Υπήρξε τόπος γενέθλιος οικογενειακών ριζών με βάθος μέσα στο
χρόνο, εξακολουθεί να συνδέεται θρησκευτικά μέσω του Πατριαρχείου με τον
ελληνισμό όπου γης και αποτελεί ιστορικά την πατρίδα των βασανισμένων Ρωμιών
της Πόλης από τις σύγχρονες τουρκικές κυβερνήσεις και νόστος των απελαθέντων επίσημα
ή άτυπα σε τρεις τουλάχιστον περιόδους (1955, 1965, 1974) μετά
την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Για να μπορέσει κάποιος να σταθεί ισότιμα στον διάλογο επικοινωνίας και
ανταμώματος με τους "άλλους", σε έναν πολυπολιτισμικό κόσμο που
αλλάζει δημιουργώντας νέες πραγματικότητες, πρέπει κατά την ταπεινή μας άποψη
να γνωρίζει τις ρίζες του και τη διαδρομή του λαού του στο χρόνο, άσχετα αν
συμφωνεί ή διαφωνεί ή πώς στέκεται τελικά απέναντι στα ιστορικά γεγονότα, τα
οποία ούτως ή άλλως έχουν πολλές προσεγγίσεις, οπτικές, αλήθειες και ερμηνείες.
Η οικειοποίηση ή μονοπώληση χρήσης κομβικών ιστορικών γεγονότων από
σκοταδιστικούς ή μη κύκλους ποικίλων ιδεολογισμών από τη μια, ή η μόνιμη
απαξίωση διαχρονικά από άλλους κινούμενους αντιθετικούς, αμβλύνει και αδικεί
την πραγματική διάσταση των γεγονότων αδυνατίζοντας την ιστορική μνήμη που
οφείλει να ελέγχεται, να διορθώνεται, να εμπλουτίζεται, να επανασυγκροτείται.
Σε εποχές αντιδραστικών θεωρήσεων της
«οικουμενικότητας» του κόσμου που περνούν μέσα από ποικιλόμορφες διαδικασίες
αποταυτοτητοποίησης των λαών, η γνώση του λαού σου μέσα-και-από τα προφορικά
του δημιουργήματα-αντανακλάσεις της πνευματικότητάς του είναι απαραίτητη. Επιτρέπει να γνωρίζει
κάποιος τον τόπο του καλύτερα, να
συνδέεται μέσω των ιστοριών με το χώρο μέσα στο χρόνο, να αγαπά τη γη που
τον μεγάλωσε κυριολεκτικά ή μεταφορικά
περισσότερο, και να της προσδίδει την πρέπουσα αξία. Είναι η ανάγκη
για την ιχνηλάτηση της ιδιαιτερότητας του τοπικού σε αναζήτηση της συνάντησης
με το διεθνικό, στα πλαίσια αλληλοεπιδραστικού διαλόγου και ισότιμης
συνύπαρξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου